Η καλλιέργεια του ακτινίδιου τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει αυξητικές τάσεις στις νέες φυτεύσεις, που ανέρχονται σε περισσότερα από 110.000 στρέμματα και σε δύο έως τρία χρόνια η παραγωγή εκτιμάται πως θα ξεπεράσει τους 300.000 τόνους.

Το ακτινίδιο ήταν δεύτερο στις ελληνικές εξαγωγές σε αξία στην κατηγορία «εδώδιμα φρούτα και καρποί» μετά τα πορτοκάλια για το 2018, με τις εξαγωγές να ανέρχονται σε 123,3 εκατ. ευρώ, ενώ περίπου το 90% της παραγωγής ετησίως εξάγεται, με την Ελλάδα να βρίσκεται στην τρίτη θέση διεθνώς ως παραγωγός χώρα στις εξαγωγές ακτινιδίου.

Παρόλα αυτά, σύμφωνα με τους εκπροσώπους του κλάδου, η εμπορική περίοδος 2018-2019, που βαίνει προς το τέλος της, ήταν μία κακή χρονιά, τόσο σε επίπεδο ποιότητας, όσο και σε επίπεδο τιμών, ιδίως σε σχέση με την περσινή χρονιά, που είχε χαρακτηριστεί πολύ καλή.

Με τα δεδομένα αυτά κρίνεται αναγκαία η λήψη μέτρων για τον έλεγχο της παραγωγής και τη διασφάλιση της ποιότητας και διατηρησιμότητας των ακτινιδίων, σύμφωνα με όσα συζήτησαν εκπρόσωποι της Άτυπης Διεπαγγελματικής Ομάδας Ακτινιδίου -υπό τον συντονισμό του Συνδέσμου Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος (ΣΕΒΕ)- με την υφυπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Ολυμπία Τελιγιορίδου, στο περιθώριο της έκθεσης «Frescon» της Ηelexpo. Στη συνάντηση συμμετείχε και ο προϊστάμενος του Γραφείου Πρωθυπουργού στην Θεσσαλονίκη, Γιώργος Αγγελόπουλος.

Τα προβλήματα που διαπιστώθηκαν σε σχέση με τη φετινή παραγωγή ακτινιδίου εστιάζονται στην καθυστερημένη συγκομιδή και καλλιεργητική φροντίδα γενικότερα αλλά και στην συντήρηση, που είχαν ως συνέπεια τη διακίνηση και μη ποιοτικών προϊόντων (με μαλακώματα).

Σύμφωνα με ανακοίνωση, που εξέδωσε ο ΣΕΒΕ «εξαιρετικά σημαντική είναι η διασφάλιση όλων εκείνων των προϋποθέσεων και προδιαγραφών που απαιτούνται για την καλλιέργεια και τη διακίνηση ποιοτικών προϊόντων με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά (σε μέγεθος, οργανοληπτικά χαρακτηριστικά, διατηρησιμότητα, κ.λ.π.), ώστε να είναι διεθνώς ανταγωνιστικά».

Στο πλαίσιο αυτό -δεδομένης της αλματώδους αύξησης της παραγωγής- επισημάνθηκε η ανάγκη αύξησης και των περιορισμένων σήμερα αποθηκευτικών χώρων, με την αξιοποίηση και υφιστάμενων κενών-εγκαταλελειμμένων κτιρίων συνεταιρισμών, καθώς πρόκειται για αγροτικό προϊόν με μεγάλη περίοδο εμπορίας, που φθάνει μέχρι τον Ιούνιο (από τον Οκτώβριο-Νοέμβριο που γίνεται η συγκομιδή του).

(Πηγή ΑΠΕ – ΜΠΕ)