Στο κοινό πιστοποιητικό εμβολιασμού στην ΕΕ, στη συλλογική διαχείριση της υγειονομικής κρίσης, στην αξιολόγηση των ευρω-τουρκικών σχέσεων,στη Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης καθώς και στο Ταμείο Ανάκαμψης αναφέρεται σε άρθρο του στην εφημερίδα «Το Παρόν», ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, κ. Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης.
Επισημαίνει πως η αρχή έγινε πέρυσι, όταν η Ευρώπη όχι μόνο θωράκισε τις ευρωπαϊκές οικονομίες απέναντι στην πανδημία με καινοτόμα εργαλεία πρωτόγνωρου ύψους, όπως το Ταμείο Ανάκαμψης, αλλά ανέλαβε και τη συλλογική διαχείριση της υγειονομικής κρίσης, παρόλο που δεν ήταν η ίδια αρμόδια για θέματα δημόσιας υγείας.
«Έστω και με κάποια καθυστέρηση, ωστόσο, αποφάσισε να δράσει κεντρικά και ενιαία, σημειώνοντας ιστορικά βήματα ενοποίησης. Έτσι, 27 κράτη-μέλη εναρμόνισαν πρωτοφανώς τις πολιτικές τους στο εμπόριο, τις μεταφορές και τη διακίνηση υγειονομικού υλικού. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαπραγματεύτηκε στο όνομα όλων των μελών της για την προμήθεια των εμβολίων με διαφορετικές εταιρίες και, αφού επιτάχυνε την παγκόσμια έρευνα με τη γενναία χρηματοδότησή της, διέθεσε τα εμβόλια αναλογικά σε όλα τα κράτη-μέλη.
Στη συνέχεια, οργάνωσε ένα τιτάνιο σχέδιο παράλληλου ευρωπαϊκού εμβολιασμού και, ως λογικό επακόλουθό του, ήδη δρομολογεί τη θέσπιση του πανευρωπαϊκού πιστοποιητικού εμβολιασμού. Ενός πιστοποιητικού, που πρώτος είχε προτείνει ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και βαθμιαία υιοθέτησαν και τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη» αναφέρει.
Στην απόφαση για κοινό πιστοποιητικό εμβολιασμού, ο κ. Βαρβιτσιώτης τονίζει ότι αποτελεί μια πραγματικά ιστορική στιγμή για την Ένωση: «Κατ’ αρχάς, γιατί- χωρίς να δημιουργεί διακρίσεις- διευκολύνει όλους τους Ευρωπαίους να μετακινηθούν ελεύθερα, διασφαλίζοντας παράλληλα τη δημόσια υγεία. Αλλά και γιατί η Ευρώπη των 500 εκατομμυρίων ανθρώπων καταφέρνει και πάλι να συντονιστεί και να επιλύσει ενιαία ένα μείζον κοινό πρόβλημα. Αποφεύγει τους διχαστικούς ανταγωνισμούς και διαφυλάσσει τη συνοχή της χωρίς κατακερματισμούς, που θα σηματοδοτούσαν μια μεγάλη οπισθοδρόμηση για την ίδια μετά από όλη αυτή την υπερπροσπάθεια των τελευταίων μηνών. Το πιστοποιητικό εμβολιασμού γίνεται, έτσι, το πρώτο βήμα για να ανοίξει ο τουρισμός και η οικονομία μας. Για να κερδίσουμε, τελικά, πίσω την ελευθερία μας».
Για την Τουρκία
Προς την ίδια κατεύθυνση αναμόρφωσης, που έχει ξεκινήσει στην Ένωση, σημειώνει, ο αναπληρωτής υπουργός, κινείται και η ολόπλευρη αξιολόγηση των ευρω-τουρκικών σχέσεων, που επίκειται στη Σύνοδο Κορυφής του Μαρτίου. Σε αυτό το πλαίσιο, ο κ. Βαρβιτσιώτης προσθέτει πως είναι πλέον σαφές ότι η σχέση της με την Τουρκία δεν μπορεί να συνεχίσει απαράλλαχτη, μετά από όσα μεσολάβησαν τους τελευταίους μήνες. «Η προκλητικότητα της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο, η ακραία ρητορική της εναντίον ηγέτιδων ευρωπαϊκών δυνάμεων, οι συνεχείς παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο εσωτερικό της και η εμπλοκή της σε όλα σχεδόν τα ενεργά πολεμικά μέτωπα της ευρύτερης περιοχής σε καμία περίπτωση δεν εγγυώνται ένα μέλλον ασφάλειας και συνεργασίας με την Ευρώπη» αναφέρει.
Ο ίδιος εξαίρει τη σημασία η Ευρωπαϊκή Ένωση να υιοθετήσει μια νέα στρατηγική απέναντι στην Τουρκία, τέτοια που να διασφαλίζει την αξιοπιστία της και να ενισχύει τη γεωπολιτική της ισχύ. Πιο συγκεκριμένα, διαμηνύει πως η Ένωση πρέπει να καταστήσει σαφές στην Τουρκία ότι λειτουργεί βάσει κανόνων δικαίου και ότι, εάν συνεχίσει να προκαλεί εντάσεις, τότε θα της επιβληθούν κυρώσεις. «Κυρώσεις που, αν και δεν είναι αυτοσκοπός, παραμένουν στο τραπέζι. Όχι ως πυροτέχνημα εσωτερικής κατανάλωσης, αλλά ως σοβαρή και αξιόπιστη απειλή για την αποτροπή της τουρκικής παραβατικότητας. Αυτό είναι το μήνυμα που η Ένωση έχει στείλει σε όλα τα τελευταία Ευρωπαϊκά Συμβούλια και αυτό ζητάμε να επιβεβαιωθεί ξανά σε κάθε επίπεδο. Ήδη οι περισσότεροι ομόλογοί μου έχουν εκφράσει την υποστήριξή τους στην Ελλάδα στις διμερείς επαφές μας αλλά και στο πλαίσιο του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων».
Σύμφωνα με τον κ. Βαρβιτσιώτη, τελικά, αδιαμφισβήτητο επιστέγασμα όλης αυτής της αναμόρφωσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα είναι η Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης, που ξεκινά τον Μάιο με στόχο να επανακαθορίσει τις προτεραιότητές της συνολικά. «Αυτός ο πανευρωπαϊκός διάλογος μεταξύ των αξιωματούχων της Ένωσης αλλά κυρίως της Ένωσης με τους πολίτες της συμπυκνώνει τη βαθύτερη δημοκρατική της κληρονομιά και αποτελεί μια μοναδική ευκαιρία για ένα νέο ξεκίνημα. Εκεί η Ευρώπη μπορεί να αναγνωρίσει τις αδυναμίες της και να ανανεώσει τις φιλοδοξίες της με ορμή, με ρεαλισμό, με γνώμονα το κοινό συμφέρον» επεξηγεί και προτάσσει πως είναι η ευκαιρία της να γίνει πιο ισχυρή, πιο ανοιχτή, πιο φιλόδοξη.
Σε αυτό τον διάλογο, ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών υπογραμμίζει πως η Ελλάδα δηλώνει δυναμικό παρών και συμμετέχει ενεργά. Όχι μόνο γιατί μπορεί να το κάνει με τη θεσμική ωριμότητα και εμπειρία των 40 χρόνων αδιάλειπτης συμμετοχής της στον σκληρό πυρήνα της Ένωσης, αναφέρει, αλλά και γιατί βλέπει στην Ευρώπη το σπίτι της και αυτό το σπίτι το θέλει ασφαλές, στέρεο και επιβλητικό στην παγκόσμια σκηνή.