Ο Κυριάκος Πιερρακάκης μίλησε στη Βουλή, στη συζήτηση για τον Προϋπολογισμό.

«Ο προϋπολογισμός που καταθέτουμε σήμερα ορίζει το μέλλον. Δεν είναι προϋπολογισμός αποκατάστασης ούτε που συντάχθηκε υπό το φόβο μίας κρίσης».

«Το ερώτημα δεν είναι αν η χώρα αντέχει, αλλά τι είδους ανάπτυξη θα γεννήσει», τόνισε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και συνέχισε: «Επιτρέψτε μας να προσεγγίσουμε το 2026 ως σημείο εκκίνησης. Σήμερα το Grexit μοιάζει να ανήκει σε μια μακρινή εποχή, όχι επειδή ξεχάσαμε αλλά επειδή αλλάξαμε». 

«Η σοβαρότητα κάθε κυβέρνησης κρίνεται στο πώς μετατρέπει τις επιλογές της σε ανάπτυξη», είπε ο κ. Πιερρακάκης. «Η οικονομία μετατρέπει τα ατομικά όραμα σε εθνικά οράματα και αυτά σε πραγματικότητες», υπογράμμισε.

Έπειτα, ανέφερε τους ρυθμούς ανάπτυξης, 2,2% το 2025 και 2,4% το 2026, με τον κ. Πιερρακάκη να τονίζει ότι «η Ευρωζώνη κινείται χαμηλότερα». «Η Ελλάδα», είπε, «είναι πλέον χώρα παραγωγής και όχι κατανάλωσης».

Επιπλέον, εκτίμησε ότι οι εξαγωγές θα γίνονται το 2026 σε ποσοστό 4,5%, ενώ «οι εισαγωγές θα επιβραδυνθούν σημαντικά». 

Σε σχέση με την αγροτική πολιτική, είπε ότι «οι αγρότες αξίζουν το σεβασμό μας, ακόμα κι αν δεν συμφωνούμε σε όλα τα αιτήματα. Ξέρουμε ότι πίσω από κάθε διεκδίκηση υπάρχει μόχθος».

«Οι αριθμοί δείχνουν ότι η κατεύθυνση στην οποία κινούμαστε είναι σωστή. Ωστόσο, δεν αρκούν. Πίσω από αυτούς υπάρχουν άνθρωποι που πιέζονται. Ξέρουμε ότι το εισόδημα για ανθρώπους δεν φτάνει ως το τέλος του μήνα. Με τον προϋπολογισμό 2026 επιχειρήσαμε ένα δείκτη προστασία για την οικογένεια, τους φορολογούμενους και τους συνταξιούχους. Οι τελευταίοι ωφελήθηκαν με την αύξηση των 250 ευρώ τον Δεκέμβριο». 

«Από τον Ιανουάριο του 2026, οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα θα δουν αύξηση στους μισθούς τους», είπε επιπλέον ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.

Μίλησε, επιπλέον, για τις φοροελαφρύνσεις, αλλά και για τη μείωση του ΕΝΦΙΑ. Επεσήμανε τα μέτρα για τους ελεύθερους επαγγελματίες

Από την 1η Απριλίου του 2026, προανήγγειλε, αυξάνεται ο κατώτατος μισθός και «λόγω της αύξησής του αυξάνονται όλοι οι μισθοί του ιδιωτικού τομέα. Πρόκειται για μια αύξηση της τάξης του 46%», σχολίασε. 

«Σε συνδυασμό με την επιστροφή του ενός ενοικίου, αυτές οι πράξεις έρχονται να απαντήσουν στο στεγαστικό πρόβλημα. Σε λίγο θα ακούσετε από τον Κυριάκο Μητσοτάκη ένα νέο πακέτο μέτρων. Οι παρεμβάσεις αποτελούν τη μεγαλύτερη ενίσχυση των τελευταίων δεκαετιών σε φυσικά πρόσωπα. Προτιμάμε τα χρήματα να πάνε απευθείας στους πωλήτες παρά να διαμεσολαβηθούν», είπε χαρακτηριστικά. 

«Η χώρα πετυχαίνει την ταχύτερη αποπληρωμή του δημόσιου χρέους στην Ευρωπαϊκή Ένωση», υπογράμμισε επίσης ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.

Ο κ. Πιερρακάκης τόνισε, επίσης, ότι «είναι κι αυτό ισχυροποίηση της κοινωνίας, όσο κι αν κάποιοι προσπαθούν τεχνητά να τα διαχωρίσουν». «Με την πλήρη αποπληρωμή του χρέους του πρώτου μνημονίου το 2030, η Ελλάδα θα απαλλαγεί από 800.000.000 ευρώ ετησίως σε τόκους από το 2031 έως το 2040», εξήγησε.

Με αυτό, προσέγγισε τη συγκεκριμένη εξέλιξη, μιλώντας για «ευημερία και κοινωνική συνοχή, ανάπτυξη και άνοιγμα σε θέσεις εργασίας».

Επανέλαβε, δε, ότι «ευθύνη μας είναι να μην περάσουμε το χρέος στην επόμενη γενιά», κάτι που είχε πει στην προκαταρκτική συζήτηση της Παρασκευής 12 Δεκεμβρίου. 

«Η συστηματική μείωση του δημόσιου χρέους αποτελεί βασικό λόγο για τον οποίο η ελληνική οικονομία αναβαθμίζεται διαρκώς. Οι αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας μειώνουν το κόστος δανεισμού όχι μόνο για το Δημόσιο, αλλά και για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Αυτό μεταφράζεται σε φθηνότερη χρηματοδότηση, περισσότερες επενδύσεις, νέες θέσεις εργασίας , καλύτερους μισθούς και απτό όφελος για την πραγματική οικονομία» υπογράμμισε ο κ. Πιερρακάκης για να προσθέσει:

«Αυτό ακριβώς εννοούμε όταν λέμε ότι η ισχυροποίηση των δημοσίων οικονομικών σήμερα αποτελεί την αφετηρία για την ευημερία και την κοινωνική συνοχή του αύριο. Είναι ταυτόχρονα εγγύηση ότι η επόμενη γενιά δεν θα εγκλωβιστεί ξανά σε φαύλους κύκλους που οδήγησαν στην κρίση του πρόσφατου παρελθόντος».

«Η αξιοπιστία και η εμπιστοσύνη της χώρας αναγνωρίζονται ήδη στην πράξη. Τους τελευταίους μήνες καταγράφεται ένα συνεχές κύμα επενδυτικών εξελίξεων, εξαγορών και στρατηγικών κινήσεων. Η ένταξη του Χρηματιστηρίου Αθηνών στο δίκτυο της Euronext αποτυπώνει με σαφήνεια τη στρατηγική αναβάθμιση της Ελλάδας. Πρόκειται για μια εξέλιξη που ενισχύει τη ρευστότητα, ανοίγει νέες πηγές κεφαλαίων και εντάσσει τη χώρα στον πυρήνα της ευρωπαϊκής χρηματοοικονομικής αρχιτεκτονικής» τόνισε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.

«Η ενίσχυση των συνεργασιών και των συγχωνεύσεων μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για τη δημιουργία ισχυρών ελληνικών επιχειρηματικών σχημάτων , “εθνικών πρωταθλητών” ,με δυνατότητα να σταθούν ισότιμα απέναντι στις μεγάλες επιχειρήσεις της Ευρώπης και του κόσμου. Επιχειρήσεων με πρόσβαση σε κεφάλαια, με ικανότητα συστηματικών επενδύσεων και με τη δυναμική να μετατρέπουν την ανάπτυξη σε αυξημένη ευημερία για τους εργαζομένους και την οικονομία συνολικά. Αυτός είναι ο δρόμος προς μια οικονομία μεγαλύτερης κλίμακας, υψηλότερης παραγωγικότητας και βιώσιμης σύγκλισης με την Ευρώπη.

Ταυτόχρονα, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε τον καθοριστικό ρόλο των μικρών επιχειρήσεων. Είναι οι αφανείς ήρωες της ελληνικής οικονομίας. Άντεξαν στην κρίση, στήριξαν τις τοπικές κοινωνίες και διέσωσαν την παραγωγική ταυτότητα της χώρας μέσα από δεσμούς εμπιστοσύνης που καλλιεργούν διαχρονικά. Στόχος μας είναι να δημιουργήσουμε συνθήκες και κίνητρα ώστε ο δρόμος προς τις συνεργασίες και τις οικονομίες κλίμακας να είναι ελκυστικός και βιώσιμος , χωρίς να ακυρώνεται η επιλογή της αυτονομίας και της ευελιξίας για τις μικρές και ατομικές επιχειρήσεις.

Με αυτόν τον σχεδιασμό, μπορεί να δρομολογηθεί ένας ουσιαστικός και δομικός παραγωγικός μετασχηματισμός της ελληνικής οικονομίας μέσα στα επόμενα χρόνια, με αφετηρία το 2026» είπε ο κ. Πιερρακάκης.

Για το Ταμείο Ανάκαμψης ανέφερε: «Η αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης επιδρά ήδη καθοριστικά προς αυτήν την κατεύθυνση. Γι’ αυτό και η ολοκλήρωση του Ταμείου δεν ισοδυναμεί με το τέλος της ανάπτυξης στη χώρα. Αντίθετα, βρισκόμαστε σε μια μετάβαση: από μια έκτακτη φάση επιτάχυνσης, που αντιπροσώπευσαν οι πόροι του Ταμείου, σε μια πιο ώριμη, πιο σταθερή και πιο βιώσιμη αναπτυξιακή πορεία.

Το 2026 θα επενδυθούν 7,2 δισεκατομμύρια ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης, με εκταμιεύσεις που θα υπερβούν τα 4 δισεκατομμύρια ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των δανείων. Από το 2027 και μετά, οι πόροι του Ταμείου σταδιακά μειώνονται, αλλά αυξάνονται οι ιδιωτικές επενδύσεις, ενισχύεται το Εθνικό Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και επιταχύνεται η απορρόφηση του ΕΣΠΑ 2021–2027.

Το αποτέλεσμα αυτής της μετάβασης είναι απολύτως μετρήσιμο. Οι επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξάνονται από 11% το 2019 στο 17,7% το 2026 και στο 18,1% το 2027. Το 2026, οι συνολικές επενδύσεις θα φτάσουν τα 46 δισεκατομμύρια ευρώ — 18 δισ. δημόσιες και 28 δισ. ιδιωτικές. Το 2029 θα ανέλθουν στα 51,7 δισεκατομμύρια ευρώ, με καθαρή υπεροχή των ιδιωτικών επενδύσεων.

Με άλλα λόγια, οι επενδύσεις θα παραμείνουν υψηλές έως το 2030 και θα συνεχίσουν να αυξάνονται, συμβάλλοντας στην υπεραναπλήρωση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και στη διατήρηση μιας σταθερής αναπτυξιακής δυναμικής για την ελληνική οικονομία.

Σε αυτή τη δυναμική αναπτυξιακή πορεία προστίθενται και κρίσιμες διαρθρωτικές παρεμβάσεις: η επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης, οι μεταρρυθμίσεις στη χωροταξία, η ψηφιοποίηση του κράτους και η νέα ενεργειακή πολιτική, που περιλαμβάνει τα σχέδια και τις συμφωνίες για την έρευνα και την εξόρυξη υδρογονανθράκων. Όλες αυτές οι παρεμβάσεις λειτουργούν ως καταλύτες ανάπτυξης και οφείλουμε να τις διαχειριστούμε με ταχύτητα, σχέδιο και αποτελεσματικότητα».