Το τελευταίο διάστημα μια λέξη ήταν αυτή που κυριάρχησε στον δημόσιο διάλογο: τοξικότητα. Το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών αποτέλεσε το «όχημα» πάνω στο οποίο επένδυσε η αντιπολίτευση, προκειμένου να δηλητηριάσει τον δημόσιο διάλογο και να αποσταθεροποιήσει την κυβέρνηση.

Το «Μανιφέστο» και σήμερα, ανήμερα της μαύρης επετείου του δυστυχήματος, φιλοξενεί τις απόψεις υπουργών και βουλευτών της κυβέρνησης, σχετικά με την τακτική των κομμάτων της αντιπολίτευσης.

Ο υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Κώστας Καραγκούνης, στέκεται «με απόλυτο σεβασμό απέναντι στην τραγωδία και στο δράμα των συγγενών», αλλά δηλώνει πως οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας και τα κυβερνητικά στελέχη δεν ρίχνουν λάδι«στη φωτιά της πολιτικής τοξικότητας», εν αντιθέσει με την αντιπολίτευση που είδε την τραγωδία των Τεμπών ως «ευκαιρία εκμετάλλευσης και πολιτικής κεφαλαιοποίησης»

Τα κόμματα της αντιπολίτευσης θέλουν να διαιωνίζουν το τοξικό κλίμα

Ολα τα κυβερνητικά στελέχη και οι βουλευτές στη Νέα Δημοκρατία, ο καθένας με τον δικό του τρόπο και τόνο τοποθέτησης, εκφράζουμε κάτι κοινό. Στεκόμαστε με απόλυτο σεβασμό απέναντι στην τραγωδία και στο δράμα των συγγενών, δεν ρίχνουμε λάδι στη φωτιά της πολιτικής τοξικότητας, επισημαίνουμε ότι δεν είμαστε εισαγγελείς και δικαστές και ότι πρέπει τώρα, που τελειώνει το στάδιο της κύριας ανάκρισης, να περιμένουμε τα αποτελέσματα της δικαστικής έρευνας.

Αυτή είναι η θέση μας και με πολλή νηφαλιότητα και πολιτική σύνεση αντιμετωπίζουμε την εξέλιξη των όσων διαμείβονται. Από την άλλη πλευρά είναι οφθαλμοφανές ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης, άλλα λιγότερο και άλλα περισσότερο, έχουν δει τη μεγάλη αυτή τραγωδία ως ευκαιρία εκμετάλλευσης και πολιτικής κεφαλαιοποίησης.

Αντί λοιπόν να συμβάλλουμε όλοι με τη στάση μας, ώστε πράγματι να εξελιχθεί η έρευνα και αμέσως μετά η υπόθεση να πάει απευθείας στο ακροατήριο και να έχουμε τη διακρίβωση και την απόδοση ευθυνών σε όποιον και όπου ανήκουν, δυστυχώς τα κόμματα της αντιπολίτευσης θέλουν να διαιωνίζουν αυτό το τοξικό κλίμα, να το πολλαπλασιάσουν, μήπως κερδίσουν κάτι παραπάνω.

Πού οδηγεί όλο αυτό; Στο να εκτοξεύονται ευθείες απειλές εναντίον συναδέλφων, ευθείες απειλές με τηλεφωνήματα στην ηγεσία της δικαιοσύνης και γενικά μια κατάσταση πολιτικής νοσηρότητας που μόνο αναταραχή και αστάθεια μπορεί να επιφέρει. Η έρευνα θα προχωρήσει, όχι γιατί το λέμε εμείς αλλά γιατί θα το κάνει η δικαιοσύνη. Όλα τα υπόλοιπα δεν βοηθούν ούτε τον κοινοβουλευτισμό ούτε τη δημοκρατία.