Με ποινές φυλάκισης από εννέα έως δεκαπέντε μήνες πλήρωσαν τα... μαϊμού βοσκοτόπια στον Γράμμο επτά άτομα δύο οικογενειών από τη Θεσσαλία. Το Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων τούς κήρυξε ένοχους για πλημμεληματική απάτη και τους καταδίκασε σε φυλάκιση με τριετή αναστολή. Δικαστής και εισαγγελέας δεν πείστηκαν από την ενέργεια ορισμένων εκ των καταδικασθέντων να επιστρέψουν τις παράνομες ευρωπαϊκές επιδοτήσεις πριν από το δικαστήριο και απέρριψαν το σχετικό ελαφρυντικό της ειλικρινούς μεταμέλειας μετά την πράξη. 

Οπως είπε χαρακτηριστικά η εντεταλμένη Ευρωπαία Εισαγγελέας, Καλλιόπη Νταγιάντα, οι τρεις καταδικασθέντες επέστρεψαν τα χρήματα «αφού τους είχαν επιδοθεί οι ατομικές ειδοποιήσεις και μια εξ αυτών αφού εξαντλήθηκαν τα ένδικα μέσα. Επέστρεψαν τα ποσά για να αποφύγουν τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης και όχι επειδή επέδειξαν μετάνοια. Αν είχαν επιστραφεί πριν από τον έλεγχο οικειοθελώς, τότε θα μπορούσε να στοιχειοθετηθεί η ειλικρινής μετάνοια και να χαίρουν της ελαφρυντικής περίστασης».

Το δικαστήριο επίσης είπε «όχι» στον ισχυρισμό ορισμένων κατηγορουμένων ότι θα έπρεπε να εξαλειφθεί το αξιόποινο της πράξης τους, λόγω επιστροφής των χρηματικών ποσών.

Η μητέρα, ο γιος, η κόρη και η νύφη είναι τα τέσσερα μέλη της πρώτης οικογένειας που βρέθηκαν ξαφνικά να κληρονομούν χιλιάδες στρέμματα δημόσιας δασικής έκτασης στον Γράμμο. Δύο χρόνια μετά τον θάνατο του πατέρα της οικογένειας, ανακάλυψαν την ιδιόγραφη διαθήκη του με την οποία τους άφηνε τις εκτάσεις αυτές, χωρίς όμως ποτέ ο ίδιος να τις έχει δηλώσει στο Ε9, όσο ζούσε. Παρά τους αρχικούς δισταγμούς τους να παρουσιάσουν τη διαθήκη, φοβούμενοι ότι θα επιβαρυνθούν φορολογικά, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς τους, αφού πέρασαν άλλα δύο χρόνια, τελικά το αποφάσισαν. Το 2020, δήλωσαν στο Ε9 τις εκτάσεις αυτές οι οποίες, με βάση τη διαθήκη του πατέρα τους, χαρακτηρίζονταν ως βοσκότοποι.

Η δεύτερη οικογένεια, αποτελούμενη από τον πατέρα, ο οποίος φέρεται να είχε κομβική θέση ως υπεύθυνος στο Γραφείο Υποδοχής αιτήσεων για τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις στη Θεσσαλία, τον γιο του, πολιτικό μηχανικό στο επάγγελμα, και τη δικηγόρο κόρη του, μίσθωσαν τα επίμαχα βοσκοτόπια έναντι 10 ευρώ το στρέμμα. Ως νέοι αγρότες, κατάφεραν μάλιστα να εισπράξουν ευρωπαϊκές επιδοτήσεις, συνολικού ύψους περίπου 177.000 ευρώ, μέσα στη διετία 2019-2020.

Στην απολογία τους, οι κατηγορούμενοι φερόμενοι ως ιδιοκτήτες των εκτάσεων αρνήθηκαν πως υπήρξε κάποια παρατυπία, λέγοντας ότι επρόκειτο για την κληρονομιά του πατέρα τους. Οι δε εκμισθωτές υποστήριξαν πως έψαχναν να βρουν για να ενοικιάσουν εκτάσεις για βόσκηση, αλλά αγνοούσαν πως ήταν δημόσιες δασικές.

Και σε αυτή την περίπτωση, όπως και στην προηγούμενη δίκη με τους 13 κατηγορούμενους, για την οποία εκδόθηκε ετυμηγορία πριν από μία εβδομάδα, η εν λόγω δικογραφία οδήγησε σε νέα έρευνα για απιστία από πλευράς ΟΠΕΚΕΠΕ και για πλαστογραφία για τη μαϊμού διαθήκη. Το δικαστήριο, υιοθετώντας την πρόταση της κ. Νταγιάντα, διέταξε να διαβιβαστούν τα πρακτικά της απόφασης στον Ευρωπαίο Εισαγγελέα για να ερευνηθεί η τέλεση του εγκλήματος της απιστίας από τα στελέχη του ΟΠΕΚΕΠΕ καθώς και η πράξη της πλαστογραφίας αναφορικά με διαθήκη η οποία προσκομίστηκε στο δικαστήριο από κατηγορουμένους και η οποία τους εμφάνιζε κληρονόμους χιλιάδων στρεμμάτων γης.

Νωρίτερα, ο συνήγορος υπεράσπισης τριών κατηγορουμένων προσκόμισε στο δικαστήριο πράξη αρχειοθέτησης από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Λάρισας για την ίδια –όπως είπε– υπόθεση, υποστηρίζοντας ότι πρόκειται για ταυτόσημα πραγματικά περιστατικά.

Οπως ανέφερε, η υπόθεση είχε τεθεί στο αρχείο λόγω έλλειψης έγκλησης και η αρχειοθέτηση είχε εγκριθεί από την Εισαγγελία Εφετών. Η εισαγγελέας της έδρας, Καλλιόπη Νταγιάντα, ζήτησε την απόρριψη του ισχυρισμού, επισημαίνοντας ότι δεν υπήρξε ουσιαστική δικαστική κρίση στη Λάρισα και το δικαστήριο έκανε δεκτή την εισαγγελική πρόταση.

Η συγκεκριμένη υπόθεση ήταν από τις πρώτες που αφορούν τις παράνομες αγροτικές επιδοτήσεις από τον ΟΠΕΚΕΠΕ και που οδηγήθηκαν την τελευταία διετία στη Δικαιοσύνη και κατά την Εισαγγελική Αρχή αποτελεί τον «καθρέφτη» των πεπραγμένων από πλευράς Οργανισμού, όπου δημόσιες δασικές εκτάσεις μετατρέπονταν εν μιά νυκτί σε βοσκοτόπια, με αμφισβητούμενες διαθήκες και μισθωτήρια, ανοίγοντας τη «στρόφιγγα» των ευρωπαϊκών επιδοτήσεων.