Σε μία μεταφορά από την ορειβασία κατέφυγε ο επικεφαλής αναλυτής της Morgan Stanley, Μάικλ Γουίλσον, για να επαναλάβει τις προειδοποιήσεις του για το πρόσφατο ράλι της Wall Street – στο +16% από τα χαμηλά του Οκτωβρίου και στο +6% εντός του 2023.
Στην ορειβασία “ζώνη του θανάτου” ονομάζεται το υψόμετρο εκείνο όπου η πίεση του οξυγόνου στον ατμοσφαιρικό αέρα είναι τόσο χαμηλή που καθιστά αδύνατο για τον άνθρωπο να επιβιώσει. Η παραμονή εντός της ζώνης θανάτου οδηγεί σε βέβαιο θάνατο, συνήθως εντός λίγων ωρών, ενώ ως έναρξή της θεωρείται το υψόμετρο των 8.000 μέτρων.
“Είτε από επιλογή είτε από ανάγκη οι επενδυτές ακολούθησαν τις τιμές των μετοχών σε ιλιγγιώδη ύψη για άλλη μια φορά, καθώς η ρευστότητα (συμπληρωματικό οξυγόνο) τους επιτρέπει να σκαρφαλώσουν σε μια περιοχή όπου ξέρουν ότι δεν πρέπει να πάνε και δεν μπορούν να ζήσουν πολύ”, έγραψε χαρακτηριστικά ο αναλυτής της Morgan Stanley.
Σύμφωνα με τον Μάικλ Γουίλσον, οι επενδυτές “σκαρφαλώνουν επιδιώκοντας την απόλυτη κορυφή από απληστία, υποθέτοντας ότι θα μπορέσουν να κατέβουν χωρίς καταστροφικές συνέπειες. Αλλά το οξυγόνο τελειώνει κάποια στιγμή και όσοι αγνοούν τους κινδύνους θα πληγωθούν”.
Όπως εξηγεί ο ίδιος, όταν οι μετοχές άρχισαν να κινούνται ανοδικά τον Οκτώβριο, είχαν πολύ χαμηλότερες αποτιμήσεις, με την αναλογία τιμής προς ίδια κεφάλαια (P/E ratio) στο 15 και το equity risk premium (αμοιβή για τον κίνδυνο του κεφαλαίου) στις 270 μονάδες βάσης.
Σημειώνεται ότι το equity risk premium είναι η διαφορά μεταξύ της προσδοκώμενης απόδοσης από τις μετοχές και της απόδοσης ασφαλών ομολόγων, που σημαίνει ότι όσο υψηλότερο είναι τόσο περισσότερο αποζημιώνονται οι επενδυτές για τις τοποθετήσεις τους σε μετοχές.
Ωστόσο, όπως επισημαίνει ο Γουίλσον, “ο αέρας άρχισε να αραιώνει” τον Δεκέμβριο, με τα P/E στο 18 και το equity risk premium να υποχωρεί στις 225 μονάδες βάσης. “Τις τελευταίες εβδομάδες του έτους, χάσαμε πολλούς ορειβάτες που προχώρησαν πιο μπροστά στη ζώνη του θανάτου”, σχολιάζει.
Αλλά μετά ξεκίνησε το 2023 και “οι επιζώντες ορειβάτες αποφάσισαν να κάνουν άλλη μία απόπειρα να πιάσουν κορυφή, αυτή τη φορά ακολουθώντας μία ακόμη πιο επικίνδυνη διαδρομή με τις πιο κερδοσκοπικές μετοχές να πρωτοστατούν”, υπό την εσφαλμένη υπόθεση ότι η Fed θα τερματίσει τις αυξήσεις των επιτοκίων της και ότι θα τα μειώσει κιόλας εντός του έτος.
“Οι επενδυτές άρχισαν να κινούνται πιο γρήγορα και πιο ενεργητικά, μιλώντας με μεγαλύτερη σιγουριά για μία “ήπια προσγείωση” της οικονομίας των ΗΠΑ. Έχοντας φτάσει δε σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα, τώρα γίνεται λόγος και για ένα σενάριο “μη προσγείωσης” – ό,τι και αν σημαίνει αυτό. Αυτά είναι τα κόλπα που παίζει η ζώνη του θανάτου στο μυαλό – αρχίζει κανείς να βλέπει και να πιστεύει πράγματα που δεν υπάρχουν”, λέει ο Γουίλσον.
Σημειώνεται ότι το σενάριο “μη προσγείωσης”, δηλαδή να συνεχίσει η οικονομία των ΗΠΑ αποφεύγοντας όχι μόνο την ύφεση αλλά και την όποια επιβράδυνση, έχει εκφραστεί μεταξύ άλλων από τον επικεφαλής οικονομολόγο της Apollo Global Management, Τόρστεν Σλοκ. Ωστόσο, ο Σλοκ υποστήριξε ότι ένα σενάριο “μη προσγείωσης” δεν θα είναι καλό για τις αγορές, καθώς θα απαιτήσει πιο επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων από την Fed.
Επιστρέφοντας στη Morgan Stanley, ο Γουίλσον επισημαίνει ότι σήμερα ο δείκτης P/E είναι πια στο 18,6 και το equity risk premium έχει μειωθεί στις μόλις 155 μονάδες βάσης, πράγμα που σημαίνει ότι “είμαστε στον πιο λεπτό αέρα της πλέον καθοδηγούμενης από ρευστότητα bull market από το 2009”.
Σύμφωνα με τον ίδιο, το bear market rally ξεκίνησε τον Οκτώβριο από λογικές τιμές αλλά έχει μετατραπεί πλέον σε κερδοσκοπική φρενίτιδα η οποία βασίζεται σε μία παύση/μετατόπιση της Fed που δεν έρχεται.
Καταλήγοντας, ο Γουίλσον σημειώνει η ρευστότητα που ενισχύθηκε κυρίως από τις κεντρικές τράπεζες της Κίνας και της Ιαπωνίας βοήθησε στην αύξηση του παγκόσμιου M2 (μέτρο της προσφοράς χρήματος) κατά 6 τρισεκατομμύρια δολάρια από τον Οκτώβριο, “παρέχοντας το συμπληρωματικό οξυγόνο που χρειάζονται οι επενδυτές για να επιβιώσουν στη ζώνη του θανάτου”. Αλλά για λίγο περισσότερο ακόμα.
Σημειώνεται ότι η Wall Street θα παραμείνει κλειστή σήμερα, Δεύτερα, λόγω της αργίας των γενεθλίων του Τζορτζ Ουάσιγκτον.