Μεγάλη η δυσαρέσκεια των πολιτών που χρησιμοποιοιύν την ακτοπλοΐα για τις μετακινήσεις τους. Οι υψηλές τιμές των εισιτηρίων τους έχουν προβληματίσει έντονα. Απαιτείται λύση στο αδιέξοδο. Οι ετήσιες οικονομικές εκθέσεις των μεγάλων εταιριών, των οποίων τα οικονομικά στοιχεία αναλύονται σε μελέτη, δείχνουν την αλήθεια των αριθμών.
Οι ακτοπλοϊκές εταιρίες παρά τα ζοφερά οικονομικά αποτελέσματα, συνεχίζουν απρόσκοπτα τη λειτουργία των πλοίων τους,συνδέοντας τα νησιά με την ενδοχώρα αδιάλειπτα. Γι’ αυτό πρέπει να αναγνωριστεί ο ρόλος των εταιριών και να προκύψουν συνέργειες προς όφελος του λαού. Να προχωρήσει ο νέος σχεδιασμός της ελληνικής ακτοπλοΐας. Εκσυχρονισμός και ευελιξία άμεσα.
Οι ακτοπλοϊκές εταιρίες τα τελευταία 15 χρόνια έχουν περάσει, όπως όλες οι εταιρίες μεταφορών μια σειρά εγχώριων και διεθνών κρίσεων με αποτέλεσμα να μην έχουν τα ιδία κεφάλαια ώστε να χρηματοδοτήσουν την ανανέωση των στόλων τους, η οποία αποτελεί αναγκαία συνθήκη, σύμφωνα με τους ισχύοντες περιβαλλοντικούς κανονισμούς που στοχεύουν μακροχρόνια, σε πλοία με μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα.
H ζήτηση των ακτοπλοϊκών υπηρεσιών στη χώρα μας, συνεχίζει την ανοδική της πορεία μετά την πανδημία του κορωνοϊού, χωρίς να έχει φτάσει ακόμα τα επίπεδα της κίνησης του 2019, χρονιάς που αποτέλεσε μία από τις καλύτερες για την ακτοπλοΐα κατά τα τελευταία έτη. Παρά το γεγονός όμως ότι το 2022 ήταν ένα έτος στο οποίο παρατηρήθηκε αρκετά μεγάλη αύξηση στην κίνηση, η δυσθεώρητη αύξηση των καυσίμων επηρέασε τα οικονομικά αποτελέσματα των εταιριών, οδηγώντας τα ακόμα και σε ζημίες.
Οι αρχικές εκτιμήσεις για την κίνηση κατά το 2023 είναι ότι θα συνεχισθεί η αυξητική τάση που παρατηρήθηκε το 2022, ώστε η επιβατική κίνηση να ανέλθει στα επίπεδα του έτους 2019. Ωστόσο, οι προκλήσεις που τίθενται από τις πληθωριστικές πιέσεις, την εξέλιξη της ενεργειακής κρίσης, τη ραγδαία αύξηση του κόστους χρήματος και τις γενικότερες αρνητικές επιπτώσεις από τον πόλεμο στην Ουκρανία, αποτελούν αστάθμητους παράγοντες που ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά τα οικονομικά αποτελέσματα των ακτοπλοϊκών εταιριών.
Το υψηλό κόστος των καυσίμων το 2022, οδήγησε στην αύξηση των τιμών των εισιτηρίων στα επίπεδα του 35%. Στα μέσα Ιουλίου του 2023, μετά τις διαμαρτυρίες των πολιτών για τη διατήρηση των υψηλών τιμών των εισιτηρίων στα επίπεδα του 2022, ο υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής πολιτικής κ. Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης ενήργησε ταχύτατα και ζήτησε, άμεσες μειώσεις της τάξης του 20% από τους εκπροσώπους των ακτοπλοϊκών εταιριών, ειδικά στα βασικά λιμάνια (Πειραιάς, Ραφήνα, Θεσσαλονίκη, Καβάλα, Βόλος). Κατόπιν παρέμβασης του, οι εταιρίες προχώρησαν σε κινήσεις συμμόρφωσης μέσω ειδικών πακέτων ή οικογενειακών προσφορών.
Η κάθε εταιρία, δεδομένου ότι έχει τη δική της εμπορική πολιτική, και δεν μπορεί να εφαρμοστεί ενιαία πολιτική στις εκπτώσεις, προχώρησε στη διαμόρφωση εκπτωτικών πακέτων σύμφωνα με τις δυνατότητές της και την κοινωνική της ευαισθησία.
Ο κύριος στόχος της πρωτοβουλίας «FuelEU Maritime», ως βασικό μέρος του πακέτου «Fit for 55» της ΕΕ, είναι να αυξήσει τη ζήτηση και τη συνεπή χρήση ανανεώσιμων πηγών καυσίμων και καυσίμων χαμηλών εκπομπών άνθρακα και να μειώσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τον ναυτιλιακό τομέα, διασφαλίζοντας παράλληλα την ομαλή λειτουργία της θαλάσσιας κυκλοφορίας και την αποφυγή στρεβλώσεων στην εσωτερική
αγορά.
Για την Ελλάδα, αναφορικά με τον κανονισμό «FuelEU Maritime», έχει δοθεί εξαίρεση έως τις 31 Δεκεμβρίου του 2029 στα πλοία της ακτοπλοΐας που προσεγγίζουν λιμάνια νησιών με λιγότερους από 200.000 κατοίκους. Ωστόσο, τα πλοία που εκτελούν δρομολόγια στις γραμμές Πάτρας-Ιταλίας και σε νησιά άνω των 200.000 κατοίκων, από το 2024 θα πρέπει να εφαρμόζουν τους δύο κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αφορούν το σύστημα εμπορίας ρύπων ETS (Emission Trading System) και το «FuelEU Maritime».
Σύμφωνα με το σύστημα εμπορίας ρύπων ETS, είναι αυτό που η κάθε ακτοπλοϊκή εταιρία θα πρέπει να αγοράζει για κάθε τόνο καυσίμου που καίει, τη χρηματιστηριακή αξία του διοξειδίου του άνθρακα που εκπέμπει, ενώ παράλληλα η εφαρμογή του κανονισμού της Ε.Ε. «FuelEU Maritime» υποχρεώνει τα πλοία της ακτοπλοΐας να καταναλώνουν καύσιμα χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο, που είναι και ακριβότερα από το κοινό μαζούτ.
Ενώ στην ποντοπόρο ναυτιλία το πλεονέκτημα της εξαγοράς εμπορίας ρύπων ETS είναι ότι η ευθύνη αυτή περνά στον ναυλωτή (ο ρυπαίνων πληρώνει), ωστόσο κάτι τέτοιο δεν ισχύει για την ακτοπλοΐα καθώς οι ίδιες οι εταιρίες είναι και οι διαχειριστές των πλοίων.
Ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας (Σ.Ε.Ε.Ν.) στο πλαίσιο των σκοπών του και των δράσεων προώθησης ερευνητικών, τεχνολογικών και αναπτυξιακών προγραμμάτων και έργων για την επιβατηγό ναυτιλία συνεχίζει να χρηματοδοτεί με ιδίους πόρους την εκπόνηση ερευνητικών έργων, μέσω συμβάσεων ανάθεσης σε Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και ερευνητικά κέντρα της χώρας.
Αντίστοιχη δραστηριότητα έχει και το Ναυτικό Επιμελητήριο της Ελλάδος, το οποίο δρα και ως σύμβουλος του υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής πολιτικής. Τα δύο μέρη, επιμελητήριο και υπουργείο,επενδύουν εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ στην έρευνα και ανάπτυξη του κλάδου της ακτοπλοΐας, ερευνώντας τις εναλλακτικές πηγές καυσίμων.
Το υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής πολιτικής, με πρωτοβουλία του κ. Βαρβιτσιώτη, προχωρά στο σχεδιασμό και τη θέσπιση των κριτηρίων για την αντικατάσταση των πλοίων της ακτοπλοΐας, με στόχο τη μείωση των εκπομπών αερίων και την «πράσινη» μετάβαση του στόλου. Η Ελλάδα οφείλει να αναδιατάξει τις δυνάμεις της στη ναυτιλία και να διεκδικήσει δυναμικά πρωτιές.