Τον κώδωνα του κινδύνου ότι πολύ σύντομα ο κόσμος θα βρεθεί αντιμέτωπος με δύσκολα διλήμματα και καταστάσεις αναφορικά με την επισιτιστική ασφάλεια, έκρουσε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Λευτέρης Αυγενάκης, σε ομιλία του στο 10ο συνέδριο του «GAIA Επιχειρείν» που έγινε στην Καλαμάτα, με θέμα «Ποια ΚΑΠ θέλουμε σε Ελλάδα και ΕΕ- Τα μεγάλα αγροτικά ζητήματα του παρόντος και του μέλλοντος».
Το ζήτημα της επισιτιστικής επάρκειας, σύμφωνα με τον υπουργό είναι το σημαντικότερο πρόβλημα που θα αντιμετωπίσουν κυβερνήσεις και διεθνείς οργανισμοί, ενώ η κλιματική κρίση θα είναι η μεγαλύτερη πρόκληση για όλες τις σύγχρονες κοινωνίες.
Για να μπορέσει η Ευρώπη να ανταποκριθεί σε αυτές τις προκλήσεις απαιτείται μια ΚΑΠ «σύγχρονη, δυναμική και απόλυτα αναπτυξιακή, ικανή να αντιμετωπίσει ένα σήμερα που γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο, πιο απρόβλεπτο και πιο άδικο για τον αγρότη», τόνισε ο υπουργός. «Χρειαζόμαστε μια ΚΑΠ που θα κοιτάζει μπροστά και θα απελευθερώνει τις προοπτικές και τον δυναμισμό των αγροτών μας. Μια ΚΑΠ που θα επιτρέπει όχι απλά να απαντάμε στις εξελίξεις αλλά να τις συνθέτουμε μαζί κοιτάζοντας μπροστά, σεβόμενοι τον καθημερινό κόπο του αγρότη και κατανοώντας τις δυνατότητες και τις ανάγκες του πλανήτη μας, ώστε να θωρακίσουμε το αύριο και τη βιωσιμότητα των πολιτών» πρόσθεσε.
Αγροτική διπλωματία
Όπως είπε ο Λευτέρης Αυγενάκης «με αυτή τη βούληση εργαζόμαστε εδώ κι έξι μήνες, πολύ πριν ξεκινήσουν οι αγροτικές κινητοποιήσεις. Εγκαίρως η Ελλάδα έκανε τις απαραίτητες κινήσει για την τροποποίηση της ΚΑΠ, υποβάλλοντας το πρώτο αίτημα για την τροποποίηση του στρατηγικού της σχεδίου». Προσέθεσε δε ότι εξίσου έγκαιρα διαπιστώθηκε ότι δεν αρκούν οι πρωτοβουλίες που αναλαμβάνοντο σε εθνικό επίπεδο και έτσι ως αρμόδιος υπουργός προχώρησε στην ενεργοποίηση των μεσογειακών χωρών, μέσω της ομάδας των EUMED-9, ώστε να δημιουργηθεί μια συμμαχία με κοινά προβλήματα και κλιματολογικά χαρακτηριστικά η οποία θα αποτελέσει την ενωμένη φωνή του ευρωπαϊκού Νότου για τις αναγκαίες αλλαγές και τομές που έπρεπε να γίνουν. Με λίγα λόγια, όπως σημείωσε, έγινε επαναπροσδιορισμός της έννοιας «αγροτική διπλωματία» χτίζοντας και ενισχύοντας συμμαχίες και συνεργασίες.
«Η πολιτική μας αποδίδει καρπούς»
Οι προσπάθειες αυτές απέδωσαν καρπούς, με την ψήφιση της πρότασης για αναθεώρηση της ΚΑΠ από το ευρωκοινοβούλιο. «Πρόκειται για αλλαγές που κάνουν την ΚΑΠ πιο ευέλικτη καθώς ανταποκρίνεται καλύτερα στις απαιτήσεις της κλιματικής κρίσης» είπε ο Λευτέρης Αυγενάκης και πρόσθεσε: «Αλλαγές που περιλαμβάνουν ειδικές εξαιρέσεις και αποκλίσεις στα πρότυπα καλής γεωργικής και περιβαλλοντικής κατάστασης, εξαιρέσεις από ελέγχους για εκμεταλλεύσεις κάτω των 100 στρεμμάτων, που αφορά την συντριπτική πλειοψηφία των δικαιούχων της ΚΑΠ, αλλά και μια επιπλέον τροποποίηση του Στρατηγικού Σχεδίου κάθε χρόνο. Αλλαγές που μειώνουν τους ελέγχους, μειώνουν τον διοικητικό φόρτο, βελτιώνουν την καθημερινότητα των αγροτών, χωρίς να γίνονται σημαντικές εκπτώσεις στην πράσινη στόχευση της ΚΑΠ, καθιστώντας τη πιο ευέλικτη, πιο βιώσιμη, πιο ισορροπημένη. Η απόφαση του Ευρωκοινοβουλίου συνιστά μια τριπλή νίκη.
Νίκη για τους αγρότες όλης της Ευρώπης, καθώς τα αιτήματα για απλοποίηση των διοικητικών διαδικασιών εισακούονται. Νίκη για την Ελλάδα η οποία πρωτοστάτησε στις εξελίξεις, με τις προτάσεις μας και τις πρωτοβουλίες για ανάπτυξη συμμαχιών για την προώθηση των συμφερόντων των αγροτών μας. Τέλος νίκη για ολόκληρη την Ευρώπη, η οποία στέκεται αντάξια των ιστορικών περιστάσεων, ακούγοντας τους πολίτες της και τις ανησυχίες τους, και αποδεικνύοντας ότι συνεχίζει να λειτουργεί ως το όχημα ανάπτυξης για τους πολλούς».
Ο τετραπλός στόχος
Ο Λευτέρης Αυγενάκης θύμισε ότι τόσο ο ίδιος όσο και ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης από όταν ξεκίνησαν οι αγροτικές κινητοποιήσεις είναι δηλώσει ότι θα παραμείνουν δίπλα στους αγρότες και θα αγωνιστούν για τα δίκαια αιτήματά τους με έργα ώστε να υπάρχει απτό αποτέλεσμα απτό και όχι απλά επικοινωνιακά πυροτεχνήματα. Σήμερα, τόνισε, «συνεχίζουμε με αμείωτη ένταση τις προσπάθειές μας για ακόμα περισσότερες βελτιώσεις», εξηγώντας ότι έχει τεθεί ένας τετραπλός στόχος:
- Να διατίθεται το 2% του ετήσιου προϋπολογισμού της ΚΑΠ για την αντιμετώπιση κλιματικών κρίσεων για ειδικές ενισχύσεις, έπειτα από κλιματικές καταστροφές.
- Να παρέχεται ευελιξία στα κράτη-μέλη ώστε να μπορούν να τροποποιήσουν το Στρατηγικό Σχέδιο της ΚΑΠ και να μεταφέρουν πόρους μεταξύ των δύο πυλώνων ή από έτος σε έτος ανάλογα με τις αναδυόμενες ανάγκες και προοπτικές.
- Να υπάρχει ευελιξία στην εφαρμογή των λεγόμενων οικολογικών σχημάτων και ευελιξία παρεκκλίσεων στην εφαρμογή τους στις περιπτώσεις που απαιτείται.
- Να ισχύσει ξανά ο κανόνας Ν+3, διευκολύνοντας την ολοκλήρωση σημαντικών επενδύσεων που έχουν προβλεφθεί στο Στρατηγικό Σχέδιο και δίνοντας τον απαραίτητο χρόνο στους δικαιούχους να ολοκληρώσουν τις επενδύσεις τους χωρίς τον κίνδυνο απώλειας των σχετικών ενωσιακών πόρων.
Ο υπουργός χαρακτήρισε την ΚΑΠ μεγάλο δώρο για τη χώρα μας το οποίο «δεν έχουμε περιθώριο να αφήσουμε ανεκμετάλλευτο», θυμίζοντας ότι η Ελλάδα μπορεί να αντλήσει ποσά ύψους 19,3 δισ. ευρώ, τα οποία «όχι μόνο μπορούν να εξασφαλίσουν τη βιωσιμότητα του πρωτογενούς τομέα, αλλά να του δώσουν την ώθηση που χρειάζεται για τη μετάβαση στη νέα εποχή».
Όπως εξήγησε, μέσω της ΚΑΠ «αποσκοπούμε στον δομικό μετασχηματισμό του αγροδιατροφικού κλάδου της χώρας και τη στροφή σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, όπου θα πρωταγωνιστούν η γνώση, οι νέες τεχνολογίες, η βιωσιμότητα, η ανταγωνιστικότητα και η εξωστρέφεια». Σημείωσε δε ότι δεν αναφέρεται τυχαία στην εξωστρέφεια γιατί τα ελληνικά προϊόντα στο εξωτερικό έχουν μεγάλη δυναμική η οποία, δυστυχώς, μένει αναξιοποίητη. Εξέφρασε τη βούλησή του να αναδείξει τα ελληνικά προϊόντα στο εξωτερικό και «να κεφαλαιοποιήσουμε την δυναμική και τις προοπτικές που κρύβουν».
Ισχυρότερο όπλο η γνώση
Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, όπως είπε, απαιτείται γνώση, που είναι η απόλυτη δύναμη στη νέα εποχή και αποτελεί βασικό σημείο της ΚΑΠ αλλά της πολιτικής του ΥΠΑΑΤ. «Θέλουμε τη διάχυση γνώσης, την σύνδεση έρευνας και πρακτικής εφαρμογής, την σύγχρονη και συνεχιζόμενη κατάρτιση των απασχολουμένων του πρωτογενούς τομέα», σημείωσε αναφέροντας ότι η Σχολή της Μεσσαράς στην Κρήτη θα αποτελέσει τον πιλότο γι’ αυτό το νέο μοντέλο, που επιτρέπει το πέρασμα από την εμπειρική γνώση στις σύγχρονες σχολές που θα προσφέρουν την απαραίτητη εκπαίδευση και δεξιότητες αλλά και την αναγκαία επιχειρηματική κουλτούρα στους αγρότες μας. Ανέφερε δε το παράδειγμα της Κίνας την οποία είχε επισκεφθεί προ ημερών σημειώνοντας ότι η ζήτηση για τα ελληνικά προϊόντα είναι εντυπωσιακή. «Τα προϊόντα μας έχουν όλα τα εχέγγυα για να κυριαρχήσουν στις διεθνείς αγορές και να μπουν σε κάθε σπίτι, σε κάθε άκρη της γης», σημείωσε.
Απάντηση είναι η ισορροπία
Στο δίλημμα μεταξύ πράσινης μετάβασης και επισιτιστικής ασφάλειας, ο Λευτέρης Αυγένακης τόνισε ότι η απάντηση είναι η ισορροπία. «Ισορροπία μεταξύ περιβάλλοντος και αγροτικής ανάπτυξης. Γιατί ναι, η πράσινη μετάβαση πρέπει να συντελεστεί. Αλλά με έναν τρόπο βιώσιμο και ορθό χωρίς να τίθεται εν αμφιβόλω ούτε η επισιτιστική ασφάλεια αλλά ούτε και η βιωσιμότητα των αγροτών μας. Δεν θα αφήσουμε το "πρασίνισμα" του αγροτικού τομέα να γίνει εις βάρος τους. Βασικός στόχος άλλωστε της ΚΑΠ είναι τόσο η εξασφάλιση μιας σταθερής παροχής οικονομικά προσιτών τροφίμων, όσο και η διασφάλιση ενός δίκαιου εισοδήματος για τους απασχολούμενους στον πρωτογενή τομέα».
Και τόνισε ότι με τις αλλαγές που έχουν διασφαλιστεί και όσες προωθούνται η ΚΑΠ θα είναι πάντα ένα χρήσιμο εργαλείο για τον αγρότη. «Θα είναι πάντα επίκαιρη, πάντα αποτελεσματική, πάντα προς το συμφέρον του Έλληνα αγρότη, ένα δομικό εργαλείο για την ανταγωνιστική ανάπτυξη, την προκοπή αλλά και την ασφάλεια όλων όσων δραστηριοποιούνται στον πρωτογενή τομέα». Θα είναι, όπως είπε, η σωστή ΚΑΠ για την Ελλάδα και την Ευρώπη.
Οικοδόμηση εμπιστοσύνης και αξιοπιστίας μεταξύ ιδιωτικού και δημοσίου τομέα
Τέλος ο Λευτέρης Αυγενάκης, αναφέρθηκε στο έργο της «GAIA Επιχειρείν» και εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι με τη νέα ηγεσία της, έχοντας στο τιμόνι της τον έμπειρο καθηγητή Χρήστο Αυγουλά, θα γίνει πράξη η επιδίωξη του ΥΠΑΑΤ «να οικοδομήσουμε μια σχέση εμπιστοσύνης και αξιοπιστίας μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, που θα μας επιτρέψει να βαδίσουμε με σταθερό βήμα μπροστά, σύμμαχοι στην κοινή μας προσπάθεια για μετασχηματισμό του πρωτογενούς τομέα, ώστε αντί για απλά βήματα να κάνουμε άλματα προς όφελος του Έλληνα αγρότη».