Την εμβάθυνση της συνεργασίας της χώρας μας με τις ΗΠΑ στον τομέα της ενέργειας υπογράμμισε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στην ομιλία του στο πλαίσιο της 6ης Υπουργικής Συνάντησης της Διατλαντικής Συνεργασίας για την Ενέργεια (P-TEC), η οποία πραγματοποιείται στο Ζάππειο Μέγαρο, καθώς χθες προηγήθηκε η συμφωνία ανάμεσα σε ExxonMobil, HELLENiQ Energy και Energean για την έναρξη ερευνητικών γεωτρήσεων στο Μπλοκ 2, στο Βορειοδυτικό Ιόνιο.

Έστειλε δε το μήνυμα ότι η Ελλάδα είναι πάροχος ενέργειας και ενεργειακής ασφάλειας στην Ευρώπη και σημείωσε πως πρέπει να γίνει γρήγορα η διακοπή του ρωσικού φυσικού αερίου, σημειώνοντας χαρακτηριστικά ότι «δεν μπορεί να μπαίνει από την πίσω πόρτα, την Τουρκία».

Αναφορικά με τη συνεργασία με τις ΗΠΑ, είπε πως πρόκειται για κοινό δεσμό που βασίζεται σε κοινούς στρατηγικούς στόχους. «Τόσο η Ελλάδα όσο και οι ΗΠΑ έχουμε μια βασική υπευθυνότητα να παρέχουμε οικονομική ενέργεια στους πολίτες αλλά και στις επιχειρήσεις μας, θέλουμε να διασφαλίσουμε ενεργειακές πηγές αλλά και πρώτες ύλες τα οποία δεν θα επηρεάζονται από γεωπολιτικές εντάσεις. Δε φοβόμαστε τον ανταγωνισμό, θέλουμε να καινοτομίσουμε, να αναπτύξουμε νέες τεχνολογίες αλλά και να μειώσουμε τις εκπομπές» πρόσθεσε, απευθυνόμενος σε ένα «εκπληκτικό κοινό, όπως είπε.

Επεσήμανε ότι η Ευρώπη είναι ένας μεγάλος εισαγωγέας ενέργειας και τόνισε ότι οι συμφωνίες που έχουν υπογραφεί δείχνουν ότι υπάρχει ουσία, υπάρχουν θεμέλια πίσω από τη συνεργασία.

6722154.jpg

Στρατηγική απόφαση να απομακρυνθούμε από τον λιγνίτη

Στη συνέχεια τόνισε ότι «τα τελευταία έξι χρόνια η Ελλάδα έχει χαράξει τη δική της πορεία όσον αφορά την ενέργεια και το 2019 στην αρχή της πρώτης μου θητείας πήραμε τη στρατηγική απόφαση να απομακρυνθούμε από τον λιγνίτη, που παρείχε το 60% της δικής μας ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτό δεν το κάναμε μόνο για περιβαλλοντικούς σκοπούς γιατί στη δική μας περίπτωση ο λιγνίτης ήταν πολύ ακριβός. Αντ' αυτού επενδύσαμε σε ΑΠΕ και εκμεταλλευτήκαμε τον ήλιο και τον αέρα που έχουμε στη χώρα μας.

Ως αποτέλεσμα αυτών των επενδύσεων οι ΑΠΕ καλύπτουν αυτή τη στιγμή πάνω από το 50% των αναγκών μας σε ηλεκτρική ενέργεια. Για πρώτη φορά το 2024 η Ελλάδα έγινε εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας. Το 2023 ξοδέψαμε 75 εκατ. ευρώ εισάγοντας ηλεκτρική ενέργεια, ενώ πέρυσι κερδίσαμε 112 εκατ. εξάγοντας ηλεκτρική ενέργεια».

Πρόσθεσε ότι «ταυτόχρονα επενδύσαμε αρκετά στο φυσικό αέριο για να μπορέσουμε να διασφαλίσουμε ότι έχουμε και θα έχουμε και στο μέλλον μία ασφαλή πηγή για την παροχή ενέργειας. Φτιάξαμε καινούργια εργοστάσια και άλλα που προχωρούν, και δίνουν την ευελιξία όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε ένα μεγάλο τμήμα της Ευρώπης. Επίσης επενδύουμε και στο δίκτυό μας».

Επισήμανε επίσης ότι βρίσκεται σε εξέλιξη ένα έργο 6 δισ. ευρώ για «να συνδέσουμε όλα μας τα νησιά με το δίκτυο της ενδοχώρας κάτι που είναι πολύ σημαντικό και από περιβαλλοντική άποψη», ενώ έκανε ξεχωριστή αναφορά και στην αποθήκευση της ενέργειας.

6722153.jpg

«Δεν μπορούμε να έχουμε φυσικό αέριο στην Ευρώπη από την πίσω πόρτα, την Τουρκία»

«Θέλουμε επίσης να είμαστε στην πρώτη γραμμή των εξελίξεων και εφόσον είμαστε ένας σταθερός πάροχος ενέργειας υδρογόνου σε χαμηλή τιμή θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε ακόμα περισσότερο σε αυτόν τον τομέα», είπε ο πρωθυπουργός συνεχίζοντας την ομιλία του στην 6η Υπουργική Συνάντηση της Διατλαντικής Συνεργασίας για την Ενέργεια (P-TEC).

Μίλησε για μεγάλη μεταμόρφωση που έχει γίνει στη χώρα για «να καταφέρουμε την επέκταση σε όλους αυτούς τους τομείς» και αναφέρθηκε στη σημασία που δίνεται πλέον στη δεύτερη θητεία της κυβέρνησης και στο ερευνητικό κομμάτι για τα κοιτάσματα των υδρογονανθράκων. Στο σημείο αυτό συνεχάρη τον υπουργό Ενέργειας, κ. Παπασταύρου και τόνισε ότι «είμαστε χαρούμενοι για τη συμφωνία που έχει υπογραφεί με τις Exxonmobil, Energean και Hellenic Energy για την πρώτη ερευνητική γεώτρηση στα τελευταία 40 χρόνια αφού γνωρίζουμε ότι η Ευρώπη θα χρειαστεί φυσικό αέριο για πολλά πολλά χρόνια στο μέλλον».

Έκανε λόγο για στρατηγικό στοίχημα για το φυσικό αέριο και είπε ότι έχει δομηθεί ένα δίκτυο για να κατοχυρωθεί η ασφάλεια.

Αναφέρθηκε συγκεκριμένα σε έργα, όπως η σύνδεση της Ελλάδας με τη Βουλγαρία που εξασφάλισε στη Βουλγαρία σημαντική παροχή φυσικού αερίου σε μία πολύ δύσκολη περίοδο για τη χώρα, το FSRU στην Αλεξανδρούπολη, τον καινούργιο σταθμό συμπίεσης στην Κομοτηνή που θα στηρίξει τις ανάγκες ενεργειακών εξαγωγών.

Τόνισε ότι «έχουμε γίνει ένας πάροχος ενέργειας και παράγοντας ενεργειακής ασφάλειας για ολόκληρη τη νοτιοανατολική Ευρώπη και μία βασική χώρα για το φυσικό αέριο και τη μεταφορά του. Πριν από 6 χρόνια ήμασταν μια υποσημείωση στο θέμα της ενέργειας στην Ευρώπη και απλά εισάγαμε φυσικό αέριο για να καλύπτουμε τις εσωτερικές ανάγκες μας σε ηλεκτρική ενέργεια. Το 2024 είχαμε κάνει στροφή με 17 δισ. κ.μ. αερίου εξήχθησαν από την Ελλάδα».

Τόνισε ότι «θα συνεχίσουμε να επενδύουμε στον τομέα κάτι που είναι λογικό» και ότι για αυτό και οι ΗΠΑ βλέπουν την Ελλάδα ως ένα σημείο εισαγωγής, μια πύλη για τις ενεργειακές ανάγκες της Ευρώπης.

Μίλησε για «ιστορική απόφαση που πήραμε στη νοτιοανατολική Ευρώπη που είναι και η τελευταία γωνιά της Ευρώπης που εισάγει φυσικό αέριο από τη Ρωσία κάτι που δεν θα συνεχιστεί και μας δίνει την ευκαιρία να σχεδιάσουμε εκ νέου ολόκληρο τον ενεργειακό χάρτη της περιοχής».

Θέλησε δε να στείλει ένα μήνυμα προς τους Ευρωπαίους ότι «δεν μπορούμε να έχουμε φυσικό αέριο να μπαίνει στην Ευρώπη από την πίσω πόρτα, δηλαδή την Τουρκία».

«Πρέπει να είμαστε έτοιμοι να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλο για τον Κάθετο Διάδρομο που θα περάσει από την Ελλάδα και θα πάει στη Βουλγαρία, την Ουγγαρία, τη Σλοβακία, τη Σλοβενία και μέχρι την Ουκρανία» πρόσθεσε. «Η Ελλάδα είναι η πύλη εισόδου για το φυσικό αέριο που θα αντικαταστήσει τις εισαγωγές από τη Ρωσία», τόνισε ο πρωθυπουργός.

6722161.jpg

«Είμαστε επικεντρωμένοι στο να αναπτύξουμε τις δικές μας πηγές, να χτίσουμε τις δικές μας υποδομές»

«Είμαστε επικεντρωμένοι στο να αναπτύξουμε τις δικές μας πηγές, να χτίσουμε τις δικές μας υποδομές και φυσικά να βοηθήσουμε τις γείτονές μας και να παίξουμε ηγετικό ρόλο στα Βαλκάνια και τη νοτιοανατολική Ευρώπη», τόνισε σε άλλο σημείο ο πρωθυπουργός.

Στο σημείο αυτό θέλησε να κάνει κάποιες επισημάνσεις για την ενέργεια στην Ευρώπη και την ενεργειακή της στρατηγική.

«Η δική μου άποψη για την ενεργειακή μετάβαση είναι απλή: χρειαζόμαστε μία ενεργειακή μετάβαση με χαμηλό κόστος. Το πρώτο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι πολίτες μας είναι ο πληθωρισμός και δεν μπορούμε να τους ζητάμε να πληρώνουν όλο και περισσότερο για την ενέργεια που χρειάζονται. Πρέπει να επικεντρωθούμε στις εγχώριες πηγές και τις τεχνολογίες που έχουν ανταγωνιστικό κόστος», είπε.

Υπογράμμισε ότι «όπως προχωρούμε θα πρέπει να είμαστε τεχνολογικά ουδέτεροι». «Δεν μπορούμε να διαλέξουμε τον νικητή. Η αγορά είναι αυτή που θα διαλέξει τον νικητή και θα καθοδηγήσει την καινοτομία. Μπορούμε να βάλουμε φυσικά στρατηγικά στοιχήματα για την τεχνολογία όπου η Ευρώπη έχει ακόμη μεγάλο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα» πρόσθεσε. Στο σημείο αυτό υπογράμμισε την ανάγκη εξυγίανσης της εσωτερικής αγοράς ενέργειας επισημαίνοντας ότι οι διαφορές στις τιμές που βλέπουμε στην Ευρώπη είναι άδικες και σηματοδοτούν μια σπατάλη ενώ κυρίως είναι πολιτικά μη βιώσιμες. «Πρέπει να δημιουργήσουμε μία ενιαία ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας που θα ωφελήσει όλους τους ευρωπαίους πολίτες», τόνισε.

«Τέλος πρέπει να εντάξουμε τη στρατηγική μας μέσα σ' ένα ευρύτερο πλαίσιο το οποίο θα μας βοηθήσει να έχουμε ενεργειακή ασφάλεια, περισσότερες θέσεις εργασίας, καινοτομία αλλά και στρατηγική αυτονομία» επεσήμανε ο πρωθυπουργός. Πρόσθεσε ότι τώρα περισσότερο από ποτέ η ενέργεια είναι συνδεδεμένη με τη γεωπολιτική κατάσταση αλλά και τη γεωοικονομία.

Τόνισε ότι η συνάντηση αυτή μεταφράζει αυτό το στρατηγικό όραμα σε επιχειρηματική πραγματικότητα και κλείνοντας είπε ότι η συνάντηση αυτή είναι επίσης σημαντική γιατί συμβολίζει τον δυνατό δεσμό που υπάρχει ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Ελλάδα.

Υπογραμμίζοντας τη σημασία της πολυπληθούς αμερικανικής αντιπροσωπείας που βρίσκεται στην Ελλάδα ανέφερε ότι οι διμερείς σχέσεις γίνονται ισχυρότερες κάθε χρόνο και ότι «έχουμε πολλά να καταφέρουμε μαζί, μπορούμε να επιτύχουμε μαζί και αν θέσουμε αυτούς τους στόχους, θα τους πετύχουμε σίγουρα μαζί».

Υπενθυμίζεται πως η διήμερη σύνοδος (6-7 Νοεμβρίου) συγκεντρώνει ισχυρό διεθνές ενδιαφέρον, με τη συμμετοχή τεσσάρων Αμερικανών υπουργών, 25 Ευρωπαίων ομολόγων τους και εκπροσώπων 17 πολυεθνικών ενεργειακών εταιρειών, ενώ στο επίκεντρο τίθεται η ενεργειακή ασφάλεια της ΝΑ Ευρώπης και η σταδιακή απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο έως το 2027.

4883893.jpg

Η ομιλία

Ολόκληρη η ομιλία του πρωθυπουργού έχε ως εξής:

Κυρία πρέσβη, κυρίες και κύριοι υπουργοί, αξιότιμοι προσκεκλημένοι, κυρίες και κύριοι,

Καλώς ήρθατε στην Αθήνα. Είναι μεγάλη μου χαρά να απευθύνομαι σε αυτή τη διάσκεψη. Δεν μπορώ να σκεφτώ καλύτερη στιγμή ή καλύτερο μέρος για τη διεξαγωγή αυτής της διάσκεψης.

Η σύνοδος P-TEC αποτελεί μια σπουδαία ευκαιρία για την περαιτέρω ενίσχυση της διατλαντικής συμμαχίας στον τομέα της ενέργειας.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι σημαντικός εξαγωγέας ενέργειας και η Ευρώπη σημαντικός εισαγωγέας. Επομένως, το πεδίο εφαρμογής αυτής της συνεργασίας είναι ευρύ και οι συμφωνίες που υπογράφηκαν και θα υπογραφούν κατά τη διάρκεια αυτών των δύο ημερών καταδεικνύουν ότι η συνεργασία που οικοδομούμε έχει ουσιαστικό υπόβαθρο.

Αλλά πρέπει να επισημάνω ότι αυτή δεν είναι απλώς μια συνεργασία που βασίζεται σε εμπορικές συναλλαγές. Είναι επίσης ένας μακροχρόνιος δεσμός που βασίζεται σε ένα σύνολο παρεμφερών στρατηγικών στόχων.

Και οι δύο, Ελλάδα και Ηνωμένες Πολιτείες, έχουμε πρωταρχική ευθύνη ως κυβερνήσεις να παρέχουμε οικονομικά προσιτή ενέργεια στους πολίτες και στις επιχειρήσεις μας. Και οι δύο θέλουμε να εξασφαλίσουμε πηγές ενέργειας και κρίσιμες πρώτες ύλες, χωρίς γεωπολιτικά προβλήματα. Θέλουμε δυναμικές βιομηχανίες και δίκαιο ανταγωνισμό. Θέλουμε να «απελευθερώσουμε» την καινοτομία και θέλουμε να αναπτύξουμε νέες τεχνολογίες. Και βέβαια, θέλουμε να μειώσουμε τις εκπομπές άνθρακα, ο καθένας με τον δικό του τρόπο.

Τα τελευταία έξι χρόνια, η Ελλάδα έχει χαράξει τη δική της πορεία σε ό,τι αφορά την ενέργεια.

Στην αρχή της πρώτης θητείας μου, το 2019, λάβαμε τη στρατηγική απόφαση -συγγνώμη γι’ αυτό Doug- να απομακρυνθούμε από τον λιγνίτη, από τον οποίο προερχόταν σχεδόν το 60% της ηλεκτρικής μας ενέργειας. Αυτή η απόφαση δεν βασίστηκε μόνο σε περιβαλλοντικούς λόγους, αλλά και σε οικονομικούς λόγους -στην περίπτωσή μας, ο λιγνίτης ήταν απλά πολύ ακριβός για εμάς.

Αντ' αυτού, επενδύσαμε στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, εκμεταλλευόμενοι τους εξαιρετικούς ηλιακούς και αιολικούς πόρους μας. Όπως γνωρίζει όποιος έχει επισκεφθεί ελληνικό νησί στο Αιγαίο, ο άνεμος της Ελλάδας είναι μια ισχυρή δύναμη που αξιοποιούμε προς όφελος όλων.

Ως αποτέλεσμα αυτών των επενδύσεων, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας καλύπτουν πλέον περισσότερο από το 50% των αναγκών μας σε ηλεκτρική ενέργεια. Και για πρώτη φορά -και θέλω να τονίσω αυτό το σημείο- το 2024 η Ελλάδα έγινε καθαρός εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας.

Σκεφτείτε πόσο σημαντικό είναι αυτό. Το 2023 δαπανήσαμε 575 εκατομμύρια ευρώ για την εισαγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Πέρυσι, κερδίσαμε 122 εκατομμύρια ευρώ από εξαγωγές. Με άλλα λόγια, σε διάστημα ενός μόνο έτους, παρατηρήσαμε μεταβολή ύψους 700 εκατομμυρίων ευρώ, παράγοντας ηλεκτρική ενέργεια από δικούς μας πόρους ώστε να μειώσουμε το κόστος και να βελτιώσουμε το εμπορικό μας ισοζύγιο.

Παράλληλα, επενδύσαμε ιδιαίτερα στο φυσικό αέριο, προκειμένου να εξασφαλίσουμε την κάλυψη των βασικών ηλεκτροπαραγωγικών μας αναγκών σήμερα και στο ορατό μέλλον. Έχουμε ήδη θέσει σε λειτουργία δύο υπερσύγχρονες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με καύσιμο το φυσικό αέριο. Μία ακόμη βρίσκεται υπό κατασκευή, ενώ αρκετές άλλες βρίσκονται σε φάση σχεδιασμού.

Σήμερα, αυτές οι μονάδες φυσικού αερίου παρέχουν την ευελιξία που απαιτείται, όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά για ολόκληρη τη Νοτιοανατολική Ευρώπη.

Επενδύουμε, ασφαλώς, και στα δίκτυα μας. Το 2019, όταν αναλάβαμε την διακυβέρνηση της χώρας, η Ελλάδα επένδυε περίπου 400 εκατομμύρια ευρώ στα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας. Πέρυσι, το ποσό αυτό έφτασε τα 1,5 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτό βελτίωσε την ανθεκτικότητα και την καλύτερη αξιοποίηση της ενέργειας μέσω της ψηφιοποίησης.

Βρισκόμαστε στη μέση ενός διαγενεακού έργου αξίας 6 δισεκατομμυρίων ευρώ: τη σύνδεση των νησιών μας με το δίκτυο της ηπειρωτικής χώρας. Αυτό έχει μεγάλη σημασία για εμάς, από οικονομική και περιβαλλοντική άποψη, αλλά και από άποψη αξιοπιστίας. Μόλις ολοκληρώθηκε η διασύνδεση του μεγαλύτερου νησιού μας, της ιδιαίτερης πατρίδας μου, της Κρήτης, με το δίκτυο. Χάρη σε αυτό εξοικονομούμε σημαντικά ποσά.

Καθώς αναπτύσσουμε τα δίκτυά μας, ενισχύουμε επίσης τη δυνατότητα αποθήκευσης, με μπαταρίες και αντλησιοταμίευση, προκειμένου να αναπτύξουμε τη μέγιστη δυνατή ευελιξία.

Και βέβαια, θέλουμε να βρεθούμε στην πρώτη γραμμή της εξερεύνησης νέων τεχνολογιών, κυρίως ως προς τη δέσμευση και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα και το υδρογόνο. Και, φυσικά, δεδομένου ότι είμαστε σταθερός προμηθευτής ενέργειας χαμηλού κόστους, προσελκύουμε επίσης σημαντικό ενδιαφέρον για επενδύσεις σε data centers, κάτι που καθίσταται εφικτό χάρη στην ισχυρή και προβλέψιμη προσφορά ενέργειας. Πρόκειται για έναν πολυεπίπεδο μετασχηματισμό που αξιοποιεί όλες τις ευκαιρίες.

Από τη στιγμή ανάληψης των καθηκόντων μας, και ιδίως από το 2022, έχουμε ενισχύσει σημαντικά το πρόγραμμα εξερεύνησης για υδρογονάνθρακες. Και μας χαροποίησε ιδιαίτερα -και θα ήθελα να συγχαρώ προσωπικά τον Υπουργό Ενέργειας και Περιβάλλοντος, κ. Σταύρο Παπασταύρου, για την εξαιρετική δουλειά προκειμένου να επιτευχθεί αυτή η συμφωνία-, μας χαροποιεί ιδιαίτερα η συμφωνία που υπογράφηκε χθες μεταξύ της ExxonMobil, της HELLENiQ Energy και της Energean. Γιατί είναι σημαντική αυτή η συμφωνία; Είμαστε σε καλό δρόμο για την πρώτη ερευνητική γεώτρηση στην Ελλάδα μετά από 40 χρόνια. Κάνουμε το λογικό, ερευνητικές γεωτρήσεις στις περιοχές μας, γιατί γνωρίζουμε ότι η Ευρώπη θα χρειαστεί φυσικό αέριο για τα πολλά χρόνια ακόμα.

Η Ελλάδα, εξάλλου, έχει βάλει ένα στρατηγικό στοίχημα σε ό,τι αφορά το φυσικό αέριο. Βήμα-βήμα, έχουμε δημιουργήσει ένα δίκτυο υποδομών για την ενίσχυση όχι μόνο της ελληνικής, αλλά και της περιφερειακής ασφάλειας εφοδιασμού με φυσικό αέριο. Αρκεί να σκεφτούμε τι έχει συμβεί τα τελευταία χρόνια, απεικονίστηκε πολύ ωραία στον όμορφο ψηφιακό χάρτη που είδαμε πριν από λίγα λεπτά: εγκαινιάσαμε τον αγωγό Trans Adriatic Pipeline (ΤΑΡ), τον Διασυνδετήριο Αγωγό Ελλάδας-Βουλγαρίας (IGB), που παρείχε στη Βουλγαρία ζωτικής σημασίας προμήθεια φυσικού αερίου κατά τη διάρκεια μιας πολύ δύσκολης περιόδου για τη χώρα, και την πλωτή μονάδα αποθήκευσης και επαναεριοποίησης φυσικού αερίου (FSRU) Αλεξανδρούπολης.

Μόλις πριν από λίγες ημέρες θέσαμε σε λειτουργία έναν μεγάλο σταθμό συμπίεσης φυσικού αερίου στην Κομοτηνή, με σκοπό την ενίσχυση της εξαγωγικής μας ικανότητας. Έτσι, έχουμε καταστεί πάροχος ενεργειακής ασφάλειας για ολόκληρη την περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Και, ως αποτέλεσμα όλων αυτών των επενδύσεων, για τις οποίες τώρα βρισκόμαστε στη διαδικασία απόσβεσης, έχουμε καταστεί σημαντική χώρα διαμετακόμισης φυσικού αερίου.

Εάν δείτε τους αριθμούς, πριν από πέντε-έξι χρόνια, το 2020, ήμασταν απλώς ένας προορισμός για φυσικό αέριο, μια υποσημείωση στην ενεργειακή «γωνιά» της Ευρώπης. Τότε εισάγαμε περίπου 6 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα και δεν εξάγαμε σχεδόν τίποτα. Το αέριο προοριζόταν για να καλύψουμε κυρίως τις ανάγκες μας στην ηλεκτροπαραγωγή. Εάν δείτε το 2024, παρατηρούμε μια εντελώς διαφορετική εικόνα. Οι εισροές θα υπερβούν τα 17 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα και οι εκροές θα προσεγγίσουν τα 11 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα. Με άλλα λόγια, το μεγαλύτερο ποσοστό του φυσικού αερίου που εισέρχεται στην Ελλάδα δεν παραμένει στην Ελλάδα, αλλά αποστέλλεται σε τρίτες χώρες.

Θα συνεχίσουμε να επενδύουμε στις υποδομές φυσικού αερίου για να διαδραματίζουμε αυτόν τον σημαντικό περιφερειακό ρόλο, εξου και η εξαιρετική σημασία του Κάθετου Διαδρόμου φυσικού αερίου. Είμαστε πολύ χαρούμενοι που θα ανακοινωθούν νέες συμφωνίες. Είναι απόλυτα λογικό για τις Ηνωμένες Πολιτείες να βλέπουν τη Ελλάδα ως σημείο εισόδου για το αμερικανικό αέριο προκειμένου να καλυφθούν οι ενεργειακές ανάγκες μιας ολόκληρης περιοχής. Κι είμαι πολύ χαρούμενος που κάνουμε αυτό το όραμα πραγματικότητα.

Όπως γνωρίζετε, έχουμε λάβει την ιστορική απόφαση να διακόψουμε σταδιακά την εισαγωγή ρωσικού φυσικού αερίου. Η περιοχή μας, η Νοτιοανατολική Ευρώπη, είναι η τελευταία γωνιά της Ευρώπης που εξακολουθεί να εισάγει ρωσικό φυσικό αέριο μέσω αγωγών, αλλά αυτό δεν πρόκειται να συνεχιστεί.

Επομένως, αυτή η απαγόρευση του ρωσικού φυσικού αερίου αποτελεί ουσιαστικά μια σημαντική ευκαιρία για τον επανασχεδιασμό ολόκληρου του ενεργειακού χάρτη της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Αλλά επιτρέψτε μου να είμαι ξεκάθαρος, και απευθύνομαι και στους δύο Υπουργούς: αυτή η απαγόρευση πρέπει να εφαρμοστεί. Αυτό είναι και ένα μήνυμα προς τους Ευρωπαίους ομολόγους μου. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε το ρωσικό φυσικό αέριο να εισέρχεται στην Ευρώπη από την πίσω πόρτα, μέσω της Τουρκίας. Διαφορετικά, όλες αυτές οι πρωτοβουλίες θα αποδειχθούν ουσιαστικά μάταιες.

Είμαστε απολύτως έτοιμοι να συνδράμουμε σε αυτή την προσπάθεια μέσω του Κάθετου Διαδρόμου, με αμερικανικό υγροποιημένο φυσικό αέριο που θα μεταφέρεται στην Ελλάδα και στη συνέχεια βόρεια προς τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, τη Μολδαβία, την Ουκρανία, την Ουγγαρία και τη Σλοβακία.

Επιτρέψτε μου να το επαναλάβω: η Ελλάδα είναι το φυσικό σημείο εισόδου για το αμερικανικό υγροποιημένο φυσικό αέριο, το οποίο θα αντικαταστήσει το ρωσικό φυσικό αέριο στην περιοχή.

Αυτά είναι τα στοιχεία της ενεργειακής μας πολιτικής: εστιάζουμε στην ανάπτυξη των δικών μας πόρων, στην κατασκευή των υποδομών μας και, βέβαια, στη βοήθεια προς τους γείτονές μας και στην άσκηση ηγετικού ρόλου στα Βαλκάνια και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη.

Θα ήθελα να κλείσω με μερικές πολύ σύντομες σκέψεις σχετικά με την ενεργειακή στρατηγική της Ευρώπης, ένα ζήτημα που συζητήσαμε πρόσφατα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το οποίο συζητήθηκε επίσης σε υπουργικό επίπεδο πριν από λίγες ημέρες.

Η προσέγγισή μου όσον αφορά στην ενεργειακή μετάβαση είναι πολύ ξεκάθαρη: χρειαζόμαστε μια ενεργειακή μετάβαση που να είναι οικονομικά αποδοτική. Το νούμερο ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι πολίτες μας είναι ο πληθωρισμός. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να ζητάμε από τους πολίτες μας να πληρώνουν ένα συνεχώς αυξανόμενο κόστος για την ενέργεια. Είναι σημαντικό να επικεντρωθούμε σε πόρους και τεχνολογίες που είναι ανταγωνιστικοί από πλευράς κόστους, και προχωρώντας την κατάλληλη στιγμή σε τομείς που είναι πιο δύσκολο να απεξαρτηθούν από τον άνθρακα, όπως για παράδειγμα η ναυτιλία.

Σε αυτό το πλαίσιο, χαιρετίζουμε θερμά τη διόρθωση πορείας που παρατηρήσαμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με την αναβολή της εφαρμογής του ETS2 κατά έναν χρόνο, καθώς και την προσθήκη της απαιτούμενης, προφανώς, μεγαλύτερης ευελιξίας για την επίτευξη των στόχων μας για το 2040. Αυτές είναι ευπρόσδεκτες εξελίξεις.

Καθώς προχωράμε μπροστά, πρέπει να είμαστε απολύτως ουδέτεροι από πλευράς τεχνολογιών: δεν μπορούμε να επιλέγουμε ποιες θα επικρατήσουν, εναπόκειται στις αγορές να προωθήσουν την καινοτομία. Μπορούμε να κάνουμε στρατηγικές επενδύσεις σε τεχνολογίες στις οποίες η Ευρώπη έχει ακόμη ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και σίγουρα πρέπει να το κάνουμε.

Εντός της Ευρώπης, όμως, πρέπει επίσης να προσπαθήσουμε να ολοκληρώσουμε την εσωτερική ενεργειακή αγορά. Οι διαφορές τιμών που εξακολουθούμε να παρατηρούμε, δυστυχώς, σε ολόκληρη την Ευρώπη είναι άδικες, συνιστούν όμως και οικονομική σπατάλη. Και, το πιο σημαντικό, είναι πολιτικά μη βιώσιμες. Πρέπει να γίνουμε καλύτεροι, να δημιουργήσουμε μια πραγματικά ενιαία ευρωπαϊκή αγορά, προς όφελος όλων των Ευρωπαίων πολιτών.

Τέλος, πρέπει να εντάξουμε την ενεργειακή μας πολιτική σε ένα ευρύτερο στρατηγικό πλαίσιο, διασφαλίζοντας όχι μόνο την ενεργειακή ασφάλεια αλλά την απασχόληση, την κοινωνική συνοχή, την ασφάλεια εφοδιασμού, τον δυναμισμό της βιομηχανίας και τη στρατηγική αυτονομία.

Τώρα, περισσότερο παρά ποτέ, η ενέργεια είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη γεωπολιτική και τη γεωοικονομία. Και γι' αυτόν τον λόγο η διάσκεψη αυτή είναι τόσο σημαντική, επειδή μετατρέπει ένα στρατηγικό όραμα σε επιχειρηματική πραγματικότητα.

Επιτρέψτε μου να ολοκληρώσω λέγοντας ότι αυτή η σύναξη είναι σημαντική και από μία άλλη οπτική: συμβολίζει τους ανθεκτικούς στον χρόνο δεσμούς μεταξύ της Ελλάδας και των Ηνωμένων Πολιτειών. Όταν βλέπω τα γεγονότα των τελευταίων ημερών, όταν βλέπω την υψηλού επιπέδου αντιπροσωπεία, κυρία Πρέσβη, και τον μεγαλύτερο αριθμό Αμερικάνων εκπροσώπων που έχουν έρθει ποτέ στην Ελλάδα -αυτή είναι μια ιδιαίτερα εντυπωσιακή αρχή για την θητεία σας στην Ελλάδα-, όλα αυτά αποδεικνύουν ότι η σχέση μας γίνεται κάθε χρόνο πιο ισχυρή και πιο βαθιά.

Έχουμε τόσα πολλά ακόμα να πετύχουμε μαζί και είμαι σίγουρος ότι όταν θέτουμε φιλόδοξους στόχους μπορούμε να εργαστούμε από κοινού για να τους πετύχουμε.

Επομένως, σας καλωσορίζω και πάλι στην Αθήνα και σας εύχομαι κάθε επιτυχία στις εργασίες σας. Σας ευχαριστώ πολύ.