Στην εκδήλωση με θέμα «Ο Τουρισμός αλλάζει – Η Ελλάδα πρωταγωνιστεί», που φιλοξενήθηκε στο Μουσείο της Ακρόπολης, συμμετείχαν ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο επίτροπος Μεταφορών και Τουρισμού Απόστολος Τζιτζικώστας και η υπουργός Τουρισμού Όλγα Κεφαλογιάννη, μεταξύ άλλων διακεκριμένων προσωπικοτήτων του χώρου.
Η εκδήλωση ξεκίνησε με την υπουργό Τουρισμού Όλγα Κεφαλογιάννη, η οποία παρουσίασε έναν απολογισμό της πορείας του ελληνικού τουρισμού, αναδεικνύοντας τα αποτελέσματα της συλλογικής προσπάθειας που έχει φέρει τη χώρα μας στους κορυφαίους τουριστικούς προορισμούς παγκοσμίως.
Ο πρωθυπουργός στην ομιλία του επεσήμανε τη σημασία της ευρωπαϊκής διάστασης του τουρισμού και τη δημιουργία του πρώτου διακριτού χαρτοφυλακίου Τουρισμού στην ΕΕ. «Σήμερα μπορούμε να συζητάμε για τον απολογισμό της τουριστικής περιόδου κοντά στην καρδιά του χειμώνα», δήλωσε ο πρωθυπουργός. «Σε πόλεις όπως η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη, η Κρήτη και η Ρόδος, χιλιάδες επισκέπτες συνεχίζουν να γεμίζουν τους δρόμους και να επισκέπτονται τα μοναδικά μας μνημεία, συνθέτοντας το μωσαϊκό της ελληνικής φιλοξενίας».
Αναφερόμενος στα ρεκόρ της φετινής χρονιάς, ο πρωθυπουργός σημείωσε: «Παρά τις απαισιόδοξες προβλέψεις στην αρχή της περιόδου, έχουμε αύξηση επισκεπτών κατά 4%, και ακόμα πιο σημαντικό, αύξηση 9% στις εισπράξεις σε σχέση με το 2019 – η καλύτερη χρονιά που είχαμε ποτέ».
«Ο τουρισμός είναι πλέον ένας βασικός πυλώνας της ελληνικής οικονομίας», τόνισε. «Σχεδόν 10% των εργαζομένων δραστηριοποιούνται στον τουρισμό, ενώ δημιουργούνται ευκαιρίες για τις τοπικές κοινωνίες να αναδείξουν την μοναδική τους κληρονομιά, τα προϊόντα και τις εμπειρίες τους σε εκατομμύρια ανθρώπους από όλο τον κόσμο».
Επίσης, ο πρωθυπουργός επισήμανε ότι: «Δεν πρέπει να θεωρήσουμε ότι αυτή η επιτυχία έρχεται από μόνη της. Τα ρεκόρ και η πρόοδος που βλέπουμε είναι αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς, καλού σχεδιασμού και στρατηγικών επιλογών που έχουμε κάνει στον τουριστικό τομέα».
Στον τουριστικό κλάδο φαίνεται με τον πιο ξεκαθαρό τρόπο πώς η ανάπτυξη ενός κλάδου διαχέεται σε όλους τους εργαζόμενους, τόνισε συνεχίζοντας ο πρωθυπουργός. «Η τελευταία συλλογική σύμβαση προβλέπει αυξήσεις 5% για φέτος και 3% για το 2026, ενώ η τοπική σύμβαση εργασίας στη Ρόδο προβλέπει ακόμη μεγαλύτερες αυξήσεις», σημείωσε. «Όλα αυτά, πέρα από επιδόματα και άλλες ενισχύσεις, σημαίνουν ότι οι απολαβές στον τουρισμό αυξάνονται περισσότερο από άλλους κλάδους».
Ο πρωθυπουργός υπογράμμισε τη σημασία της ανακοίνωσης της υπουργού Εργασίας, η οποία ενισχύει τον θεσμό των συλλογικών συμβάσεων: «Στόχος είναι να φτάσουμε στον ευρωπαϊκό στόχο, ώστε όλοι οι εργαζόμενοι να καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις. Απέχουμε ακόμη αρκετά από αυτόν τον στόχο, και γι’ αυτό η σημερινή ανακοίνωση είχε τόσο μεγάλη σημασία».
Επιπλέον, επισήμανε τη σημασία καθαρών κανόνων στην αγορά εργασίας: «Χωρίς ξεκάθαρους κανόνες στο εργασιακό πλαίσιο, δεν μπορούμε να ευθυγραμμιστούμε με τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Η συμφωνία που επιτεύχθηκε σήμερα είναι η πρώτη φορά στη χώρα μας που φέρνει κανόνες στην αγορά εργασίας, παρέχοντας ταυτόχρονα ασφάλεια στους εργαζόμενους και σταθερότητα στον εργοδότη. Πρόκειται για ένα πραγματικά εντυπωσιακό βήμα, που αξίζει να κρατήσουμε ως ιστορικό».
Στην συνέχεια, όπως σημείωσε η υπουργός Τουρισμού, η Ελλάδα το 2024 υποδέχθηκε πάνω από 40 εκατομμύρια επισκέπτες, με έσοδα που ξεπέρασαν τα 20 δισεκατομμύρια ευρώ, καταγράφοντας διψήφια αύξηση σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Παράλληλα, τόνισε ότι η επιτυχία αυτή στηρίζεται σε στρατηγικές επιλογές που συνδυάζουν την ποιοτική αναβάθμιση των προορισμών με τη βιωσιμότητα, την ανθεκτικότητα απέναντι στην κλιματική κρίση και την ψηφιακή αναβάθμιση των υπηρεσιών τουρισμού.
Η κ. Κεφαλογιάννη επισήμανε ότι η ανάπτυξη του τουρισμού δεν είναι αποκομμένη από την κοινωνία. Μέτρα κοινωνικής στήριξης για συνταξιούχους, ανασφάλιστους υπερήλικες και ευάλωτες ομάδες ενισχύουν την κοινωνική συνοχή και διασφαλίζουν ότι η οικονομική ανάπτυξη ωφελεί όλους τους πολίτες.
Στην συνέχεια τον λόγο πήρε ο επίτροπος Μεταφορών και Τουρισμού, Αποστόλος Τζιτζικώστας, αναφέρθηκε στη σημασία του τουρισμού για την Ευρωπαϊκή Ένωση και για την Ελλάδα. Όπως τόνισε, «η Ελλάδα παραμένει στην πρώτη γραμμή, ανάμεσα στους πέντε πιο δημοφιλείς προορισμούς στην Ευρώπη και στους δέκα πιο αγαπημένους προορισμούς παγκοσμίως».
Ο κ. Τζιτζικώστας σημείωσε ότι η επιτυχία φέρνει και ευθύνη και πως η στρατηγική σκέψη με όραμα είναι πλέον πιο εφικτή, αφού το προηγούμενο διάστημα έγιναν δύο πολύ σημαντικά βήματα. Το πρώτο ήταν η ανάδειξη του τουρισμού σε προτεραιότητα της πολιτικής ατζέντας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. «Είναι η πρώτη φορά που ο τουρισμός προστέθηκε στο χαρτοφυλάκιο ενός Επιτρόπου, γεγονός που καταδεικνύει τη σημασία που δίνει η Ευρώπη στον κλάδο», ανέφερε, προσθέτοντας ότι «η ύπαρξη επιτρόπου Τουρισμού στην Ευρώπη αποτελεί προσωπική επιτυχία και πρόταση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη».

Παράλληλα, ο επίτροπος τόνισε τη συμβολή της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης, σημειώνοντας ότι «η ΕΕ δεν ξέχασε τη συμβολή σας στη δύσκολη στιγμή της πανδημίας, όταν με δική σας πρωτοβουλία και ολοκληρωμένη πρόταση βοηθήσατε ώστε να ανοίξει ο τουρισμός και να διατηρηθούν εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας».
Το δεύτερο σημαντικό βήμα ήταν η ενίσχυση του τουρισμού στην οικονομική ατζέντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. «Για πρώτη φορά, στην πρόταση της Επιτροπής για τον νέο Ευρωπαϊκό προϋπολογισμό γίνεται ρητή και ξεχωριστή αναφορά στον τουρισμό ως βασική προτεραιότητα της ΕΕ», ανέφερε ο κ. Τζιτζικώστας, προσθέτοντας ότι τώρα είναι η στιγμή να δημιουργηθεί «ξεχωριστός φάκελος στον προϋπολογισμό της Ευρώπης» στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για το νέο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο.

Η υπουργός υπογράμμισε ότι η Ελλάδα έχει τώρα την ευκαιρία να προχωρήσει σε μια νέα εποχή τουριστικής ανάπτυξης, όπου η βιωσιμότητα δεν είναι μόδα αλλά αναγκαιότητα. Η χώρα καλείται να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής, της ψηφιακής μετάβασης και της διαρκούς αναβάθμισης των προορισμών της.
«Η επιτυχία του ελληνικού τουρισμού είναι συλλογική», δήλωσε η κ. Κεφαλογιάννη, «και στηρίζεται στους ανθρώπους της χώρας: στους εργαζόμενους, στους επιχειρηματίες, στους φορείς και στους επισκέπτες μας. Μαζί μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να αποτελεί ένα από τα ισχυρότερα ταξιδιωτικά brand στον κόσμο».
