Μια συνολική εικόνα της μεταμόρφωσης του Εθνικού Συστήματος Υγείας τα τελευταία χρόνια παρουσίασε ο υφυπουργός Υγείας Μάριος Θεμιστοκλέους, μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό ΣΚΑΪ. Όπως τόνισε, η πρόοδος είναι πλέον ορατή σε κρίσιμους τομείς όπως οι υποδομές, η διαδικασία των ραντεβού, η αξιολόγηση υπηρεσιών και η ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού, μετά από μια μακρά περίοδο στασιμότητας.

Ο υφυπουργός υπογράμμισε ότι η εικόνα του ΕΣΥ αλλάζει σταδιακά, στο πλαίσιο ενός σχεδίου που, όπως είπε, «ξεκίνησε από την πρώτη διακυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και αποδίδει».

Σημείωσε ότι για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες βλέπουμε ανακαινισμένες νοσοκομειακές δομές, τονίζοντας πως επί 15 χρόνια «δεν είχε ανακαινιστεί ούτε καρφί στα νοσοκομεία». Ανέφερε ότι βρίσκονται σε εξέλιξη ανακαινίσεις σε 156 Κέντρα Υγείας, πολλά εκ των οποίων έχουν ήδη ολοκληρωθεί, όπως και εκτεταμένες παρεμβάσεις σε Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών, νέα συγκροτήματα σε νοσοκομεία και δράσεις ψηφιακής αναβάθμισης.

Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στη ραγδαία μείωση των χρόνων αναμονής για ραντεβού με ειδικούς γιατρούς, επισημαίνοντας ότι η βελτίωση είναι αισθητή σε σχέση με την προγενέστερη εικόνα: «Θυμάστε ότι για να βρει κάποιος ραντεβού με ειδικό γιατρό χρειαζόταν μήνες. Σήμερα… κλείνεις καρδιολόγο για αύριο, γαστρεντερολόγο για μεθαύριο, ενδοκρινολόγο για την επόμενη μέρα».

Παρουσίασε μάλιστα συγκριτικά στοιχεία με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, σημειώνοντας πως στην Ιταλία η αναμονή φτάνει μέχρι και 7,5 μήνες, στη Γαλλία και τη Γερμανία 4–6 μήνες, ενώ και στη Μεγάλη Βρετανία πολλοί ασθενείς ξεπερνούν τον στόχο των 18 εβδομάδων.

Για τη μεγάλη ζήτηση, σημείωσε ότι οι πολίτες έχουν αγκαλιάσει το νέο σύστημα ραντεβού, καθώς τον Οκτώβριο κλείστηκαν 370.000 ραντεβού και τον Νοέμβριο 430.000, δηλαδή αύξηση 28%.

Σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση των υπηρεσιών, ο κ. Θεμιστοκλέους υπογράμμισε τη σημασία της άποψης των ίδιων των ασθενών. «Άλλο η γενική αίσθηση σε μια δημοσκόπηση και άλλο τι λέει ο άνθρωπος που νοσηλεύτηκε», είπε, επισημαίνοντας ότι από δείγμα 26.000 ασθενών, το 75% αξιολόγησε τη νοσηλεία ως καλή ή πολύ καλή, εικόνα που –όπως σχολίασε– δεν συνάδει με το αφήγημα ότι «καταρρέει το ΕΣΥ».

Αναφερόμενος στο νοσηλευτικό προσωπικό, το χαρακτήρισε ως το πιο κρίσιμο ζήτημα όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη: «Λείπει πάνω από 1 εκατομμύριο νοσηλευτές στην Ευρώπη». Όπως εξήγησε, αυτή τη στιγμή υπάρχουν θέσεις για 1.000 νοσηλευτές, αλλά οι αιτήσεις είναι περίπου 400, ενώ στόχος είναι η ενίσχυση του κλάδου μέσω κινήτρων και αυξήσεων μισθών.

Ο υφυπουργός μίλησε και για την επικαιροποίηση του υγειονομικού χάρτη, τονίζοντας ότι εξελίσσεται μια προσπάθεια ορθολογικής αναδιάρθρωσης: «Δεν μπορεί όλα τα νοσοκομεία να κάνουν τα πάντα».

Παράλληλα, υπογράμμισε τη σημασία της δημοσιονομικής πειθαρχίας, αναφέροντας ότι τα νοσοκομεία διαθέτουν πλέον ολοκληρωμένους προϋπολογισμούς και απολογισμούς και ότι το 2024–2025 δεν χρειάστηκε πρόσθετη χρηματοδότηση από το υπουργείο Οικονομικών.

Κλείνοντας, ο κ. Θεμιστοκλέους επανέλαβε ότι η μεταρρύθμιση στην Υγεία αποτελεί εθνική προσπάθεια, τονίζοντας: «Προχωράμε βήμα-βήμα, αλλά αποφασιστικά, σε ένα ΕΣΥ πιο σύγχρονο, πιο λειτουργικό και, πάνω απ’ όλα, πιο κοντά στον ασθενή».