Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να αντιπολιτευθεί θέτοντας το ερώτημα «που θα βρείτε τα λεφτά», δύο πράγματα συμβαίνουν: Ή φεύγοντας άφησε τα ταμεία άδεια, ή τα λεφτά που «εκλάπησαν» από τη μεσαία τάξη χτίζοντας τα πρωτογενή πλεονάσματα, δεν θέλει να επιστραφούν στον ταξικό εχθρό.
Χάρης Παυλίδης
Η Ελευθερία θέλει αρετή και τόλμη. Συνδυασμός δύσκολα επιτεύξιμος για τα πολιτικά χρονικά της πατρίδας μας λόγω της υπερβολικής χρήσης από την Αριστερά, που είχε ως αποτέλεσμα τη φθίνουσα σημασία των εννοιών. Σ’ αυτή τη βάση αναμενόμενη η αντίδραση της αντιπολίτευσης στις ευχάριστες εκπλήξεις που επεφύλαξε η προγραμματική ομιλία του πρωθυπουργού. Εδώ, βέβαια, αξίζει να σημειωθεί ότι η Ελευθερία, επί της οποίας διατυπώθηκε και αποτυπώθηκε ο προγραμματικός λόγος του πρωθυπουργού, δεν διατηρεί και τις καλύτερες των σχέσεων με την αξιωματική αντιπολίτευση. Ως εκ τούτου και πέραν της φθίνουσας σημασίας της, υπάρχει κι ένα ζήτημα ερμηνείας όσον αφορά τις προσλαβάνουσες που έχει ο ΣΥΡΙΖΑ για την Ελευθερία.
Αλλά αυτό είναι μια μεγάλη συζήτηση, που εκτός από αρετή και τόλμη χρειάζεται και αποδοχή της πραγματικότητας. Εν προκειμένω ο χρόνος και ο τρόπος με τον οποίο επέλεξε ο Κυριάκος Μητσοτάκης να ξαναδώσει στην Ελευθερία πρωταγωνιστικό ρόλο, βρήκε σύμφωνη την συντριπτική πλειονότητα της κοινής γνώμης. Κι αυτό γιατί με τις ρεαλιστικές, συγκροτημένες και σε κάθε περίπτωση ορθολογικές προγραμματικές θέσεις του, έδωσε σαφές στίγμα των προθέσεων του για μια κοινωνία ελευθερίας και αλληλεγγύης, αφήνοντας την αξιωματική αντιπολίτευση μόνη να διαχειρίζεται την αμηχανία που της προκάλεσαν τα μέτρα αποκατάστασης της μεσαίας τάξης.
Το προφανές μετά από ένα τριήμερο που θύμιζε πρόβα «Πολιτικής Αλλαγής», με τους υπουργούς να παρουσιάζουν ένα ολιστικό σχέδιο επιστροφής στην κανονικότητα, είναι ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν αφήνει τη διαμόρφωση της πολιτικής ατζέντας στον Αλέξη Τσίπρα. Αυτό κατέδειξαν οι τοποθετήσεις όλων των υπουργών, όπου για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια κατέστη εφικτό να συνδυαστεί το εφικτό με το επιθυμητό. Κάθε υπουργός στον τομέα του κάνοντας ένα βήμα μπροστά, όλοι μαζί συνέθεσαν ένα συνολικό σχέδιο ανασυγκρότησης της Ελλάδας με κοινωνικό πρόσημο. Επ’ αυτού το μόνο που βρήκε να πει η αξιωματική αντιπολίτευση ήταν: «Που θα βρεθούν τα λεφτά»! Ασφαλώς έχει λογική βάση το ερώτημα, αλλά το θέμα είναι ποιος το διατυπώνει.
Η αξιοπιστία του ερωτώντος έχει τη σημασία του. Και αφού ρωτάει ο ΣΥΡΙΖΑ- που οφείλει να θυμάται ότι κυβέρνησε 4,5 χρόνια- πρέπει να απαντήσει πρώτα στο ερώτημα που βρήκε η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα τα λεφτά. Να απαντήσει ο κ. Τσακαλώτος, που χαρακτήρισε «ταξική» την πολιτική της κυβέρνησης, πότε ήταν ταξική η οικονομική πολιτική: Με πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα ή με πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη; Σύντομα οι απαντήσεις θα υπάρχουν στα πρώτα εκκαθαριστικά του ΕΝΦΙΑ και στη συνέχεια στις μειώσεις των φόρων και των εισφορών. Ωστόσο, κλείνοντας, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να αντιπολιτευθεί θέτοντας το ερώτημα «που θα βρείτε τα λεφτά», δύο πράγματα συμβαίνουν: Ή φεύγοντας άφησε τα ταμεία άδεια, οπότε ευλόγως ερωτά που θα βρεθούν τα λεφτά, ή τα λεφτά που «εκλάπησαν» από τη μεσαία τάξη χτίζοντας τα πρωτογενή πλεονάσματα, δεν θέλει να επιστραφούν στον ταξικό εχθρό.
Ανεξάρτητα, όμως, του εφευρήματος της «ταξικής» κατεύθυνσης που δήθεν έχει η κυβερνητική πολιτική, αποτελεί πρόοδο η δημιουργική αγωνία εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ για το που θα βρεθούν τα λεφτά. Όχι γιατί κόπτεται για το… «μετά-μαρξιστικό» δημοσιονομικό πλαίσιο, αλλά γιατί ξέρει ότι η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να τα επιστρέψει εκεί από όπου τα πήρε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Και επί τη ευκαιρία, καλή αντάμωση στα(μη ταξικά) γουναράδικα…