Την έκπληξή του για τη διαρροή της ηλεκτρονικής αίτησης που έστειλε στην ΑΔΑΕ, προκειμένου να μάθει εάν κάποια στιγμή έγινε στόχος παρακολούθησης, εκφράζει ο συνταγματολόγος και πρώην ευρωβουλευτής, Κώστας Χρυσόγονος στη συνέντευξή του προς «tomanifesto», υπογραμμίζοντας ότι δεν νοείται να παρακολουθεί η κυβέρνηση την αντιπολίτευση, ενώ προβλέπει και παρέμβαση της Ε.Ε. Οσον για τον ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Χρυσόγονος υποστηρίζει ότι «δυναστεύεται από τον αρρωστημένο πολιτικό ηγεμονισμό του Αλέξη Τσίπρα».

 

Στη Βίκυ Πολύζου

 

Υποπτεύεστε, κύριε Χρυσόγονε, ότι σας παρακολουθούσαν και υποβάλλατε σχετικό ερώτημα στην Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου των Επικοινωνιών;

Θα ήθελα αρχικά να επισημάνω ότι απέστειλα στις 23.8.2022 ηλεκτρονική αίτηση στην ΑΔΑΕ, προκειμένου να με πληροφορήσει αν υπήρξα κάποια στιγμή στο παρελθόν στόχος παρακολούθησης από την ΕΥΠ ή όχι. Αυτό δεν το έκανα επειδή είχα κάποια συγκεκριμένη ένδειξη σε σχέση με το πρόσωπό μου, αλλά για λόγους αρχής, επειδή θεωρώ ότι έχω τέτοιο ατομικό δικαίωμα, κατοχυρωμένο στο σύνταγμα και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Δεν έδωσα καμιά δημοσιότητα στην αίτησή μου, η οποία άλλωστε αφορά προσωπικά μου δεδομένα. Με έκπληξή μου ωστόσο είδα την επομένη, 24.8.2022, το θέμα να προβάλλεται σε τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων. Εδώ υπάρχει μια προφανής δυσλειτουργία της αρμόδιας αρχής, η οποία διακινεί στα ΜΜΕ μια αίτηση που της υπέβαλε κάποιος πολίτης προτού καν δώσει απάντηση στην αίτηση αυτήν. Εκτός βέβαια αν υποθέσουμε ότι δεν επρόκειτο για διαρροή από την ΑΔΑΕ, αλλά για διαδικτυακή παρακολούθηση της ηλεκτρονικής αλληλογραφίας της από κάποιους άλλους, για δικούς της σκοπούς, πράγμα που, αν συμβαίνει, είναι ακόμα χειρότερο.

 

Οι παρακολουθήσεις γίνονται μόνο από την ΕΥΠ ή και από ιδιώτες ή από άλλες χώρες;

Παρακολουθήσεις μπορεί να γίνονται από διάφορους, κράτη ή ιδιώτες, εναντίον πολλών, για τον έναν ή τον άλλον λόγο. Το ζήτημα όμως εδώ είναι η λειτουργία του ελληνικού κράτους. Σε μια κοινοβουλευτική δημοκρατία δεν νοείται να παρακολουθεί η κυβέρνηση μέσω των κρατικών μυστικών υπηρεσιών την αντιπολίτευση, όπως αποδεδειγμένα συνέβη σε βάρος του Νίκου Ανδρουλάκη και του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ. Αυτό βρίσκεται άλλωστε εντελώς έξω από τα ευρωπαϊκά πρότυπα δημοκρατίας και κράτους δικαίου, με την επιπλέον επιβαρυντική περίσταση ότι πρόκειται για εν ενεργεία ευρωβουλευτή. Αναμένω ότι θα υπάρξει ισχυρή αντίδραση από την Ευρωπαϊκή Ενωση απέναντι σε έναν πρωθυπουργό που απέδειξε ότι δεν σέβεται ούτε τους στοιχειώδεις δημοκρατικούς κανόνες.

 

Γιατί επιμένει το ΠΑΣΟΚ ότι ευθύνεται ο πρωθυπουργός, αν και πήρε μέτρα όταν αποκαλύφθηκε η παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη;

Ο πρωθυπουργός ευθύνεται επειδή η ΕΥΠ υπάγεται απευθείας στο γραφείο του, με νόμο που ψηφίστηκε αμέσως μετά τις εκλογές του 2019, και επιπλέον ο (πρώην πια) διοικητής της ήταν προσωπική επιλογή του. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι ο άνθρωπος εκείνος δεν διέθετε καν τα προβλεπόμενα στην ισχύουσα νομοθεσία τυπικά προσόντα για τη θέση αυτήν και έτσι έγινε φωτογραφική τροποποίηση του νόμου (!) λίγες ημέρες μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Το πιθανότερο επομένως είναι ότι ο τελευταίος όχι απλώς γνώριζε, αλλά είχε δώσει και τη σχετική εντολή. Αν πάντως δεν γνώριζε, τούτο θα σήμαινε ότι επέτρεψε στους Κοντολέοντα και Δημητριάδη να εγκαταστήσουν έναν ανέλεγκτο παρακρατικό μηχανισμό δίπλα του, άρα φέρει ακέραιη την πολιτική ευθύνη. Οι Κοντολέων και Δημητριάδης ήταν δικοί του υπάλληλοι (ο δεύτερος μάλιστα και γαμπρός του, δηλαδή προκλητική περίπτωση νεποτισμού και οικογενειοκρατίας). Οσο για τα δήθεν «μέτρα» μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου, άνθρακες ο θησαυρός. Απλώς η μια υπογραφή εισαγγελέα έγινε δύο υπογραφές, χωρίς να αλλάζουν τα πράγματα επί της ουσίας.

 

Προκύπτουν ευθύνες και για τους υπόλοιπους εμπλεκομένους στη λειτουργία της ΕΥΠ την περίοδο της παρακολούθησης;

Προκύπτει ζήτημα ποινικών και πειθαρχικών ευθυνών της εποπτεύουσας την ΕΥΠ εισαγγελέως Εφετών, η οποία αβασάνιστα υπέγραψε διάταξη παρακολούθησης του Νίκου Ανδρουλάκη κατά την εσωκομματική προεκλογική περίοδο, χωρίς προφανώς να συντρέχει κανένας λόγος εθνικής ασφάλειας. Η εκτίμησή μου είναι ότι το περιβάλλον Μητσοτάκη είχε την ελπίδα ότι θα μάθαινε από την παρακολούθηση ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα του μελλοντικού αρχηγού του ΠΑΣΟΚ, για να μπορεί να τον εκβιάζει πολιτικά στη συνέχεια. Επειδή όμως καθαρός ουρανός αστραπές δεν φοβάται, όχι μόνο δεν κέρδισαν τίποτα από την παρακολούθηση, αλλά αυτή μετατράπηκε σε πολιτική βόμβα που έχει εκραγεί στα χέρια τους, ύστερα από τις κινήσεις του Νίκου Ανδρουλάκη προς το Ευρωκοινοβούλιο και προς την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου.

 

Νομιμοποιείται η ΕΥΠ να παρακολουθεί κάποιον πολιτικό για λόγους εθνικής ασφαλείας;

Εδώ οι λόγοι εθνικής ασφάλειας είναι καταφανώς ανύπαρκτοι, για αυτό άλλωστε ο πρωθυπουργός παραδέχθηκε ότι η παρακολούθηση ήταν πολιτικά λάθος, έστω κι αν κατά οργουελικό τρόπο επιχείρησε να την βαπτίσει «νόμιμη επισύνδεση» (!). Σε κάθε περίπτωση, το άρθρο 61 παρ. 3 του συντάγματος προστατεύει το βουλευτικό απόρρητο άμεσα (σε περίπτωση π.χ. ανάκρισης), άρα και έμμεσα (σε ό,τι αφορά την άντληση πληροφοριών για τις επαφές του βουλευτή μέσω τηλεφωνικής παρακολούθησής του).

 

Πώς διαμορφώνεται το πολιτικό σκηνικό μετά τις καταγγελίες του Νίκου Ανδρουλάκη; Κόβεται κάθε γέφυρα συνεννόησης με τη Νέα Δημοκρατία;

Η Νέα Δημοκρατία είναι ένα μεγάλο και ιστορικό κόμμα, που ψηφίζεται σταθερά από ένα σημαντικό μέρος του εκλογικού σώματος. Υπήρχε πριν από την ανάληψη της ηγεσίας της από τον Κυριάκο Μητσοτάκη και υποθέτω πως θα συνεχίσει να υπάρχει και μετά την τυχόν μελλοντική έξοδό του. Αρα δεν πρέπει να την ταυτίζουμε με τον σημερινό αρχηγό της, ο οποίος φαίνεται πως δεν έχει μεγαλύτερο σεβασμό στη δημοκρατία από όσον είχε π.χ. ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον. Γέφυρες συνεννόησης μεταξύ των κοινοβουλευτικών κομμάτων πρέπει να υπάρχουν πάντα σε ένα κοινοβουλευτικό πολίτευμα. Επίσης όμως πρέπει να υπάρχει σεβασμός στους στοιχειώδεις δημοκρατικούς κανόνες και τούτο έλλειψε στην περίπτωση αυτήν.

 

Μπορεί να υπάρξει κανάλι επικοινωνίας και κατ’ επέκταση μετεκλογικής συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ;

Και εδώ ισχύουν κατ’ αναλογία τα ίδια, όπως και για την περίπτωση της Νέας Δημοκρατίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι σήμερα ο βασικός εκφραστής του ιστορικού πολιτικού χώρου της Αριστεράς, ο οποίος όμως δυναστεύεται από τον αρρωστημένο πολιτικό ηγεμονισμό του Αλέξη Τσίπρα. Αλλωστε το περιβάλλον του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ είχε χρησιμοποιήσει παρεμφερείς μεθοδεύσεις κατά του τότε αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, όταν κρινόταν εκεί το ζήτημα των τηλεοπτικών αδειών το 2016.

 

Εχει μεταφερθεί και στο εξωτερικό η πόλωση στην ελληνική πολιτική σκηνή, όπως φάνηκε από το δημοσίευμα του Politico;

Δεν πρόκειται για μεταφορά πόλωσης, αλλά για την αρχή μόνο της αναπόφευκτης ενασχόλησης του διεθνούς Τύπου και των ξένων ΜΜΕ με τις σκοτεινές, αντιδημοκρατικές πρακτικές του Κυριάκου Μητσοτάκη και του περιβάλλοντός του. Εκτός όμως από τον διεθνή Τύπο πρέπει να αναμένεται σύντομα η παρέμβαση και των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

 

Θα είστε υποψήφιος στις προσεχείς εκλογές και, αν ναι, για την ελληνική Βουλή ή για το Ευρωκοινοβούλιο;

Αυτό θα το αποφασίσουν τα αρμόδια όργανα του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ όταν έρθει η ώρα. Σε ό,τι με αφορά, η επιδίωξή μου δεν είναι η ικανοποίηση προσωπικών φιλοδοξιών στον χώρο της πολιτικής. Είμαι καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου και όχι επαγγελματίας πολιτικός. Η χώρα μας όμως αντιμετωπίζει υπαρξιακά προβλήματα και απειλές στις εξωτερικές σχέσεις της, την οικονομία και το δημογραφικό, στα οποία εκτιμώ ότι το νέο ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη και της γενιάς των άφθαρτων στελεχών που τον περιβάλλουν μπορούν να δώσουν πολύ καλύτερες απαντήσεις από ό,τι η δεξιά (Νέα Δημοκρατία) και η αριστερή (ΣΥΡΙΖΑ) συντήρηση. Η μόνη μου επιδίωξη είναι να βοηθήσω, στο μέτρο των δυνάμεών μου, την προσπάθεια αυτήν να γίνει ένα νέο ξεκίνημα για τον τόπο μας και για τα παιδιά μας (και εννοώ όλα, όχι τα «δικά μας» και τα «δικά τους», όπως διαχωρίζουν οι υποστηρικτές του πελατειακού συστήματος).