Ψηφιακή Κάρτα Εργασίας στους ευαίσθητους κλάδους του επισιτισμού και του τουρισμού εισάγει καθολικά από τον Φεβρουάριο η ηγεσία του αρμόδιου υπουργείου. Μέτρο που ήδη σήμερα «εφαρμόζεται πιλοτικά προκειμένου να εντοπιστούν προβλήματα και αδυναμίες, ούτως ώστε να υπάρξουν διορθώσεις», εξηγεί στο «Μανιφέστο» ο υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Κώστας Καραγκούνης. Παραθέτει αναλυτικά στοιχεία που αφορούν στα μέτρα της κυβέρνησης για αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις, επισημαίνοντας παράλληλα τη μείωση του ποσοστού ανεργίας για πρώτη φορά κάτω από το 10% την τελευταία δεκαπενταετία. Εχοντας θητεύσει ο ίδιος στο υπουργείο Δικαιοσύνης στο παρελθόν, τον ρωτάμε και απαντάει για το ανησυχητικό φαινόμενο της παραβατικότητας των ανηλίκων και τα νέα μέτρα που ανήγγειλε η κυβέρνηση για την εξάλειψή του.
Κύριε υφυπουργέ, ποια είναι τα βασικότερα προβλήματα που εντοπίζονται στην εφαρμογή της Ψηφιακής Κάρτας Εργασίας σε εστίαση και τουρισμό και πότε θα πάψει το μέτρο να είναι πιλοτικό;
Η αλήθεια είναι ότι αυτήν τη στιγμή μέσα από την πιλοτική λειτουργία της ψηφιακής κάρτας στον επισιτισμό και στον τουρισμό, εντοπίζουμε τις όποιες αδυναμίες ή προβλήματα προκύπτουν, καταγράφουμε τις όποιες δυσχέρειες και εδώ είμαστε για να τις επιλύσουμε όπου χρειαστεί. Υπολογίζουμε ότι μετά τον Φλεβάρη θα ισχύσει καθολικά και στους τομείς αυτούς. Σε κάθε περίπτωση αυτό που έχουμε ήδη ως δεδομένο είναι ότι η Κάρτα Εργασίας διασφαλίζει το ωράριο εργασίας των εργαζομένων διά της καταγραφής της υπερεργασίας και της υπερωριακής απασχόλησης μέσω της καθημερινής και άμεσης (σε πραγματικό χρόνο) κοινοποίησης στο Π.Σ. Εργάνη της έναρξης και λήξης εργασίας για κάθε εργαζόμενο, προστατεύει τους εργαζομένους για τη λήψη αμοιβών για υπερεργασία και υπερωρίες που δεν καταβάλλονται και για τη λήψη των αδειών. Επίσης εξασφαλίζει τη διαφάνεια στους ελέγχους από την Επιθεώρηση Εργασίας και κατ’ επέκταση την αντιμετώπιση της αδήλωτης και υποδηλωμένης εργασίας και της εισφοροδιαφυγής, που πλήττουν πρωτίστως τους εργαζόμενους και τις συνεπείς επιχειρήσεις και υπονομεύουν τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας. Μέχρι τώρα έχουν ενταχθεί συνολικά περίπου 73.000 επιχειρήσεις με 700.000 εργαζομένους. Και για να έχετε μια πιο πλήρη εικόνα για τα αποτελέσματα έως τώρα από την εφαρμογή της ψηφιακής κάρτας, σημειώστε ότι ήδη υπάρχει σημαντική αύξηση υπερωριών ανά ενταγμένο κλάδο στην ψηφιακή κάρτα. Διαπιστώνεται ότι από την έναρξη εφαρμογής της ψηφιακής κάρτας, η αύξηση των δηλωθεισών υπερωριών σε σχέση με το προηγούμενο έτος, κατά το οποίο δεν ίσχυε η ψηφιακή κάρτα, είναι σημαντική για όλους τους κλάδους. Πιο συγκεκριμένα:
-Αύξηση 24,4% δηλωθεισών υπερωριών για τα σουπερμάρκετ (το 2022 σε σχέση με το 2021) και σωρευτική αύξηση 61,2% (το 2023 σε σχέση με το 2021).
-Αύξηση 11,3% δηλωθεισών υπερωριών για τις εταιρείες security (το 2023 σε σχέση με το 2022).
-Αύξηση 10,3% δηλωθεισών υπερωριών για τις εταιρείες λιανικού εμπορίου (το 2024 σε σχέση με το 2023).
-Αύξηση 5,4% δηλωθεισών υπερωριών για τον κλάδο βιομηχανίας (το 2024 σε σχέση με το 2023).
-Αύξηση 4,8% δηλωθεισών υπερωριών για τις τράπεζες (το 2022 σε σχέση με το 2021) και σωρευτική αύξηση 14,1% (το 2023 σε σχέση με το 2021).
Καταλαβαίνετε λοιπόν πόσο σημαντικό εργαλείο είναι για τους εργαζομένους αλλά και για τους συνεπείς εργοδότες.
Οι αριθμοί είναι καλοί για την κυβέρνηση όπως, π.χ., ο ρυθμός ανάπτυξης, η αύξηση ΑΕΠ, ωστόσο στα νοικοκυριά επικρατεί ανασφάλεια λόγω της ακρίβειας στην αγορά. Θα καταφέρετε να το αντιστρέψετε και πώς;
Θα το καταφέρουμε αν συνεχίσουμε να στηρίζουμε ακόμη περισσότερο τα εισοδήματα όλων των πολιτών. Και αυτό μπορούμε να το πετύχουμε μόνο με έναν τρόπο. Να δημιουργούμε τις προϋποθέσεις για συνεχή ανάπτυξη και μεγέθυνση της οικονομίας. Αυτό το εφαρμόζουμε με συνέπεια έως τώρα, γι’ αυτό είμαστε σε θέση να αυξάνουμε μισθούς και συντάξεις και να μειώνουμε τα βάρη για τους πολλούς. Αυτό είναι που διώχνει το όποιο αίσθημα ανασφάλειας υπάρχει στους πολίτες και το έχουμε πετύχει σε μεγάλο βαθμό. Και για να το εξειδικεύσω στα του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, για παράδειγμα, δεν είναι τυχαίο ότι αυξάνουμε κάθε χρόνο τις συντάξεις. Για το 2025 η αύξηση θα φτάσει στο 2,5% και παράλληλα με έκτακτη ενίσχυση θα καλύψουμε την προσωπική διαφορά για συντάξεις έως 1.600 ευρώ. Με αυτό τον τρόπο θα καλυφθούν οι απώλειες για όσους έχουν προσωπική διαφορά και έτσι πάνω από 2,5 εκατ. συνταξιούχοι θα δουν αυξήσεις στις αποδοχές τους. Παρόμοια παρέμβαση κάνουμε και με την εισφορά αλληλεγγύης, γεγονός που θα ενισχύσει ακόμη περισσότερο τους συνταξιούχους και το εισόδημά τους. Δεν είναι τυχαίο που μπορούμε και μειώνουμε τις ασφαλιστικές εισφορές κατά 1,5% για το 2025 και μισή ακόμη μονάδα το 2027. Δεν είναι τυχαίο ότι αυξήσαμε και θα συνεχίσουμε να αυξάνουμε τον κατώτατο μισθό και φιλοδοξούμε το 2027 να φθάσει στα 950 ευρώ. Δεν είναι τυχαίο ότι η ανεργία έπεσε για πρώτη φορά κάτω από το 10% μετά από 15 χρόνια. Μόλις το 2019 η ανεργία ήταν στο 17,5% και ειδικά η ανεργία των νέων στο 39,1%. Ολοι οι δείκτες μειώθηκαν στο μισό, ενώ ήδη δουλεύουν 260.000 περισσότερες γυναίκες από το 2019. Ολα αυτά δείχνουν στους πολίτες ότι γίνεται μια σημαντική δουλειά από την κυβέρνηση και ότι μόνο καλύτερα πράγματα έρχονται στο μέλλον.
Ανησυχείτε που, παρότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης δοκιμάζονται με σημαντικές εσωκομματικές διαδικασίες, τα ποσοστά σας παραμένουν χαμηλά δημοσκοπικά; Εχετε καταλήξει στο τι σας κόστισε;
Το έχω πει πολλές φορές ότι μετά τις ευρωεκλογές πράγματι στο πολιτικό τοπίο υπάρχει μια ρευστότητα, διότι η αντιπολίτευση συνολικά βρίσκεται σε περιδίνηση, ο κόσμος δεν τους εμπιστεύεται και ειδικά τον ΣΥΡΙΖΑ που βρίσκεται στα πρόθυρα διάλυσης. Ο κόσμος στρέφει την πλάτη στα κεντροαριστερά κόμματα και η Νέα Δημοκρατία παραμένει ο μοναδικός πόλος αξιοπιστίας και προοπτικής στο πολιτικό σύστημα. Από κει και πέρα, σε μας πέφτει ένα μεγαλύτερο βάρος να ανταποκριθούμε στις προσδοκίες των πολιτών και να δώσουμε λύσεις στα προβλήματα του κόσμου με ιδιαίτερη έμφαση στην καθημερινότητα. Να προτεραιοποιήσουμε πολιτικές ώστε να στεκόμαστε δίπλα στους αδύναμους, να προστατεύουμε τη μεσαία τάξη που αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας, να στηρίζουμε τις επιχειρήσεις και τον παραγωγικό ιστό. Με λίγα λόγια, ο κόσμος περιμένει πολλά από μας και άλλωστε και εμείς σε αυτό θα κριθούμε. Εχουμε πολλή δουλειά να κάνουμε.
Η κυβέρνηση επικαλείται συχνά τη μείωση του ποσοστού ανεργίας αλλά οι μισθοί που δίνονται παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα σε σχέση με το κόστος ζωής. Από τι θα εξαρτηθεί η ενίσχυση του εισοδήματος σε σχέση με το κόστος ζωής;
Το είπα και πριν, ότι κύριο μέλημά μας είναι η αύξηση συνολικά των εισοδημάτων διότι μόνο έτσι θα αντιμετωπίσουμε την πρόκληση της ακρίβειας και του υψηλού πληθωρισμού. Το 2019 ο μέσος μισθός ήταν στα 1.046 ευρώ και τώρα είναι στα 1.290 περίπου. Ο κατώτατος μισθός ήταν στα 650 ευρώ, τώρα είναι 830, θα ανέβει μέσα στο 2025 ακόμη περισσότερο με στόχο το 2027, όπως είπα και πριν, να φθάσει στα 950 ευρώ. Με λίγα λόγια ο μέσος και ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε από τον Ιούλιο του 2019 κατά 20,8% και 27,7 % αντίστοιχα. Για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε αυτές τις πολιτικές και για να έχουμε τη δημοσιονομική δυνατότητα να πετύχουμε αυτό που με ρωτάτε, θα πρέπει να ακολουθήσουμε συγκεκριμένα βήματα. Αυτά που έχουμε δρομολογήσει τα τελευταία πέντε χρόνια και σε ακόμη πιο έντονο βαθμό. Να φέρουμε περισσότερες άμεσες επενδύσεις στη χώρα, να συνεχίσουμε την πολιτική μείωσης των φόρων και των επιβαρύνσεων, να εντείνουμε τη μείωση της γραφειοκρατίας και των εμποδίων που υφίστανται οι επιχειρήσεις, να αυξήσουμε τους ρυθμούς ανάπτυξης και του ΑΕΠ ώστε να είμαστε σε θέση να ενισχύσουμε την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας που αυτομάτως συνεπάγεται και αύξηση των μισθών.
Το τελευταίο διάστημα έχουν ενταθεί τα φαινόμενα βίας ανάμεσα σε ανηλίκους. Ηδη η κυβέρνηση εξήγγειλε κάποια μέτρα για να αντιμετωπιστεί αυτό το μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα. Πιστεύετε ότι τα μέτρα αυτά αρκούν;
Πράγματι η κυβέρνηση ανήγγειλε κάποια σημαντικά μέτρα τόσο σε νομοθετικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο επιχειρησιακής διαχείρισης του προβλήματος. Η αλήθεια είναι ότι μόνο η αυστηροποίηση των ποινών δεν αρκεί. Χρειάζονται και άλλες δράσεις που έχουν να κάνουν με την ενημέρωση, με την επιμόρφωση τόσο των παιδιών όσο και των γονιών. Με πλατφόρμες ενημέρωσης και πρόληψης βίαιων περιστατικών. Αυτά μελετά αυτήν τη στιγμή η κυβέρνηση και είναι σημαντικό ότι για πρώτη φορά δημιουργείται ένα συγκεκριμένο πλαίσιο για αυτές τις περιπτώσεις. Μόνο έτσι θα υπάρξει μια όσο το δυνατόν ολιστική προσέγγιση στο πρόβλημα. Σε κάθε περίπτωση και οι αλλαγές στον ποινικό κώδικα δεν είναι αμελητέες. Οπως, για παράδειγμα, η υποχρεωτική αντικατάσταση του περιοριστικού όρου με προσωρινή κράτηση σε περίπτωση εκ νέου διάπραξης αδικήματος ως προς συγκεκριμένες αξιόποινες πράξεις, η κατάργηση της πλήρους απαλλαγής του δράστη εφόσον ικανοποιήσει πλήρως το θύμα σε περίπτωση κλοπής ή διάρρηξης και απλή πρόβλεψη σχετικού ελαφρυντικού, η αυστηροποίηση της ποινικής μεταχείρισης των γονέων που παραμελούν την εποπτεία των ανηλίκων παιδιών τους και πολλά άλλα. Ο διάλογος προφανώς θα συνεχιστεί και θα εξειδικευθούν ακόμη περισσότερες δράσεις.