Σε μια περίοδο όπου η ελληνική κοινωνία διψά για σοβαρές απαντήσεις, υπεύθυνες προτάσεις και καθαρή πολιτική πυξίδα, το ΠΑΣΟΚ φαίνεται να αδυνατεί να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων. Ένα κόμμα με βαριά ιστορία και σημαντική παρακαταθήκη, καταλήγει σήμερα να αναπαράγει έναν λόγο κούφιο, χωρίς σαφές στίγμα και – το κυριότερο – χωρίς ακροατήριο.
Η συρρίκνωση του ΠΑΣΟΚ δεν είναι ούτε τυχαία ούτε άδικη. Είναι το αποτέλεσμα της σταδιακής απομάκρυνσης από τον πραγματικό κόσμο. Δεν πρόκειται μόνο για την αδυναμία να πείσει, αλλά για την αδυναμία να καταλάβει. Το κόμμα δείχνει να μη γνωρίζει ούτε το ίδιο ποια είναι η φυσιογνωμία του, ποια κοινωνικά στρώματα θέλει να εκφράσει, ποιες μεταρρυθμίσεις υποστηρίζει και πού στέκεται σε κρίσιμα ζητήματα – από την οικονομία και την ασφάλεια έως τη γεωπολιτική και τη θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη.
Οι θέσεις που κατά καιρούς παρουσιάζονται ως “προγραμματικές” μοιάζουν περισσότερο με γενικόλογες διακηρύξεις παρά με πολιτικές θέσεις. Συνθήματα χωρίς περιεχόμενο. Ο λόγος του κόμματος – υποτίθεται σοσιαλδημοκρατικός – μοιάζει με φοιτητικές αναλύσεις αμφιθεάτρου, αποκομμένος από τις προτεραιότητες της κοινωνίας, απολιθωμένος σε έναν δογματισμό του παρελθόντος. Κάθε φορά που το ΠΑΣΟΚ επιχειρεί να τοποθετηθεί, το κάνει χωρίς βάθος, χωρίς ρεαλισμό, χωρίς επαφή με τη σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα. Όχι μόνο δεν δείχνει έναν άλλον δρόμο – όπως θα όφειλε – αλλά δεν ξέρει ούτε το ίδιο ποιος είναι αυτός ο δρόμος.
Η κρίση αυτή δεν είναι απλώς ιδεολογική ή επικοινωνιακή. Είναι ηθική και οργανωτική. Η ηγεσία του κόμματος – και κυρίως ο Πρόεδρος του – φέρει την κύρια ευθύνη. Ο Νίκος Ανδρουλάκης, παρά τις προσδοκίες που υπήρχαν αρχικά, απέτυχε να δώσει ώθηση, να εμπνεύσει, να προτείνει λύσεις, να δώσει ουσία στον λόγο του ΠΑΣΟΚ. Έχει επιλέξει μια στάση εσωστρέφειας και ανασφάλειας, αποφεύγοντας τη μετωπική πολιτική αντιπαράθεση, και αναλώνοντας το κόμμα σε μικροκομματικά παιγνίδια και επικοινωνιακές ακροβασίες χωρίς νόημα.
Η απουσία ουσιαστικής αντιπολίτευσης δεν αφορά όμως μόνο την αξιωματική αντιπολίτευση. Στο σύνολο της αντιπολίτευσης παρατηρείται μια γενικότερη αδυναμία παραγωγής πολιτικού λόγου και διαμόρφωσης εναλλακτικών προτάσεων. Ενώ η χώρα χρειάζεται μια σοβαρή, υπεύθυνη, στιβαρή αντιπολίτευση που θα ασκεί έλεγχο στην κυβέρνηση, θα προτείνει εναλλακτικές και θα ενισχύει τη δημοκρατία, στη θέση αυτής βλέπουμε πόλωση, λασπολογία, ανούσιες κραυγές και πολιτική τοξικότητα. Οι πιο κραυγαλέες περιπτώσεις είναι αυτές που είτε δεν αναγνωρίζουν κοινοβουλευτικά όρια – όπως η κυρία Κωνσταντοπούλου – είτε κινούνται μέσα στο πλαίσιο της υποτιθέμενης «σοβαρότητας», όπως το ΠΑΣΟΚ, χωρίς όμως να πείθουν κανέναν.
Μια ισχυρή δημοκρατία προϋποθέτει όχι μόνο κυβερνήσεις με σταθερότητα, σχέδιο και προσανατολισμό, αλλά και αντιπολίτευση που υπηρετεί τον συνταγματικό της ρόλο με εναλλακτικές και ρεαλιστικές προτάσεις, με ουσιαστική κριτική και συνέπεια. Μια σοβαρή αξιωματική αντιπολίτευση μπορεί να κάνει και την κυβέρνηση καλύτερη. Δυστυχώς, σήμερα αυτό λείπει. Και το ΠΑΣΟΚ, το κόμμα που άλλοτε εξέφραζε τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής κοινωνίας, είναι πλέον σκιά του εαυτού του. Και όσο συνεχίζει να χάνει επαφή με την κοινωνία, τόσο περισσότερο θα περιθωριοποιείται. Ανεξαρτήτως παρελθόντος.