Ιανουάριος με έκδοση ελληνικού ομολόγου, «τρέξιμο» για την 13 αξιολόγηση -με στόχο την έξοδο από την εποπτεία το καλοκαίρι -και προς ολοταχώς για το πρώτο ραντεβού της χρονιάς με τον οίκο αξιολόγησης Fitch.
Παρά τον πρωταγωνιστικό ρόλο που έχουν οι εξελίξεις και οι αβεβαιότητες γύρω από τις μεταλλάξεις της πανδημίας η οικονομία έχει κρίσιμα ραντεβού τις προσεχείς εβδομάδες από τα οποία θα κριθούν οι επόμενοι βηματισμοί του υπουργείου Οικονομικών έως το καλοκαίρι.
Ο παράγοντας της διάρκειας των δίδυμων κρίσεων (υγειονομική και ενεργειακή) αποτελεί νούμερο ένα ζήτημα στενής παρακολούθησης κατά τον μήνα Ιανουάριο από το οικονομικό επιτελείο με το βλέμμα στη δύσκολη εξίσωση της στήριξης της οικονομίας – εργαζομένων όσο και στην συνετή πολιτική. Και αυτό διότι ο τρέχων μήνας έφερε νέα περιοριστικά μέτρα άρα και η διάρκεια θα κρίνει το εύρος του οικονομικού πακέτου, το κόστος στον προϋπολογισμό, στα κρατικά έσοδα και στην πορεία της οικονομία για το 2022.
Ακόμα είναι αβέβαιο αν οι περιορισμοί λόγω της έξαρσης των κρουσμάτων από την Omicron θα διαρκέσουν και μετά τις 16 Ιανουάριο ωστόσο οι ανησυχείς για τις επιπτώσεις σε τζίρους και έσοδα είναι έντονες – σε συνδυασμό και με το κύμα ανατιμήσεων που φρενάρει την κατανάλωση.
Από την κυβέρνηση διαμηνύεται ότι το φαινόμενο είναι δυναμικό και τα οικονομικά μέτρα θα προσαρμόζονται αναλόγως των αναγκών που επιβάλλουν οι εξελίξεις.
Στο τραπέζι υπάρχουν εισηγήσεις και προτάσεις όπως οι παρατάσεις φορολογικών υποχρεώσεων, το «κούρεμα» των επιστρεπτέων προκαταβολών και ενοικίων. Οι όποιες αποφάσεις αναμένονται να ανακοινώνονται σταδιακά και σε πρώτη πρώτη φάση στόχευση είναι τα άμεσα μέτρα στήριξης σε πληττόμενους κλάδους και εργαζομένους εφόσον υπάρξει παράταση των περιοριστικών μέτρων.
Από το υπουργείο Οικονομικών έχει σχεδιαστεί ένας δρόμος κινήσεων με κύριο στόχο την έξοδο από την ενισχυμένη εποπτεία από τον Ιούνιο, την πρόωρη αποπληρωμή δανείων του πρώτου Μνημονίου – ΔΝΤ (περί τα 7 δισ. ευρώ) και ταυτόχρονα να εφαρμοστεί αποτελεσματικό το σχέδιο επενδύσεων (και από το Ταμείο Ανάκαμψης) όπως και η σταδιακή επιστροφή σε πλεονάσματα με όχημα την ανάπτυξη- με ταυτόχρονη στήριξη σε ευάλωτα νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Κρίσιμο είναι να μην ανατραπούν οι υψηλές προσδοκίες για μία συσσωρευτική ανάπτυξη 11,7% στη διετία 20221-2022, αλλά και ο σκοπός των αναβαθμίσεων από τους οίκους αξιολόγησης κατά τη διάρκεια της χρονιάς.
Τα ραντεβού του Ιανουαρίου στη σκιά της πανδημίας και της ακρίβειας
ΕΞΟΔΟΣ ΜΕ 10ετές. Κατά την επόμενη εβδομάδα εκτιμάται ότι είναι πιθανό να γίνει η πρώτη έξοδος της Ελλάδας στις αγορές για το 2022. Το πλάνο είναι η χώρα να δανειστεί 10 – 12 δισ. ευρώ το 2022 με την έκδοση βραχυπρόθεσμων και μακροχρόνιων ομολόγων, ενώ στα σκαριά βρίσκεται και η πρώτη έκδοση “πράσινου” ομολόγου το πρώτο εξάμηνο του 2022.
Οι αναλυτές εκτιμούν ότι η πρεμιέρα το 2022 θα γίνει με ένα νέο 10ετές ομόλογο τον Ιανουάριο για την άντληση 3,5 δισ. ευρώ, συνεχίζοντας με ένα νέο 5ετές τον Μάρτιο για την άντληση 1,5 δισ. ευρώ, ενώ το α’ τρίμηνο θα ολοκληρωθεί με το re-opening του 30ετούς ομολόγου για την άντληση 1 δισ. Ευρώ.
Τα σχετικά υψηλά ταμειακά διαθέσιμα ( ανω των 32 δισ. ευρώ) και ο φθηνός δανεισμός βοηθά -πέραν από το μαξιλάρι για τη διαχείριση της πανδημίας και άλλων κρίσεων -και στο σχεδιασμό του υπουργείου Οικονομικών για την πρόωρη αποπληρωμή δανείων του πρώτου Μνημονίου – ΔΝΤ (περί τα 7 δισ. ευρώ) και ταυτόχρονα να εφαρμοστεί αποτελεσματικά το σχέδιο για σταδιακή επιστροφή σε πλεονάσματα. Σημειώνεται ότι το 2021 η Ελλάδα άντλησε 15,5 δισ. ευρώ από τις αγορές και μέσω του private placement του 30ετούς ομολόγου.
ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΞΟΔΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΟΠΤΕΙΑ. Σε ρυθμούς αξιολόγησης θα κινείται ο Ιανουάριος καθώς την επόμενη εβδομάδα ξεκινούν σε τεχνικό επίπεδο οι τηλεδιασκέψεις για την προτελευταία αξιολόγηση πριν την έξοδο από την ενισχυμένη εποπτεία.
Γύρω στις 24- 25 του μηνός τη σκυτάλη αναμένεται να πάρουν οι επικεφαλής των Θεσμών έχοντας συναντήσεις με τους αρμόδιους υπουργούς. Στο επίκεντρο αναμένεται να βρεθούν οι αντοχές του κρατικού προϋπολογισμού με αιχμή τα νέα μέτρα στήριξης για την πανδημία αλλά και έναντι της ενεργειακής κρίσης.
Μένουν επίσης μία σειρά από εκκρεμότητες όπως η αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, οι εκκρεμείς συντάξεις, ζητήματα της δικαιοσύνης, ο φορέας του ιδιωτικού χρέους, θέματα που αφορούν το υπουργείο Υγείας κλπ.
Επίσης πρέπει να τρέξει η μεταρρύθμιση του νέου ΕΝΦΙΑ με τις πληρωμές να ξεκινούν τον Μάρτιο του 2022. Η έκθεση αναμένεται να δημοσιοποιηθεί τον Φεβρουάριο και να επικυρωθεί στο Eurogroup της 14ης Μαρτίου, χωρίς η εν λόγω αξιολόγηση να συνδέεται με την εκταμίευση δόσης από τα κέρδη διακράτησης ελληνικών ομολόγων. Το κλείσιμο των εκκρεμοτήτων είναι κρίσιμο καθότι συνδέεται με τις συζητήσεις της Ελλάδας για την έξοδο από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας.
Σύμφωνα με τον αρχικό οδικό χάρτη (βάσει των αποφάσεων αποφάσεις του Eurogroup τον Ιούνιο 2018) η Ελλάδα θα έχει ολοκληρώσει την τελευταία αξιολόγηση για την ενισχυμένη εποπτεία τον Ιούνιο του 2022 με τυπική έξοδο τον Αύγουστο. Δεδομένου ότι η Ελλάδα δεν έχει ακόμα κατακτήσει την επενδυτική βαθμίδα – αλλά έχει την ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας- η εν λόγω αξιολόγηση είναι κομβικής σημασίας για την επιστροφή στην οικονομική κανονικότητα και στόχος της κυβέρνησης είναι το τέλος της ενισχυμένης εποπτείας τον προσεχή Ιούνιο.
Με προϋπόθεση ότι η υγειονομική και ενεργειακή κρίση δεν θα φέρει ανατροπές στόχος είναι να κλείσουν οι εκκρεμότητες λαμβάνοντας το θετική έκθεση από τους θεσμούς τον προσεχή Μάρτιο.
ΠΡΟΩΡΗ ΑΠΟΠΛΗΡΩΜΗ ΔΝΤ. Μετά τα μέσα προς τέλη Ιανουαρίου αναμένεται η ολοκλήρωση της διαδικασίας αποπληρωμής του δανείου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου με το σχετικό αίτημα να έχει υποβληθεί και να αναμένεται το πράσινο φως από τον ΕSM. Ως προς τα δάνεια που απομένουν η Ελλάδα θα πρέπει να καταβάλει περίπου 1,8 δισ. ευρώ: 123 εκατ. ευρώ στα τέλη του 2022, 1,31 δισ. ευρώ το 2023 και ακόμα 287 εκατ. ευρώ το 2024. Η χώρα μας έχει προχωρήσει στην πρόωρη αποπληρωμή περίπου 6 δισ. ευρώ.
ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΜΕ ΤΗ FITCH. Στις 14 Ιανουαρίου αναμένεται το πρώτο ραντεβού της χώρας με τους οίκους αξιολόγησης και συγκειομένα με την Fitch. Μετά την απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ανοίγεται μία ισχυρή πιθανότητα η Ελλάδα να επιστρέψει στην επενδυτική βαθμίδα πριν το 2023, ένα έτος που είναι ο στόχος του υπουργείου Οικονομικών.
Ο νέος κύριος αξιολογήσεων έρχεται από τον Ιανουάριο και διαδραματίζει σημαντικό ρόλο η ψήφος εμπιστοσύνης για την ελληνική οικονομία και η ειδική αναφορά της προέδρου, Κριστίν Λαγκάρντ, που έδωσε σήμα στις διεθνείς αγορές και επενδυτές ότι τα ελληνικά ομόλογα θα μείνουν κάτω από την “ασπίδα” του έκτακτου προγράμματος αγορών λόγω της πανδημίας (PEPP) και μετά τον Μάρτιο.
Σημειώνεται ότι από την «αποκομιδή» του 2021 ο οίκος S&P έχει αναβαθμίσει την χώρα στο BB, ενώ στην ίδια κλίμακα ΒΒ είναι η αξιολόγηση του οίκου Fitch. Χαμηλότερη είναι η αξιολόγηση του Moody’s, στο Ba3 με σταθερές προοπτικές. Το φθινόπωρο ο οίκος αξιολόγησης DBRS Morningstar προχώρησε στην αναβάθμιση κατά ένα σκαλοπάτι σε ΒΒ από ΒΒ (Low), με θετικές προοπτικές.
Είχε προηγηθεί μια εβδομάδα πριν η αναβάθμιση από τη «Scope Ratings» ( ΒΒ+ από ΒΒ). H ελληνική οικονομία ακόμα δεν έχει τυπικά κλείσει το “τραύμα” της κρίσης του 2009. Όταν δηλαδή η Ελλάδα μπήκε στην κατηγορία junk.
H “άφιξη” της επενδυτικής βαθμίδας έχει καθυστερήσει λόγω της υγειονομικής κρίσης και όπως παραδέχονται δημοσίως αναλυτές και ευρωπαίοι αξιωματούχοι το αξιόχρεο θα είχε αναβαθμιστεί ήδη αν δεν είχε τρομοκρατήσει τον πλανήτη η εξάπλωση του δολοφονικού ιου.
Πηγή: Οικονομικός Ταχυδρόμος