Στα κρίσιμα ερωτήματα ενόψει του επικείμενου ελληνοτουρκικού διαλόγου κατά πόσο θα πιέσει η Δύση για «λύση» στα ελληνοτουρκικά αλλά και πόσο θα «προτρέψει» την Αθήνα να κάνει βήματα που η ίδια δεν είναι διατεθειμένη απαντά σε συνέντευξή του στο Liberal ο διεθνολόγος Κωσταντίνος Φίλης.
«Οποιοσδήποτε από τον διεθνή παράγοντα εμπλέκεται στη διαπραγμάτευση δεν υπεισέρχεται στις λεπτομέρειες. Επιθυμεί ήρεμα νερά. Αν από εκεί και πέρα Ελλάδα και Τουρκία οδηγηθούν σε κάποιο συμβιβασμό ή σε επίλυση κάποιας από τις μείζονες διαφορές τους, τότε ασφαλώς και ο ξένος παράγοντας θα το αντιμετωπίσει ως μια πολύ σημαντική επιτυχία, αφού θα επιτυγχάνονταν μια ηρεμία διαρκείας στην Αν. Μεσογείο, χωρίς να κοχλάζουν μόνιμες εστίες κινδύνων»σημειώνει ο κύριος Φίλης.
«Δύο είναι τα ζητήματα στα οποία ενδεχομένως θα μπορούσαμε να δούμε κάποια παρότρυνση, ενθάρρυνση ή πίεση από μέρος ειδικότερα των Αμερικανών.
Το πρώτο αφορά στη δυσαρμονία ανάμεσα στα χωρικά μας ύδατα και τον εναέριο χώρο μας. Μάλιστα, κάποιες -ευτυχώς περιθωριακές- φωνές στο εξωτερικό υποστηρίζουν ότι η Αθήνα θα έπρεπε τον εναέριο χώρο της που βρίσκεται στα 10 μίλια να τον περιορίσει στα 6 μίλια, όσο και τα χωρικά της ύδατα. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει ελληνική κυβέρνηση που θα δεχόταν κάτι τέτοιο.
Το δεύτερο θέμα αφορά σε μια παλιά πρόταση της Άγκυρας, να αποχωρήσει από τα παράλια η 4η στρατιά του Αιγαίου και να προωθηθεί προς την ενδοχώρα με αντάλλαγμα τη μερική αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών.
Είχε πέσει στο τραπέζι από την τουρκική πλευρά σε μια λογική αμοιβαίων υποχωρήσεων κατά τη διάρκεια των διερευνητικών επαφών της πρώτης δεκαετίας του 2000. Δεν είχε γίνει αποδεκτή από τις τότε ελληνικές κυβερνήσεις και πολύ σωστά. Αφενός γιατί η Τουρκία έχει ένα πολύ κακό ιστορικό με τους γείτονές της και τις επεμβάσεις που κάνει, και αφετέρου γιατί είναι μια χώρα με κουλτούρα ανατολίτικη, δηλαδή με εντελώς διαφορετική αντίληψη του χρόνου απ’ ότι εμείς.
Στο εντελώς υποθετικό σενάριο που πετύχαινε τον στόχο της να αποστρατιωτικοποιωθούν έστω και μερικώς τα νησιά του Αν. Αιγαίου είναι ηλίου φαεινότερο ότι μετά από κάποιο διάστημα (20-30 χρόνια) θα ζητούσε κάτι επιπλέον. Εκτιμώ ότι δεν υπάρχει ελληνική κυβέρνηση που θα δεχόταν να συζητήσει κάποιο από τα δύο παραπάνω θέματα.
Σε κάθε περίπτωση, τονίζει ο Κωνσταντίνος Φίλης, πρέπει να έχουμε κατά νου ότι ενόψει του ελληνοτουρκικού διαλόγου οι Αμερικανοί δεν πρόκειται να εμπλακούν σε τεχνικές συζητήσεις, αν και εφόσον φτάσουμε εκεί. Η θέση τους είναι πως θα παρέμβουν μόνο εφόσον οι δύο πλευρές βρεθούν πολύ κοντά σε κάποια συμφωνία, ώστε να συμβάλλουν προκειμένου αυτή να ολοκληρωθεί.
«Επίσης όμως ας έχουμε κατά νου, όπως και όσοι βιάζονται να δουν «νέα σελίδα» στα ελληνοτουρκικά, ότι επί της ουσίας οι ΗΠΑ δεν έχουν αλλάξει τις θέσεις τους απέναντι σε Ελλάδα και Τουρκία. Εξαιρουμένου του Κογκρέσου, το οποίο έχει πάρει πολύ σωστές θέσεις απέναντι στην Άγκυρα (βλ. F-16, S-400) και έχει συνειδητοποιήσει το προφανές, ότι πρέπει να επιβληθούν κάποιοι κανόνες στην Τουρκία, διαφορετικά αυτή θα εκτραπεί, το υπόλοιπο αμερικανικό κατεστημένο διατηρεί την ίδια «ισορροπημένη» στάση απέναντι στις δύο χώρες. Τα καλά λόγια για την Ελλάδα περισσεύουν, ωστόσο ποτέ η Άγκυρα δεν πιέστηκε στην πράξη να αλλάξει έστω πτυχές της αναθεωρητικής της στρατηγικής.
Συμπερασματικά: Εφόσον ξεκινήσει κάποια συζήτηση πάνω σε τεχνικά ζητήματα, ούτε πρέπει να πιστεύει κανείς στην Ελλάδα ότι θα υπάρχει καθημερινή εμπλοκή των Αμερικανών, ούτε όμως και ότι οι ΗΠΑ έχουν «διαβεί τον Ρουβίκωνα» και θα επιδιώξουν να προωθήσουν τις ελληνικές θέσεις στην Τουρκία».