Διαφωνία για το αν θα πρέπει ή όχι να προφυλακιστεί και για τις νέες υποθέσεις βιασμών ο Δημήτρης Λιγνάδης, είχαν ανακρίτρια και εισαγγελέας μετά το πέρας της απολογητικής διαδικασίας. Ο καλλιτέχνης επιστρέφει στις φυλακές Τρίπολης, όπου κρατείται για τις δύο πρώτες υποθέσεις βιασμού ανηλίκων, αναμένοντας την κρίση του δικαστικού συμβουλίου επί της διαφωνίας ανακρίτριας και εισαγγελέα για την ποινική μεταχείριση που θα πρέπει να έχει για τις νέες κατηγορίες και ειδικά για το αν πρέπει να κριθεί και πάλι προσωρινά κρατούμενος.

Η ανακρίτρια είχε την άποψη ότι πρόκειται για την ίδια υπόθεση και κατά συνέπεια δεν χωρεί δεύτερη προφυλάκιση, ενώ ο εισαγγελέας θεωρεί ότι πρόκειται για διαφορετικές υποθέσεις, ζητώντας να εκδοθεί νέο ένταλμα προσωρινής κράτησης σε βάρος του κατηγορούμενου.

Έτσι η διαφωνία θα κριθεί πλέον εντός τριών ημερών από το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο, που θα ταχθεί με βούλευμα του υπέρ της μίας ή της άλλης άποψης.

Να σημειωθεί ότι το ανώτατο όριο προσωρινής κράτησης είναι 18 μήνες, ωστόσο, όπως τονίζει ο συνήγορος του Δημήτρη Λιγνάδη, Αλέξης Κούγιας, αν στον κατηγορούμενο επιβληθεί δεύτερο ένταλμα για προφυλάκιση, η κράτηση θα φθάσει τους 24 μήνες.

Ο Δημήτρης Λιγνάδης μετήχθη το πρωί από τις φυλακές για να δώσει την δική του εκδοχή στις δύο επίσημες καταγγελίες που έγιναν σε βάρος του για τον βιασμό ενός ανηλίκου πριν επτά χρόνια και τον βιασμό ενηλίκου το 2018. Οι δύο καταγγελίες ερευνήθηκαν από την εισαγγελία, η οποία κατέληξε στην απαγγελία νέων κατηγοριών σε βάρος του καλλιτέχνη, που παραμένει προσωρινά κρατούμενος από τον περασμένο Φεβρουάριο για βιασμό κατά συρροή, που αφορά δύο ανήλικα – κατά τους καταγγελλόμενους χρόνους τέλεσης – αγόρια.

Η επιλογή του κατηγορούμενου ήταν να παραδώσει στην δικαστική λειτουργό απολογητικό υπόμνημα, αρνούμενος να απαντήσει σε οποιαδήποτε ερώτησή της καθώς την θεωρεί προκατειλημμένη προς το πρόσωπο του και ζητώντας να μην προφυλακιστεί, αλλά να τεθεί σε καθεστώς ηλεκτρονικής επιτήρησης. Και για τις δύο νέες υποθέσεις που τον βαρύνουν, ο καλλιτέχνης υποστηρίζει πως είναι ψευδείς και κατασκευασμένες, δηλώνει αθώος και επαναλαμβάνει την θέση του ότι η εμπλοκή του οφείλεται σε επιχειρηματικά συμφέροντα αλλά και στην πρόθεση του Σωματείου Ηθοποιών να τον εξοντώσει ηθικά.

Την έξοδο του από τις φυλακές και την περαιτέρω προσωρινή κράτηση του σε καθεστώς ηλεκτρονικής επιτήρησης ζητά με το υπόμνημα που κατέθεσε στην 19η Τακτική Ανακρίτρια ο Δημήτρης Λιγνάδης. Ο καλλιτέχνης που δηλώνει αθώος και για τις τις δύο νέες κατηγορίες για τις οποίες κλήθηκε σήμερα σε απολογία, ζήτησε από την δικαστική λειτουργό να τον θέσει σε καθεστώς ηλεκτρονικής επιτήρησης, σε κατ’ οίκον δηλαδή κράτηση με βραχιολάκι, δηλώνοντας πως θα αναλάβει ο ίδιος το κόστος για το μέτρο, που εφαρμόζεται στην χώρα πιλοτικά.

Σύμφωνα με το υπόμνημα του Δημήτρη Λιγνάδη, οι δύο επίσημες καταγγελίες, που τον έφεραν εκ νέου ενώπιον της Ανακρίτριας, είναι “ψευδείς και κατασκευασμένες”. Με το υπόμνημα του ο καλλιτέχνης απαντά σε καθέναν από τους δύο άνδρες που ισχυρίζονται πως έπεσαν θύμα σεξουαλικής κακοποίησης από τον ίδιο, τονίζοντας πως δεν βίασε κανέναν τους.

Για τον 24χρονο που καταγγέλλει βιασμό του ως ανήλικος, ενόσω ήταν φιλοξενούμενος στο σπίτι του Δημήτρη Λιγνάδη ο οποίος τον βοηθούσε γιατί είχε προβλήματα στο σπίτι του, ο κατηγορούμενος τονίζει πως όσα υποστηρίζει ο καταγγέλλων δεν αποδεικνύονται από κανένα στοιχείο. Επισημαίνει επίσης πως “το φερόμενο θύμα δεν προέβη σε καμιά απολύτως ενέργεια, όταν υποτίθεται ότι βιάστηκε, καθώς ούτε κατήγγειλε ό,τι δήθεν συνέβη, ούτε εξετάστηκε έστω από κάποιον γιατρό. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο δήθεν βιασθείς δεν απευθύνθηκε στις διωκτικές αρχές μετά τις εγκληματικές ενέργειες που υποτίθεται ότι διέπραξαν σε βάρος του το 2015, αλλά κατέθεσε σχετικά με αυτές μετά από έξι ολόκληρα χρόνια”.

Αναφέρει επίσης πως τον Αύγουστο του 2020 “επικοινωνήσαμε ( μέσω πλατφόρμας) και όχι μόνο συζητήσαμε σε φιλικό κλίμα, όπως άλλωστε προκύπτει από την συνομιλία μας, την οποία έχω προσκομίσει, αλλά ο δήθεν βιασθείς με ρώτησε εάν θα ήθελα να μιλήσουμε, ούτως ώστε να κανονίσουμε να πάμε για καφέ, όταν εκείνος θα επέστρεφε από τις διακοπές του”. Κατά ον κατηγορούμενο “η επιθυμία του να συναντηθούμε αποδεικνύουν την μία και μοναδική αλήθεια, ότι ουδέποτε τον βίασα! Κανένα θύμα βιασμού δεν αποζητά την συντροφιά του βιαστή του”.

Ο κατηγορούμενος υπογραμμίζει, επίσης, πως ακόμη κι αν θα μπορούσε να υποτεθεί “ότι είχαμε συνευρεθεί ερωτικά και ο καταγγέλλων υπέμενε αυτήν την κατάσταση αποβλέποντας στην στέγη και την οικονομική βοήθεια που του παρείχα, το μόνο αδίκημα που θα μπορούσε να στοιχειοθετηθεί θα ήταν αυτό της προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας έναντι αμοιβής, το οποίο όμως είναι πλημμέλημα και έχει ήδη παραγραφεί”.

Κατά τον καλλιτέχνη ο καταγγέλλων από όταν ενηλικιώθηκε, τον Ιούνιο του 2015, δεν επεδίωξε να εργαστεί και να βρει σπίτι ή να γυρίσει στο σπίτι της μητέρα του αλλά αντίθετα “αν και του είχα ξεκαθαρίσει ότι δέχτηκα να τον βοηθήσω, προσφέροντας σε εκείνον στέγη και στηρίζοντας τον οικονομικά και ηθικά, προκειμένου να εξελιχθεί στη ζωή του, η στάση που είχε υιοθετήσει να χαλαρώνει και να διασκεδάζει μόνο, δεν άλλαξε και γι’ αυτό μετά το καλοκαίρι του ζήτησα να σταματήσει να έρχεται. Εάν βέβαια εκμεταλλευόμουν την παραμονή του καταγγέλλοντος στο σπίτι μου για να τον βιάζω, δεν θα του ζητούσα να αποχωρήσει”.

Για την δεύτερη καταγγελία σε βάρος του, που αφορά βιασμό ενηλίκου, ο καλλιτέχνης αναφέρει πως δεν γνωρίζει καν τον μηνυτή του, τον οποίο χαρακτηρίζει “στρατευμένο μάρτυρα” και υποστηρίζει πως οι ισχυρισμοί σε βάρος του είναι “ένα φανταστικό σενάριο”. Σύμφωνα με τον κατηγορούμενο “ανάμεσα στην γνωριμία μας και τον υποτιθέμενο βιασμό του μεσολάβησαν κάποιες ημέρες, άρα θα ήταν αναμενόμενο και φυσιολογικό στο διάστημα αυτό να έχει αναφέρει τη γνωριμία μας και την υποτιθέμενη μετάβαση του στο διαμέρισμά μου ως γεγονός σημαντικό στο οικογενειακό και φιλικό του περιβάλλον, όπως επίσης θα ήταν αναμενόμενο να έχει αναφέρει και το δήθεν ραντεβού που υποτίθεται ότι δώσαμε για την επόμενη φορά. Δεν συμβαίνει κάθε μέρα να γνωρίζει κανείς και να επισκέπτεται ένα γνωστό ηθοποιό και σκηνοθέτη στο σπίτι του!”.

Ο κατηγορούμενος επαναλαμβάνει, όπως και στις έγγραφες εξηγήσεις του, ότι πρόκειται για κατασκευασμένη υπόθεση από δικηγόρους ενώ στρέφεται ξανά κατά του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών. «Στόχος τους είναι ηθική εξόντωσή μου για τους χαρακτηρισμούς του παιδόφιλου και βιαστή και όχι ο εγκλεισμός μου στη φυλακή» καταλήγει.