Ο Ντον Κάρλο, η σημαντικότερη μεγαλόπρεπης όπερα του Βέρντι, παρουσιάζεται –στην ιταλική πεντάπρακτη εκδοχή (Μόντενα)– για πρώτη φορά στην Ελλάδα, σε μια εντυπωσιακή παραγωγή που υπογράφει ο Σερ Νίκολας Χάιτνερ, από τις 8 Δεκεμβρίου 2019 στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος της ΕΛΣ στο ΚΠΙΣΝ. Πρωτοπαρουσιάστηκε στο Κόβεντ Γκάρντεν το 2008, αποτελεί μια συμπαραγωγή της Βασιλικής Όπερας του Λονδίνου, της Μετροπόλιταν Όπερας της Νέας Υόρκης και της Εθνικής Όπερας της Νορβηγίας (Όσλο) και υλοποιείται με τη στήριξη της δωρεάς του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ) για την ενίσχυση της καλλιτεχνικής εξωστρέφειας της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Για τον Ντον Κάρλο, τον οποίο διευθύνει ο διακεκριμένος αρχιμουσικός Φιλίπ Ωγκέν, η ΕΛΣ έχει εξασφαλίσει μια διανομή κορυφαίων πρωταγωνιστών διεθνούς επιπέδου.

 

Βασισμένος στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Φρήντριχ Σίλλερ, ο Ντον Κάρλο είναι μια όπερα γεμάτη εντυπωσιακές άριες, ντουέτα και επιβλητικά σύνολα, ταυτόχρονα όμως είναι ένα έργο με βαθιά ανθρώπινους χαρακτήρες, οι οποίοι αγωνίζονται να ισορροπήσουν ανάμεσα στα συναισθήματά τους και στο καθήκον. Η πολυεπίπεδη πολιτική διάσταση, με τη σύγκρουση ανάμεσα στην κοσμική εξουσία και την εκκλησία, ανάμεσα στον φιλελευθερισμό και την απολυταρχία, ενδιέφερε ιδιαίτερα τον Βέρντι.

Η υπόθεση της όπερας δεν έχει μεγάλη σχέση με ιστορικά γεγονότα, αλλά αντιθέτως μπλέκει πραγματικά με φανταστικά πρόσωπα και εκτυλίσσεται παράλληλα σε δύο επίπεδα. Το πρώτο αφορά τα συναισθήματα του Ντον Κάρλο, διαδόχου του θρόνου της Ισπανίας, για την Ελισάβετ των Βαλουά, η οποία, ενώ αρχικά προοριζόταν για εκείνον, τελικά για πολιτικούς λόγους παντρεύτηκε τον πατέρα του Φίλιππο Β΄. Το δεύτερο είναι πολιτικό και αφορά τον αυταρχικό τρόπο με τον οποίο διοικούσαν οι Ισπανοί τη Φλάνδρα.

 

Από την πρώτη παρουσίαση του έργου, το 1867 στο Παρίσι, έως την τελική πεντάπρακτη ιταλική εκδοχή της Μόντενας το 1886, μεσολάβησαν πολλές αλλαγές στη σύνθεση, αλλά και στο λιμπρέτο του Ντον Κάρλο. Η πεντάπρακτη ιταλική εκδοχή που παρουσιάζει η ΕΛΣ για πρώτη φορά στην Ελλάδα θεωρείται αυτή που έχει αποτυπώσει τις τελευταίες σκέψεις του συνθέτη για το έργο αυτό, το οποίο τον απασχόλησε επί δύο δεκαετίες. Από τις πρώτες επιφυλάξεις της Όπερας των Παρισίων σχετικά με τη μεγάλη διάρκεια, τις αντικρουόμενες απόψεις σημαντικών συνθετών της εποχής (ο νεαρός Μπιζέ το σχολίασε ως «πολύ κακό έργο», ενώ ο Ροσσίνι σημείωνε ότι «ο Βέρντι είναι ο μόνος συνθέτης που έχει την ικανότητα να γράψει μια μεγαλόπρεπη όπερα»), έως τη σημερινή αναγνώριση του έργου, ο Ντον Κάρλο πέρασε τόσο από περιόδους λήθης όσο και από μεγάλη καταξίωση και δόξα.

 

Από το 1950 και μετά η αξία του έργου επανεκτιμήθηκε και σήμερα ο Ντον Κάρλο θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα του Βέρντι, όχι μόνο για την ωριμότητα του ύφους της μουσικής του, αλλά και επειδή αναδεικνύει τα πολλαπλά πρόσωπα των χαρακτήρων μέσα από μια μοναδική μουσική σκιαγράφηση. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Ντον Κάρλο θεωρείται σήμερα το πιο επιτυχημένο παράδειγμα του είδους της γαλλικής μεγαλόπρεπης όπερας (grand opéra), καθώς ο συνδυασμός του πλήθους των σολιστικών ρόλων, των εντυπωσιακών χορωδιακών, της επιβλητικής ορχηστρικής γραφής και των μεγαλειωδών σκηνικών είναι έως σήμερα αξεπέραστος. Δεν υπάρχει άλλη όπερα του Βέρντι στην οποία ο συνθέτης μέσα από τις εξαιρετικά εκφραστικές άριες και τα ντουέτα να ξεπερνάει τις φόρμες που είχε υπηρετήσει στα προηγούμενα έργα του και να διερευνά περαιτέρω τις δυνατότητες της μουσικής του δραματουργίας.

 

Ο πολυβραβευμένος σκηνοθέτης του θεάτρου, του κινηματογράφου και της όπερας Σερ Νίκολας Χάιτνερ δημιούργησε μια εντυπωσιακή παραγωγή όπου οι αιχμηρές αντιπαραθέσεις του στιλιζαρισμένου νατουραλισμού του σκηνικού με τα κοστούμια της εποχής του Βελάσκεθ φωτίζουν τα παιχνίδια εξουσίας μεταξύ πολιτικής και θρησκείας. Στις σκηνές πλήθους ο σκηνοθέτης εντυπωσιάζει με την κίνηση της χορωδίας, ενώ στις ιδιωτικές στιγμές αφήνει σκόπιμα σε απόσταση τους πρωταγωνιστές για να τονίσει τον τεράστιο αντίκτυπο των εσωτερικών αποστάσεων. Η παραγωγή πρωτοπαρουσιάστηκε το 2008 στο Λονδίνο και στη συνέχεια σε Όσλο και Νέα Υόρκη κάνοντας πολλούς επιτυχημένους κύκλους αναβιώσεων. Στην κριτική τους οι New York Times έγραψαν, μεταξύ άλλων: «Η σκηνοθεσία του Νίκολας Χάιτνερ ρέει με εντυπωσιακό τρόπο και ντύνει τους τραγουδιστές με επιβλητικά κοστούμια εποχής σε ένα φόντο από λιτά, σύγχρονα σκηνικά και εντυπωσιακές εικόνες». Ο βρετανικός Guardian έγραψε για την παραγωγή: «Η ανεπίλυτη πάλη ανάμεσα στην εκκλησία και στο κράτος στην Ισπανία της εποχής του Φιλίππου Β΄, η οποία αποδίδεται μέσα από τις κρίσιμες αντιπαραθέσεις του βασιλιά πρώτα με τον Ροντρίγκο, μαρκήσιο της Πόζας, και στη συνέχεια με τον Μέγα Ιεροεξεταστή, αποτελούν την κινητήρια δύναμη της ευφυούς, διόλου επιδεικτικής παραγωγής του Νίκολας Χάιτνερ».

Ο Χάιτνερ, o οποίος έχει κερδίσει για τις παραστάσεις και τις ταινίες του πολυάριθμα βραβεία Τόνυ, Λώρενς Ολίβιε και BAFTA, αναγνωρίζεται ως ο σκηνοθέτης που έδωσε νέα πνοή στη βρετανική θεατρική σκηνή. Ως Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου της Αγγλίας κατάφερε να προσεγγίσει νέες ομάδες κοινού μέσα από μια μεγάλη ποικιλία καινοτόμων παραστάσεων, παραγγελιών νέων έργων, αλλά και με μια πρωτοποριακή πολιτική μείωσης των τιμών των εισιτηρίων. Στην όπερα έχει σκηνοθετήσει με επιτυχία παραγωγές στην Εθνική Όπερα της Αγγλίας, τη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου, τη Μετροπόλιταν της Νέας Υόρκης, τη Βαυαρική Όπερα του Μονάχου, τις Όπερες της Γενεύης, της Βαλένθιας, του Στρασβούργου, του Σαν Φρανσίσκο, του Όσλο, ενώ έχει συνεργαστεί και με το Φεστιβάλ του Γκλάιντμπορν.

Tα εντυπωσιακά σκηνικά και κοστούμια έχει σχεδιάσει ο Μπομπ Κρώλεϋ, ένας από τους πιο επιτυχημένους Βρετανούς σκηνογράφους, ο οποίος έχει κερδίσει, μεταξύ άλλων, επτά βραβεία Τόνυ και δύο Ολίβιε, έχει υπογράψει πάνω από είκοσι παραγωγές για το Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας, έχει εργαστεί για τη Royal Shakespeare Company, αλλά και για διάσημες παραγωγές μιούζικαλ στο Μπρόντγουεϊ και το West End. Στην όπερα έχει υπογράψει σπουδαίες διαχρονικές παραγωγές σε Λονδίνο, Μόναχο, Βαρκελώνη, Νέα Υόρκη, Παρίσι, Ντάλλας κ.α., ενώ η Τραβιάτα που υπέγραψε το 1996 για τη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου σε σκηνοθεσία Ρίτσαρντ Ερ (Richard Eyre) επαναλαμβάνεται σχεδόν κάθε χρόνο έως και σήμερα στο Κόβεντ Γκάρντεν.

Οι εντυπωσιακοί φωτισμοί του Μαρκ Χέντερσον τονίζουν τη σκοτεινή ατμόσφαιρα του εγκλεισμού, ενώ τα έντονα χρώματα υπογραμμίζουν τις συναισθηματικές κορυφώσεις. Μέσα από δραματικά black out και δέσμες ψυχρού φωτός, υπογραμμίζεται η αίσθηση της απομόνωσης του Ντον Κάρλο.

 

Την παραγωγή θα διευθύνει ο διακεκριμένος αρχιμουσικός Φιλίπ Ωγκέν, έως πρότινος μουσικός διευθυντής της Κρατικής Όπερας της Ουάσινγκτον, ο οποίος κατά τη σεζόν 2019/20 θα είναι «φιλοξενούμενος καλλιτέχνης» της ΕΛΣ. Σπούδασε στη Βιέννη και τη Φλωρεντία και έχει διευθύνει σε μερικές από τις σημαντικότερες όπερες, όπως σε Βιέννη, Μιλάνο, Νέα Υόρκη, Λονδίνο, αλλά και στο Φεστιβάλ του Ζάλτσμπουργκ.

 

Για τους πρωταγωνιστικούς ρόλους του Ντον Κάρλο, η Εθνική Λυρική Σκηνή έχει εξασφαλίσει μια σπουδαία διανομή με κορυφαίους ερμηνευτές με διεθνή ακτινοβολία.

Στον ρόλο του τίτλου, λίγους μήνες μετά το επιτυχημένο ντεμπούτο του στο Τεάτρο Ρεάλ της Μαδρίτης, το ελληνικό κοινό θα έχει την ευκαιρία να απολαύσει την ερμηνεία του Αργεντινού τενόρου Μαρσέλο Πουέντε. Ο Πουέντε έχει ήδη διαγράψει μια εντυπωσιακή διαδρομή σε σημαντικά λυρικά θέατρα ερμηνεύοντας σημαντικούς ρόλους. Το διεθνές κοινό τον γνώρισε όταν ερμήνευσε με τεράστια επιτυχία τον ρόλο του Πίνκερτον στη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου το 2016/17 δίπλα στην Ερμονέλα Γιάχο και υπό την μπαγκέτα του Αντόνιο Παππάνο. Εκτός από το Λονδίνο, έχει εμφανιστεί στην Εθνική Όπερα των Παρισίων, στη Γερμανική Όπερα του Βερολίνου, στη Σκάλα του Μιλάνου, στις όπερες του Αμβούργου, των Βρυξελλών, του Τορόντο, της Πράγας, της Ζυρίχης κ.α.

 

Τον ρόλο του Φιλίππου Β΄ θα ερμηνεύσει ο Αλεξάντερ Βινογκράντοφ, ένας από τους σημαντικότερους βαθύφωνους της εποχής μας, ο οποίος έκανε το εντυπωσιακό ντεμπούτο του στην ηλικία των 21 ετών στο Μπολσόι, ερμηνεύοντας τον ρόλο του Οροβέζο στη Νόρμα. Έχει δουλέψει με τους σημαντικότερους αρχιμουσικούς, όπως, μεταξύ άλλων, με τους Γκουστάβο Ντουνταμέλ, Ντάνιελ Μπάρενμποϊμ, Λόριν Μααζέλ, Ζούμπιν Μέτα, Βαλέρι Γκέργκιεφ, Αντόνιο Παππάνο, Γιαννίκ Νεζέτ-Σεγκίν, Φιλίπ Ζορντάν κ.ά. Έχει εμφανιστεί στα σημαντικότερα λυρικά θέατρα, όπως Σκάλα Μιλάνου, Βασιλική Όπερα Λονδίνου, Εθνική Όπερα Παρισίων, Τεάτρο Ρεάλ Μαδρίτης, Μετροπόλιταν Όπερα Νέας Υόρκης, Γερμανική Όπερα Βερολίνου, Κρατική Όπερα Αμβούργου, Όπερα Λυών, Ουάσινγκτον, Τόκυο, Μπουένος Άιρες κ.α.

 

Τον ρόλο του Ροντρίγκο θα ερμηνεύσουν δύο κορυφαίοι Έλληνες βαρύτονοι. Στην πρώτη διανομή ο Τάσης Χριστογιαννόπουλος, o οποίος διαπρέπει διεθνώς και έχει ερμηνεύσει με επιτυχία τον ρόλο σε Φρανκφούρτη, Στρασβούργο, Ντύσσελντορφ και Μπορντώ, ενώ στη δεύτερη ο επίσης διεθνής Δημήτρης Πλατανιάς, ο οποίος πρωτοτραγούδησε τον ρόλο στη Λισαβόνα.

 

Τον ρόλο της Ελισάβετ των Βαλουά θα ερμηνεύσουν δυο υψίφωνοι με διακρίσεις σε σημαντικούς διεθνείς διαγωνισμούς τραγουδιού και εμφανίσεις σε μεγάλα θέατρα. Στην πρώτη διανομή η Μπάρμπαρα Φρίττολι, μια από τις κορυφαίες Ιταλίδες σοπράνο, η οποία έχει εμφανιστεί περισσότερες από 80 φορές στη Μετροπόλιταν Όπερα, έχει ηχογραφήσει με τον Ζούμπιν Μέτα την Τουραντότ στην Απαγορευμένη Πόλη του Πεκίνου, έχει συνεργαστεί με τον Κλάουντιο Αμπάντο, τον Ρικκάντο Μούτι, τον Ζωρζ Πρετρ, τον Ντανιέλε Γκάττι, και έχει εμφανιστεί επανειλημμένα στο Φεστιβάλ του Ζάλτσμπουργκ, στην Κρατική Όπερα της Βιέννης, τη Σκάλα του Μιλάνου, την Εθνική Όπερα των Παρισίων, τη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου, την Όπερα της Ζυρίχης, τη Βαυαρική Όπερα του Μονάχου, το Λισέου της Βαρκελώνης κ.α. Έχει ερμηνεύσει τον ρόλο στο Φλωρεντινό Μάη, στη Μετροπόλιταν (στην παραγωγή του Χάιτνερ), στο Τορίνο, στο Παρίσι και στο Βερολίνο.

Στη δεύτερη διανομή η διακεκριμένη Ρουμάνα υψίφωνος της ΕΛΣ Τσέλια Κοστέα, η οποία έκανε το ντεμπούτο της στον ρόλο το 2012 στη Μόντενα και τον έχει ερμηνεύσει επίσης στα ιταλικά λυρικά θέατρα της Πιατσέντζας και του Λέτσε.

 

Η Εκατερίνα Γκουμπάνοβα, μια από τις σπουδαιότερες μέτζο σοπράνο της γενιάς της, ερμηνεύει στην πρώτη διανομή τον ρόλο της Πριγκίπισσας του Έμπολι, τον οποίο πρωτοτραγούδησε το 2017 με ιδιαίτερη επιτυχία στην Εθνική Όπερα των Παρισίων. Έγινε διεθνώς περιζήτητη από την ερμηνεία της στον ρόλο της Μπρανγκαίνε στον Τριστάνο και Ιζόλδη στην Εθνική Όπερα των Παρισίων και επανέλαβε με επιτυχία τον ρόλο αυτό σε μεγάλα θέατρα παγκοσμίως, όπως Μπάντεν-Μπάντεν, Ρόττερνταμ, Παρίσι, Βερολίνο, Νέα Υόρκη, Μπουένος Άιρες, Τόκυο και Αγία Πετρούπολη, με κορυφαίους αρχιμουσικούς, όπως τους Μπάρενμποιμ, Γκέργκιεφ, Σάλονεν, Μέτα. Έχει εμφανιστεί στις μεγαλύτερες όπερες του κόσμου (Λονδίνο, Μιλάνο, Μόναχο, Βιέννη, Μαδρίτη κ.α.) ενώ έχει ηχογραφήσει την τετραλογία του Βάγκνερ με τον Βαλέρι Γκέργκιεφ για το Μαριίνσκι.

Στη δεύτερη διανομή, τον ρόλο θα ερμηνεύσει η διακεκριμένη μέτζο σοπράνο Έλενα Ζίντκοβα, η οποία έχει βραβευτεί με τη «Χρυσή Μάσκα», τιμητική διάκριση για τους εξέχοντες Ρώσους καλλιτέχνες, για την ερμηνεία της ως Ιουδήθ στον Πύργο του Κυανοπώγωνα. Έχει ερμηνεύσει Έμπολι στο Αμβούργο, τη Βιέννη, το Βερολίνο, το Στρασβούργο, έχει εμφανιστεί στο Φεστιβάλ του Μπάυρωυτ και έχει διαπρέψει σε όπερες των Μπάρτοκ, Μπεργκ, Μπερλιόζ, Μπιζέ, Γιάνατσεκ, Μασνέ, Μότσαρτ, Ροσσίνι, Στράους, Βέρντι, Βάγκνερ, σε Σκάλα Μιλάνου, Όπερα του Άμστερνταμ, Μόναχο, Φρανκφούρτη, Τόκυο, Μαδρίτη, Δρέσδη, Μπολσόι, Λυών, Γενεύη, Βιέννη, Κοπεγχάγη, Φλωρεντία, Πεκίνο, Πράγα κ.α.

Μαζί τους οι Ράφαλ Σίβεκ, Δημήτρης Κασιούμης, Γιάννης Κάβουρας, Μιράντα Μακρυνιώτη, Νίκη Χαζιράκη.