Ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης ήρθε στη ζωή και αργότερα στην πολιτική από το Νησί Ημαθίας, έναν πεδινό οικισμό της Κεντρικής Μακεδονίας που οφείλει την ονομασία του στη νησίδα του παραποτάμου του Αλιάκμονα. Το βιογραφικό του είναι κατάφορτο υπουργικών θέσεων, τελευταία στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, όταν το 2019 διαδέχτηκε την Όλγα Γεροβασίλη, για να βρεθεί πάλι εκεί που στις 24 Ιουνίου 2010 σώθηκε από βομβιστική επίθεση με ταχυδρομικό δέμα παγιδευμένο με εκρηκτικό μηχανισμό, όχι όμως και ο υπασπιστής του Γιώργος Βασιλάκης.

Σήμερα είναι έτοιμος να δώσει τη μάχη του με τη Νέα Δημοκρατία στον Δυτικό Τομέα της Β΄ Αθηνών, πιστεύει στην «αυτοδυναμία για σταθερότητα, ομαλότητα, ασφάλεια σε όλα τα εθνικά και κοινωνικά πεδία με συναινέσεις, χωρίς κομματικές παρωπίδες» και ομνύει στην «κυρίαρχη διαδικασία της λαϊκής εντολής», η οποία και θα υποδείξει ποιος θα είναι ο επόμενος πρωθυπουργός, απαντά όταν του ζητάμε να σχολιάσει το περίφημο «βέτο» του Ν. Ανδρουλάκη ως προς το προτιμώμενο άγνωστο πρόσωπο…

Ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης έχει σαφείς απόψεις για τη λειτουργία του κράτους, των θεσμών, της Δημοκρατίας και τις διατυπώνει: «Η Δημοκρατία έχει υποχρέωση να αυτοπροστατεύεται και να θωρακίζεται απέναντι σε απειλές που την υποσκάπτουν. Κι αυτό οφείλει να το κάνει με γνώμονα την πίστη μας στις αρχές και τις αξίες της ελευθερίας, του κοινωνικού συμβολαίου και της προστασίας της ανθρώπινης ζωής και υπόστασης» είναι η απάντησή του στο ερώτημά μας για την πρωτοβουλία της κυβέρνησης έναντι των προσπαθειών να εισέλθει στη Βουλή το κόμμα Κασιδιάρη.

 

Στην ΝΤΟΡΑ ΚΟΥΤΡΟΚΟΗ

 

Η αξιωματική αντιπολίτευση κατηγορεί τη Νέα Δημοκρατία για αλαζονεία επειδή ο πρωθυπουργός επιμένει στην αυτοδυναμία. Είστε πεπεισμένοι ότι θα εξασφαλίσετε το αναγκαίο ποσοστό; Και εάν όχι, με ποιον θα συνεργαστείτε εφόσον κριθεί αναγκαίο;

Είμαι υπέρ των αυτοδύναμων κυβερνήσεων. Η εμπειρία στην πολιτική με διδάσκει ότι οι κυβερνήσεις που έκαναν τις πιο πολλές μεταρρυθμίσεις ήταν κυβερνήσεις ενός κόμματος που επεδίωκε ευρύτερες συναινέσεις.

Είναι πεποίθησή μου ότι οι Έλληνες πολίτες θα επιδιώξουν και πάλι μια τετραετία σταθερότητας, ανάπτυξης και ασφάλειας. Αυτό σημαίνει αναγνώριση της ευεργετικής για τους ίδιους και τη χώρα περίοδο που βιώσαμε με μια απαράμιλλη διαδικασία προόδου που πήγε την Ελλάδα επιτέλους μπροστά ύστερα από δέκα χρόνια βαθιάς κρίσης.

Αυτοδυναμία λοιπόν για σταθερότητα, ομαλότητα, ασφάλεια σε όλα τα εθνικά και κοινωνικά πεδία με συναινέσεις, χωρίς κομματικές παρωπίδες. Από την άλλη, βρισκόμαστε σε ένα πρωτόγνωρο εκλογικό σκηνικό, που μοιάζει με ένα εκλογικό σύστημα δύο γύρων.

Ο πρωθυπουργός έχει αποδείξει πως διαθέτει πολιτικό ρεαλισμό, αλλά και αίσθημα ευθύνης έναντι της χώρας.

 

Πώς σχολιάζετε το «βέτο» του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη ως προς το πρόσωπο του επόμενου πρωθυπουργού; Πώς ακούσατε το επιχείρημά του ότι οι αντίπαλοί του, Κυριάκος Μητσοτάκης και Αλέξης Τσίπρας, έχουν δοκιμαστεί σε αυτήν τη θέση, ενώ ο ίδιος όχι;

Στη δημοκρατική πολιτεία υπάρχει η κυρίαρχη διαδικασία της λαϊκής εντολής. Ο λαός αποφασίζει τον κυβερνήτη του πρωθυπουργό και τους συσχετισμούς των κομμάτων που ζητούν την ψήφο του. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ο πρωθυπουργός με αναγνωρισμένο έργο, με επιτεύγματα στον τομέα της εθνικής ασφάλειας, της οικονομικής ανάπτυξης, στη διαχείριση κρίσεων και την απαράμιλλη κοινωνική αλληλεγγύη στους Έλληνες που δοκιμάστηκαν από την πανδημία και την ενεργειακή κρίση.

Ουδέποτε έχω συναντήσει στην πορεία μου ως πολιτικού τόσο γενναιόδωρο κοινωνικό κράτος που στηρίζει τους πολίτες στις δύσκολες στιγμές. Ο Κ. Μητσοτάκης διεκδικεί τη συνέχιση της εντολής που έλαβε πριν από τέσσερα χρόνια για να πάμε στο επόμενο βήμα, που είναι η σημαντική αύξηση του ΑΕΠ, η αύξηση των εισοδημάτων των εργαζομένων, οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στο κράτος και η δημιουργία μια ισχυρής Ελλάδας.

Αυτήν την εντολή τη δίνει μόνο ο ελληνικός λαός. Είναι βέβαιο ότι οι Ελληνες αναγνωρίζουν τα επιτεύγματα αυτά και θα δώσουν καθαρή εντολή στον ίδιο να συνεχίσει τα επόμενα.

 

Θεωρείτε ότι το θεσμικό πλαίσιο για το «μπλόκο» στο κόμμα Κασιδιάρη είναι επαρκές;

Ολοι θυμόμαστε την παρουσία της Χρυσής Αυγής τόσο στο Κοινοβούλιο όσο και στους δρόμους, υπονομεύοντας τη Δημοκρατία. Δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που η ελληνική Δικαιοσύνη την καταδίκασε ως εγκληματική οργάνωση. Ας είμαστε απολύτως σαφείς: η Δημοκρατία έχει υποχρέωση να αυτοπροστατεύεται και να θωρακίζεται απέναντι σε απειλές που την υποσκάπτουν.

Κι αυτό οφείλει να το κάνει με γνώμονα την πίστη μας στις αρχές και τις αξίες της ελευθερίας, του κοινωνικού συμβολαίου και της προστασίας της ανθρώπινης ζωής και υπόστασης. Πολλές δημοκρατικές χώρες στην Ευρώπη έχουν επιβάλει περιορισμούς σε μορφώματα που υπονομεύουν τη Δημοκρατία.

 

Από την εμπειρία σας στο υπουργείο Δημοσίας Τάξεως, νυν Προστασίας του Πολίτη, ποια είναι η άποψή σας για το περιστατικό με τους πυροβολισμούς έξω από την ΑΣΟΕΕ; Κρίνετε ότι έγιναν ή όχι επιχειρησιακά λάθη;

Κοιτάξτε, δεν είναι αυτή η δουλειά μου, δηλαδή η επιχειρησιακή. Αυτή ανήκει στην ιεραρχία της Αστυνομίας που αξιολογεί κάθε φορά τις επιχειρήσεις. Ανακαλέστε ωστόσο στη μνήμη σας την εικόνα έξω από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο πριν από τέσσερα χρόνια με τους δεκάδες παράνομους εμπόρους, τη διακίνηση ναρκωτικών και τις καθημερινές βιαιοπραγίες επί της οδού Πατησίων με ορμητήριο το ίδιο το πανεπιστήμιο.

Αυτά όλα είναι εικόνες τού χθες. Η βία που παράγουν ορισμένες μικρές ομάδες μέσα στα πανεπιστήμια χρειάζεται συστηματική αντιμετώπιση από τα ίδια τα ιδρύματα και φυσικά την Αστυνομία.

Σε ό,τι αφορά την Αστυνομία, θέλω να τονίσω ότι χρειάζεται διαρκώς εκπαίδευση και επανεκπαίδευση, χρειάζεται επαγγελματισμό στην καθημερινή δουλειά της, χρειάζεται να εκσυγχρονίζεται και φυσικά αξιοκρατία. Η αστυνομία έχει πολύ δύσκολο και σύνθετο καθημερινό ρόλο στην κοινωνία και χρειάζεται τη συμπαράστασή μας, γιατί πολλές φορές αδικείται συστηματικά.

 

Γιατί να πιστέψουν οι πολίτες ότι η Νέα Δημοκρατία θα καταφέρει να τα βάλει με το «βαθύ κράτος» και τις χρόνιες παθογένειες; Είναι κάτι που δεν κατάφεραν τόσες κυβερνήσεις της Μεταπολίτευσης.

Υπάρχει προηγούμενο στην κυβέρνηση Κ. Μητσοτάκη. Ακριβώς ό,τι έγινε με την Πολιτική Προστασία. Μετά τη Μάνδρα και το Μάτι, αυτή η κυβέρνηση άλλαξε εκ βάθρων συνολικά, αναβάθμισε και εκσυγχρόνισε την Πολιτική Προστασία. Φυσικές καταστροφές και ελλείψεις θα έχουμε δυστυχώς πάντα, αλλά κανείς δεν μπορεί να πει ότι η σημερινή κατάσταση στην Πολιτική Προστασία, δηλαδή ο οργανισμός, ο σχεδιασμός, η εκπαίδευση προσωπικού, η τεχνολογία, τα μέσα, είναι ίδια με το χάος του 2018.

Η προστασία και η ασφάλεια πρέπει να γίνουν οργανικό και πρώτο μέλημα στη διακυβέρνηση. Μια τεράστια, απολύτως συστημική μεταρρύθμιση του κράτους, δηλαδή αλλαγή νοοτροπίας, μεθόδων, προτεραιοτήτων από τους κυβερνώντες έως τον τελευταίο δημόσιο υπάλληλο.

Η εκπαίδευση, αξιολόγηση και συνεχής επανεκπαίδευση προσωπικού είναι ένα από τα βασικά κλειδιά. Και φυσικά η διαρκής εποπτεία των ασκούντων διοίκηση. Ο ανθρώπινος παράγοντας στην εκτέλεση ενός έργου είναι ο πιο κρίσιμος. Το κράτος πρέπει να αλλάξει, να μάθει, να το οδηγήσουμε στο να κάνει τη δουλειά του.

Να αντιληφθούμε ότι η αξιολόγηση δεν είναι τιμωρία και η αξιοκρατία δεν πρέπει να συγχέεται με τον κοινωνικό στιγματισμό των «αποτυχημένων». Κι αυτά όλα είναι δική μας δουλειά και αποστολή. Δηλαδή των πολιτικών.

 

Σε λίγους μήνες η κυβέρνηση ολοκληρώνει τη θητεία της. Κάνοντας έναν απολογισμό, σε ποιον τομέα θεωρείτε ότι δεν ήσασταν συνεπείς με τους ψηφοφόρους σας και δεν υλοποιήσατε το πρόγραμμά σας;

Όπως λέει πολλές φορές ο Κ. Μητσοτάκης, είναι προτιμότερο να έχουμε μια κυβέρνηση που κάνει λάθη παρά μια λάθος κυβέρνηση. Αναμφίβολα λάθη και παραλείψεις έχουν γίνει. Προφανώς, επίσης, υπάρχουν μεγάλες προτεραιότητες και μεταρρυθμίσεις που περιμένουν την επόμενη κυβέρνηση.

Μιλώντας, για παράδειγμα, για τη σχέση κράτους-πολίτη, ας αναλογιστούμε πόσα πράγματα άλλαξαν ριζικά με τη χρήση της τεχνολογίας που κατήργησε τη γραφειοκρατία και την ταλαιπωρία των πολιτών. Αλλά το βαθύ κράτος έχει ακόμη πολλή δουλειά, χρειάζεται, όπως είπα, να οικοδομηθεί η διακυβέρνηση της ασφάλειας και προστασίας και άρα πολλές αλλαγές που δεν έγιναν.

Η διακυβέρνηση της ασφάλειας και προστασίας, η βελτίωση των υπηρεσιών της δημόσιας υγείας, η απονομή της Δικαιοσύνης αποτελούν –ενδεικτικά– τομείς που χρειάζονται μεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις.