Η πολιτική κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι δεδομένη. Το αναγνωρίζει επισήμως και ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως φάνηκε από τις δηλώσεις της εκπροσώπου Τύπου του κόμματος, Δώρας Αυγέρη. Η χώρα έχει μια ισχυρή κυβέρνηση, δεν έχει όμως αντιπολίτευση και δεν έχει και αξιωματική αντιπολίτευση. Τα περί «ενάμισου κόμματος» που γράφονται πριν από τις εθνικές εκλογές με τις αυτοδιοικητικές τείνουν να γίνουν «ένα κόμμα και κάτι».

Στις φιλελεύθερες δημοκρατίες ο ρόλος της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι σημαντικός. Με την προϋπόθεση ότι δεν θα είναι τοξικός. Δεν θα είναι δηλαδή ρόλος ανάλογος με αυτόν που είχε επιλέξει για τον ΣΥΡΙΖΑ ο Αλέξης Τσίπρας και συνεχίζει σήμερα ο διάδοχός του Στέφανος Κασσελάκης, τοποθετώντας τον ιδρυτή του πολακισμού, τον Παύλο Πολάκη, σε θέση σχεδόν ηγετική.

Η αντιπολίτευση είναι ανύπαρκτη. Ο ΣΥΡΙΖΑ κατέρρευσε και το ΠΑΣΟΚ,  που θέλει να τον διαδεχθεί, ακολουθεί τον ίδιο δρόμο. Αυτόν του λαϊκισμού, των επιθέσεων κατά της κυβέρνησης και σε μερικές περιπτώσεις και κατά του πρωθυπουργού σε προσωπικό επίπεδο. Και όχι μόνο. Αναζητεί συμμαχίες για να πετύχει μία με δύο νίκες σε επίπεδο αυτοδιοικητικό και κινδυνεύει να συνταχθεί με εκπροσώπους του ΣΥΡΙΖΑ, του βαθέος ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να πετύχει καν τον στόχο του και να εκτεθεί σε όλους όσοι έχουν δηλώσει πως δεν επιθυμούν συνεργασίες με τους υβριστές τους.

Τα δύο κόμματα. Το δεύτερο και το τρίτο της Βουλής, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, εμφανίζονται να διαγκωνίζονται για ένα πουκάμισο αδειανό. Με τα ποσοστά που διαθέτουν όποιο και αν είναι δεύτερο δεν έχουν τη δυνατότητα άσκησης αντιπολίτευσης με πειστικό ή ακόμη και με πιεστικό τρόπο προς την κυβέρνηση, η οποία από την πλευρά της οφείλει πλέον να προωθήσει τις μεταρρυθμίσεις που θα οδηγήσουν στην ανάταξη της χώρας.

«Είναι μεγάλη ευθύνη, αφού ο κόσμος έβαλε τον πήχη πολύ ψηλά, δεν υπάρχει και πολιτικό άλλοθι να εγκλωβιστούμε σε ισορροπίες. Η κυβέρνηση θα πρέπει να επιδείξει προσαρμοστικότητα» δήλωνε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στις 20 Ιουνίου, στο διάστημα μεταξύ των πρώτων και των δεύτερων εθνικών εκλογών.

Και πρόσθετε: «Η αντιπολίτευση θα ψάχνεται για πολύ καιρό, εμείς θα πρέπει να είμαστε η αντιπολίτευση του εαυτού μας, θα έχουμε τα αυτιά μας ανοιχτά, όσο καλύτερο το αποτέλεσμα τόσο πιο αυστηρός θα είμαι σε οποιαδήποτε αλαζονική συμπεριφορά».

Οι αυτοδιοικητικές εκλογές ήρθαν να επιβεβαιώσουν πως η αντιπολίτευση όχι απλά θα ψάχνεται για πολύ καιρό, αλλά θα την ψάχνουν και οι πολίτες που εξακολουθούν να στηρίζουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη για την εύρεση λύσεων στα προβλήματα και της καθημερινότητας.

Το κενό που καταγράφεται στο πολιτικό σκηνικό είναι μεγάλο. Κανείς από τους σημερινούς… μνηστήρες δεν δείχνει ικανός να το καλύψει. Να πείσει τους πολίτες πως διαθέτει προτάσεις, προγραμματικό λόγο και σχέδιο που να συνδέεται άμεσα με το παρόν και το μέλλον της χώρας. Η φράση που έγινε νέα μόδα, η γείωση με την κοινωνία, προς το παρόν δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα της αντιπολίτευσης, με την κατάσταση που βιώνουν τα δύο κόμματα, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ.

Και το βασικότερο, δεν υπάρχει το πρόσωπο που θα αντιπαρατεθεί με τον πρωθυπουργό για να δημιουργήσει την αίσθηση μιας κυβερνησιμότητας μετά τη διάλυση του αφηγήματος της κυβερνώσας Αριστεράς.