Τον ρόλο της διαχείρισης φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών στο σύγχρονο περιβάλλον ασφάλειας, ανέδειξε ο υπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, Γιάννης Κεφαλογιάννης.
«Η ασφάλεια δεν νοείται πλέον με όρους αποκλειστικά στρατιωτικούς», αλλά ως ένα ενιαίο σύστημα λειτουργιών που περιλαμβάνει κρίσιμους τομείς όπως το περιβάλλον, την ενέργεια, την τεχνολογία, την οικονομία και την κοινωνική συνοχή, τόνισε μεταξύ άλλων , σε ομιλία του στη Σχολή Εθνικής Ασφάλειας της Ελληνικής Αστυνομίας.
Ο υπουργός εξήγησε ότι η Ελλάδα, λόγω της γεωγραφίας και της αυξανόμενης κλιματικής ευαισθησίας, βρίσκεται αντιμέτωπη με σύνθετες προκλήσεις, γεγονός που καθιστά κρίσιμη την υιοθέτηση μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης ασφάλειας.
Όπως ανέφερε, «η Πολιτική Προστασία δεν είναι μόνο υπηρεσία διαχείρισης συμβάντων, είναι δομικό στοιχείο της εθνικής ανθεκτικότητας», επισημαίνοντας ότι μεγάλα συμβάντα όπως πυρκαγιές και πλημμύρες αποτελούν «άσκηση συντονισμού θεσμών, ελέγχου πληροφοριών και ανθεκτικότητας του κράτους».
Παρουσιάζοντας τα θεσμικά και λειτουργικά εμπόδια που επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα του μηχανισμού, ο κ. Κεφαλογιάννης αναφέρθηκε στον κατακερματισμό αρμοδιοτήτων, την έλλειψη κοινής επιχειρησιακής γλώσσας, εκπαίδευσης, ασκήσεων και αξιοποίησης επιστημονικής γνώσης, την κουλτούρα προσωποπαγούς διοίκησης, γραφειοκρατίας, την αδύναμη κουλτούρα επιχειρησιακής ευθύνης, την απουσία κουλτούρας «after action review» ( ανασκόπηση μετά τη δράση) την πολιτικοποίηση κρίσεων, την xαμηλή εμπιστοσύνη μεταξύ φορέων και τον περιορισμένο μηχανισμό αποτίμησης μετά από κρίσεις.
«Η πληροφορία που χάνεται στο πρώτο δίωρο μιας κρίσης είναι συνήθως η πιο κρίσιμη», τόνισε χαρακτηριστικά, υπογραμμίζοντας την ανάγκη θεσμικής αναδιάρθρωσης και τη «δημιουργία μιας κοινής κουλτούρας εθνικής ασφάλειας που δεν είναι πολυτέλεια αλλά στρατηγική αναγκαιότητα».
Στη συνέχεια, ο υπουργός παρουσίασε πέντε άξονες, τους οποίες χαρακτήρισε «θεμέλιο μιας νέας κοινής κουλτούρας εθνικής ασφάλειας».
Ολιστική Προσέγγιση Ασφάλειας
Ο κ. Κεφαλογιάννης υπογράμμισε ότι η ασφάλεια πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ενιαίο οικοσύστημα, όπου οι στρατιωτικές, πολιτικές, κοινωνικές, περιβαλλοντικές και τεχνολογικές λειτουργίες συνδέονται σε ένα κοινό πλαίσιο. «Η ασφάλεια δεν διαχωρίζεται σε στρατιωτική, πολιτική ή περιβαλλοντική. Είναι ενιαίο σύστημα λειτουργιών που διασφαλίζει τη συνέχεια του κράτους», σημείωσε, τονίζοντας ότι η απειλή σε έναν τομέα μπορεί να μεταδοθεί και σε άλλους.
Η ανθεκτικότητα ως μορφή ισχύος
Επιπλέον, ο υπουργός τόνισε ότι η ικανότητα ενός κράτους να προβλέπει, να προσαρμόζεται και να ανακάμπτει γρήγορα από κρίσεις συνιστά νέα μορφή εθνικής ισχύος. Η γρήγορη αποκατάσταση ζημιών, η υποστήριξη των πληγέντων και η επαναφορά των κρίσιμων λειτουργιών αποτελούν, όπως είπε, δείκτες πραγματικής επιχειρησιακής και θεσμικής δύναμης. «Η ταχύτητα με την οποία αποκαθίσταται η κανονικότητα καθορίζει το επίπεδο κοινωνικής συνοχής», σημείωσε.
Θεσμική συνεργασία - Όχι περιστασιακή
Ο υπουργός επεσήμανε ότι ο συντονισμός δεν μπορεί να βασίζεται σε προσωπικές πρωτοβουλίες ή άτυπες γραμμές επικοινωνίας και προσέθεσε ότι χρειάζεται ενιαίο δόγμα συνεργασίας, κοινή επιχειρησιακή γλώσσα και τυποποιημένες διαδικασίες. Η συνεργασία, όπως ανέφερε, πρέπει να είναι θεσμικά κατοχυρωμένη και όχι αποτέλεσμα ad hoc ενεργειών. «Αν δεν υπάρχει ενιαίο δόγμα επιχειρησιακής συνεργασίας, η ισχύς των επιμέρους φορέων δεν αθροίζεται· εξουδετερώνεται», είπε χαρακτηριστικά.
Εκπαίδευση και ασκήσεις ως θεμέλιο ετοιμότητας
Ο κ. Κεφαλογιάννης υπογράμμισε ότι η διαλειτουργικότητα χτίζεται μόνο μέσω κοινής εκπαίδευσης και ρεαλιστικών ασκήσεων. Η χώρα, όπως σημείωσε, χρειάζεται ένα ενιαίο Εθνικό Πρόγραμμα Εκπαίδευσης και Ασκήσεων Διαχείρισης Κρίσεων, με υποχρεωτική συμμετοχή όλων των κρίσιμων φορέων. «Η συνεργασία δεν μπορεί να μαθαίνεται μέσα στην κρίση», ανέφερε, επισημαίνοντας την ανάγκη δοκιμασμένων πρωτοκόλλων πριν από οποιοδήποτε συμβάν.
Εμπιστοσύνη ως καύσιμο του συστήματος ασφάλειας
Παράλληλα, ο κ. Κεφαλογιάννης, αναγνώρισε την έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ φορέων ως έναν από τους σοβαρότερους περιορισμούς του σημερινού συστήματος, ενώ τόνισε την ανάγκη διαφανών διαδικασιών, ανοικτής διαμοίρασης πληροφοριών, ενιαίων βάσεων δεδομένων και σταθερής επικοινωνίας μεταξύ πολιτικών, επιχειρησιακών και επιστημονικών φορέων. Όπως σημείωσε, «η εμπιστοσύνη είναι το καύσιμο του συστήματος» και αποτελεί θεμέλιο κάθε μορφής εθνικής ασφάλειας.
Ολοκληρώνοντας την ομιλία του, ο υπουργός προέτρεψε για μετάβαση από ένα μοντέλο αποσπασματικής αντίδρασης σε ένα συνεκτικό σύστημα ενιαίας διαχείρισης κινδύνων. «Η εθνική ασφάλεια του 21ου αιώνα δεν θα κριθεί από τον αριθμό των μηχανισμών που διαθέτουμε, αλλά από τον βαθμό συντονισμού, συνέχειας και προσαρμοστικότητας που μπορούμε να επιτύχουμε», σημείωσε, υπογραμμίζοντας ότι κάθε κρίση πρέπει να αποτελεί εργαλείο μάθησης, τεκμηρίωσης και θεσμικής βελτίωσης.
Κλείνοντας, ο υπουργός απάντησε σε ερωτήσεις των σπουδαστών και ευχαρίστησε τη Σχολή Εθνικής Ασφάλειας για την πρόσκληση, επισημαίνοντας την ανάγκη συνεχούς διαλόγου και σύμπραξης μεταξύ πολιτικών, επιχειρησιακών και επιστημονικών φορέων για την οικοδόμηση ενός πραγματικά ανθεκτικού κράτους.