«Η Δεξιά είναι πάντα παρούσα και εξ ορισμού είναι λαϊκή, γιατί πάντοτε η Δεξιά είναι εθνική, λαϊκή και κοινωνική. Όλοι αυτοί οι προσδιορισμοί περιέχονται στον όρο "Δεξιά"», υπογράμμισε ο υπουργός Επικρατείας, Μάκης βορίδης, σε δηλώσεις του στον ραδιοφωνικό σταθμό Talk Radio 989, απαντώντας, με αφορμή και την κοινοβουλευτική ερώτηση 11 βουλευτών της ΝΔ για τα κόκκινα δάνεια, στο ερώτημα αν επανακάμπτει η λαϊκή Δεξιά.
Η πρώτη γενική παρατήρηση του υπουργού Επικρατείας είναι ότι «οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας έχουν κάνει πάρα πολλές ερωτήσεις». Εξάλλου, «η κατάθεση μίας ερωτήσεως δεν είναι κάτι ιδιαίτερο, σπουδαίο, είναι στο πλαίσιο της λειτουργίας των βουλευτών».
Εν προκειμένω όμως, όπως είπε ο Μάκης Βορίδης, «η συγκεκριμένη ερώτηση ήταν από πολλές πλευρές ενδιαφέρουσα, γιατί έδωσε τη δυνατότητα στον υπουργό Οικονομικών να απαντήσει ότι πολλά από τα ερωτώμενα είναι ήδη ψηφισμένα και ρυθμισμένα, έχουν γίνει αποδεκτά προ της υποβολής της ερωτήσεως στην κυβέρνηση. Ταυτόχρονα, (έδωσε τη δυνατότητα) να διευκρινισθεί πόσο βελτιωμένη είναι η κατάσταση στη διαχείριση των κόκκινων δανείων, από αυτό που έχει παραλάβει η κυβέρνηση αυτή. Χάρη σε συγκεκριμένες επιλογές έχουν μειωθεί τα κόκκινα δάνεια, επομένως το ιδιωτικό χρέος βαίνει πολύ καλύτερα από αυτό που παραλάβαμε. Αλλά και να φανεί η διαφοροποίηση της πολιτικής μας σε σχέση με άλλες πολιτικές του παρελθόντος (νόμος Κατσέλη), όπου εκεί είχαμε στην πραγματικότητα οδηγηθεί σε αδιέξοδο, εν μέρει και εξαιτίας των τότε ρυθμίσεων».
Πρόσθεσε δε πως «με την ερώτηση αυτή δόθηκε η δυνατότητα στον υπουργό Οικονομικών να ανακεφαλαιώσει την πολιτική του, να μιλήσει για τα θετικά της πολιτικής της κυβέρνησης». «Η απάντηση του υπουργείου Οικονομικών ήταν ουσιαστική και διευκρίνιζε ζητήματα», επανέλαβε.
Στη συνέχεια, ο υπουργός Επικρατείας τόνισε ότι «στην παρούσα κυβέρνηση υιοθετήθηκε ρύθμιση που βάζει πρόσθετες υποχρεώσεις στους servicers, με επαπειλούμενες ποινές και διοικητικά πρόστιμα σε περίπτωση που οι servicers δεν ανταποκρίνονται στα αιτήματα των δανειοληπτών. Το πλαίσιο βελτιώθηκε στην κατεύθυνση που ζητούν οι συνάδελφοι (βουλευτές) σε αυτήν την κυβερνητική θητεία και με τον παρόντα υπουργό Οικονομικών. Είναι καλό που αυτά διευκρινίζονται εκ νέου». Και, εν τέλει, οι ερωτήσεις «διευκολύνουν την κυβέρνηση στο να αναδεικνύει το σημαντικό έργο, το οποίο έχει κάνει», συμπλήρωσε.
Ικανοποιήθηκε το αίτημα των ενστόλων
Αναφορικά με το αίτημα των ενστόλων της αστυνομίας και των συνδικαλιστών τους για τα νυχτερινά, ο Μάκης Βορίδης εξήγησει ότι κανοποιήθηκε το 50% του αιτήματος, με βάση και την υπάρχουσα δημοσιονομική δυνατότητα. Ενώ σε συνάντηση που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη δόθηκε η διαβεβαίωση ότι το υπόλοιπο 50% θα ικανοποιηθεί την 1η Ιανουαρίου 2026. Όσον αφορά άλλες διεκδικήσεις τους, «θα τις συζητήσουμε με το Γενικό Λογιστήριο», ανέφερε ο Μ. Βορίδης, με την ταυτόχρονη υπενθύμιση πως «οι δημοσιονομικές δυνατότητες είναι συγκεκριμένες και περιορισμένες».
Παρεμβαίνοντας, δε, στη συζήτηση για τον χαρακτήρα του επαγγέλματος του αστυνομικού, παρατήρησε ότι «η έννοια του επικίνδυνου δεν είναι ταυτόσημη με την έννοια των βαρέων και ανθυγιεινών». Και, διαχωρίζοντας την αξιολογική συζήτηση από εκείνη των πρόσθετων επιδομάτων, σημείωσε: «Ειδικά από αυτήν την κυβέρνηση η αξία των Σωμάτων Ασφαλείας και των Ενόπλων Δυνάμεων έχει κατ' επανάληψιν αναγνωρισθεί. Έχουμε υπερασπισθεί τον ρόλο τους, όταν δέχονταν ανοίκειες επιθέσεις από διάφορες πλευρές».
Αποτελεσματική πολιτική προστασίας των συνόρων
Τέλος, σε ό,τι αφορά τη μετανάστευση, ο υπουργός παρατήρισε: «Είναι ένα καλό momentum στο να τελειώνουμε με όλους αυτούς που για πάρα πολλά χρόνια μάς έδειχναν με το δάκτυλο γιατί, υποτίθεται, δεν ακολουθούσαμε την προσήκουσα μεταναστευτική πολιτική, γιατί ήμασταν υπερβολικά αυστηροί και περιοριστικοί, γιατί έπρεπε να είμαστε πιο ανοιχτοί. Πάρα πολλές τέτοιες φωνές (υπήρχαν) στην Ευρώπη, μέσα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αλλά και σε κράτη-μέλη. Τώρα βλέπουν τα αδιέξοδα αυτής της πολιτικής. Η Γερμανία πρωτοστατούσε σε αυτό και αναδιπλώνεται με οριακό τρόπο. Υπάρχουν ζητήματα Συνθηκών Σένγκεν, της Συμφωνίας για το Άσυλο κ.ά.».
Υπενθύμισε «την τεράστια διαφορά της μεταναστευτικής πολιτικής που ασκούν ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του σε σχέση με τα παρελθόντα έτη, αλλά και την τεράστια σημασία αυτής της διαφοροποίησης σε σχέση με τις ασκούμενες ευρωπαϊκές πολιτικές. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν που έκανε μια μεγάλη μετακίνηση από το ανθρωπιστικό δίκαιο του ασύλου και των προσφύγων στην ανάγκη φύλαξης των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτός ο πρωθυπουργός, από όλους, ανέδειξε, πρωτίστως και κυρίως, και πολλές φορές εξαιρετικά μοναχικά, αυτόν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα. Την ανάγκη, δηλαδή, να έχουμε μια αποτελεσματική πολιτική προστασίας των συνόρων και να μην είναι η Ευρώπη ανοιχτή σε όποιον θέλει να μπει μέσα παρά μόνο κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, οι οποίες, μάλιστα, να είναι αυστηρές. Αυτή η πολιτική δικαιώνεται και διαμορφώνονται περαιτέρω ευκαιρίες π.χ. στο θέμα της χρηματοδότησης (σ.σ. του φράχτη στον Έβρο). Θυμίζω ότι πολιτική δύναμη στην Ελλάδα, ο ΣΥΡΙΖΑ, είχε ζητήσει τη διακοπή της χρηματοδότησης».
Τέλος, ο υπουργός Επικρατείας επεσήμανε ότι τώρα που η Γερμανία βλέπει θέμα «κατά μείζονα λόγο στα ζητήματα της εξωτερικής φύλαξης των ευρωπαϊκών συνόρων, από εκεί που ήταν από αδιάφορη ως απέναντι, τώρα θα έλθει να συνταχθεί με όλους εμάς».