Η Ζωή Κωνσταντοπούλου επανέρχεται στο προσκήνιο με τη συνήθη υπερβολή και τον καταγγελτικό τόνο, επιδιώκοντας να εκμεταλλευτεί προσωπικές τραγωδίες για πολιτικό κεφάλαιο. Με δηλώσεις που ξεπερνούν τα όρια της στοιχειώδους δεοντολογίας, εμφανίζεται να αμφισβητεί την κυβέρνηση, την εισαγγελική λειτουργία και ακόμη και τις αποφάσεις των δικαστών, υποβαθμίζοντας τη σοβαρότητα της υπόθεσης των Τεμπών σε παραπολιτική αρένα.
Η ίδια η Κωνσταντοπούλου έχει ιστορικό αμφιλεγόμενων και συχνά αυτοαναφορικών αντιπολιτευτικών ενεργειών, που πολλές φορές ξεκινούν από προσωπικές στρατηγικές και όχι από πραγματική υπεράσπιση της δικαιοσύνης. Η τακτική των προκλητικών δηλώσεων και των δημόσιων καταγγελιών έχει γίνει μόνιμο εργαλείο για να διατηρείται στο δημόσιο μάτι, χωρίς να προσφέρει ουσιαστική λύση ή ενημέρωση στους πολίτες.
Από την εκτεταμένη κριτική της Κωνσταντοπούλου δεν γλιτώνουν ούτε οι συνάδελφοί της στη Δικαιοσύνη, ούτε οι θεσμοί που έχουν θεσμοθετημένο ρόλο. Οι ισχυρισμοί της περί κυβερνητικών δελτίων τύπου και χειραγώγησης δικαστών δεν συνοδεύονται από στοιχεία και περιορίζονται σε ρητορικές κορόνες, αποδεικνύοντας ότι η πολιτική της στρατηγική βασίζεται στην πρόκληση εντυπώσεων και όχι στην αντικειμενική διερεύνηση των γεγονότων.
Η Ζωή Κωνσταντοπούλου μετατρέπει μια εθνική τραγωδία σε εργαλείο πολιτικής προβολής. Οι δημόσιες επιθέσεις της, η ατελείωτη ρητορική κορόνα και η επίρριψη ευθυνών σε κράτος και θεσμούς καταστρέφουν κάθε ίχνος αντικειμενικότητας. Δεν υπηρετούν καμία αλήθεια και καμία δικαιοσύνη. Σπέρνει διχασμό, υποδαυλίζει αμφιβολίες και χρησιμοποιεί τη θλίψη για προσωπική αυτοπροβολή.