Η πολιτική σταθερότητα που έχει επικρατήσει στη χώρα είναι ο τελικός στόχος των αφηγημάτων που στήνονται και των σεναρίων που κατασκευάζονται. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξεκαθάρισε ότι δεν θα επιτρέψει σε κανέναν να γκρεμίσει αυτό που με κόπο χτίστηκε. Εν τούτοις οι… ενδιαφερόμενοι που θέτουν στόχο την «ομηρία» της σημερινής κυβέρνησης επιμένουν.
Είτε με τη στήριξη ακροδεξιών σχημάτων είτε με τη διαρκή αναζήτηση κεντροαριστερής προέλευσης δήθεν Μεσσία βρίσκεται σε εξέλιξη μια διαδικασία αποδόμησης του πρωθυπουργού, της κυβέρνησης αλλά και της ίδιας της κυβερνώσας παράταξης που στάθηκε ανάχωμα στη διάλυση της χώρας βάζοντας πλάτη στις πιο δύσκολες στιγμές.
Ποιος μπορεί να πει με σιγουριά τι θα γινόταν όταν μετά τη μεγαλειώδη «κωλοτούμπα» του γεμάτου αυταπάτες Αλέξη Τσίπρα και την αποχώρηση από τον ΣΥΡΙΖΑ και την τότε κυβέρνησή του, 25 βουλευτών, η Νέα Δημοκρατία δεν έβαζε πλάτη για να μη χρεοκοπήσει η χώρα και βρεθεί στη δραχμή, στην οποία συμφέροντα εμφανίζονταν να έχουν επενδύσει έχοντας σημαντικούς πόρους στο εξωτερικό;
Ποιος μπορεί να πει τι θα γινόταν το 2020 αν δεν ήταν κυβέρνηση η ΝΔ με την υβριδική επίθεση στον Έβρο; Ή τι εξελίξεις θα είχαμε με την πανδημία όταν για παράδειγμα ο πρώην αναπληρωτής Υγείας –επί κυβερνήσεων Αλέξη Τσίπρα– τασσόταν κατά των εμβολίων με τον αρχηγό του να καταγγέλλει ακόμη και το lockdown υποστηρίζοντας πως δεν υπάρχουν και δεν θα βρεθούν εμβόλια καλώντας τους πολίτες να πηγαίνουν στα συλλαλητήρια που διοργάνωναν μέχρι και για τον… Δημήτρη Κουφοντίνα;
Και όμως από το 2019 κατέστη εφικτό να υπάρχει πολιτική σταθερότητα. Με μια χώρα αναβαθμισμένη στο εξωτερικό, στη διεθνή σκηνή και στη γεωπολιτική σκακιέρα της Ανατολικής Μεσογείου. Αυτό φαίνεται πως κάποιους ενοχλεί. Κυρίως όμως ενοχλεί ότι για πρώτη φορά ένας πρωθυπουργός εμφανίζεται διατεθειμένος να προχωρήσει σε όλες τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις προς όφελος του κοινωνικού συνόλου.
Μόνο που οι μεταρρυθμίσεις αυτές κάποιους ξεβολεύουν. Και επιχειρούν να δείξουν τα δόντια τους στέλνοντας μηνύματα και απειλώντας ουσιαστικά τη σταθερότητα της χώρας. Το 28% των ευρωεκλογών τούς έδωσε τη δυνατότητα με κάποιους αναλυτές να κάνουν λόγο ακόμη και για το τέλος των μονοκομματικών κυβερνήσεων. Το ερώτημα είναι αν αυτό το θέλει η πλειοψηφία.
Στην Ελλάδα έγιναν πειράματα. Δοκιμάστηκε και το «κάτι άλλο». Βγήκαν κυβερνήσεις βασισμένες στην οργή και το θυμικό. Έπαιξαν με τους θεσμούς όπως έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας το 2014 για να ρίξει την τότε κυβέρνηση και ν' αναλάβει να… σώσει τη χώρα. Τα αποτελέσματα, γνωστά.