Τελικά, οι αυτοπροσδιορισμοί περί προοδευτικών και δημοκρατών δεν αρκούν. Χρειάζονται και πράξεις όπως αυτές της Νέας Δημοκρατίας απέναντι στην άκρα δεξιά και τους εκφραστές της που αποδεικνύουν πως υπάρχουν και μη ευπρόσδεκτες ψήφοι εντός του Κοινοβουλίου. Εν αντιθέσει με τις λογικές και τις τακτικές του ΣΥΡΙΖΑ όταν ήταν κυβέρνηση.
Ο Παύλος Μαρινάκης ξεκαθάρισε με κάθετο τρόπο ότι οι ψήφοι των Σπαρτιατών δεν είναι ευπρόσδεκτες ως προς τη διαδικασία εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, όπως δεν είναι συνολικά. Άλλωστε η Νέα Δημοκρατία ως κυβέρνηση είναι αυτή που έθεσε τη Χρυσή Αυγή εκτός πολιτικού συστήματος, στηρίζοντας την έρευνα που οδήγησε στο να κατηγορηθεί και να καταδικαστεί ως εγκληματική οργάνωση για τη δράση της με τον μανδύα ενός κόμματος. Και επί Νέας Δημοκρατίας καταδικάστηκαν οι επικεφαλής της ενώ επί ΣΥΡΙΖΑ η δίκη βρισκόταν διαρκώς σε εξέλιξη.
Η Νέα Δημοκρατία επίσης νομοθέτησε για την υπόθεση των Σπαρτιατών και είναι αυτή που οδηγεί στην ακύρωση της χρηματοδότησης του κόμματος. Έθεσε δε και τις προϋποθέσεις ώστε να μην έχει τη δυνατότητα να μετάσχει στις ευρωεκλογές εξαιτίας της σύνδεσης με στελέχη της Χρυσής Αυγής.
Ως εκ τούτου, είναι δεδομένο ότι δεν την ενδιαφέρουν ψήφοι που προέρχονται από αυτήν την πλευρά του Κοινοβουλίου.
Και αυτό σε αντίθεση με τον… δημοκρατικό και προοδευτικό ΣΥΡΙΖΑ με τον οποίο ο Νίκος Ανδρουλάκης θέλει να συγκυβερνήσει αν έρθει το ΠΑΣΟΚ πρώτο κόμμα. Διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο επί ΣΥΡΙΖΑ πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης δήλωνε πως δεν υπάρχουν ευπρόσδεκτες και μη ευπρόσδεκτες ψήφοι επισημαίνοντας ότι «περιμένουμε να δούμε τι θα πει η Χρυσή Αυγή» αναφορικά με την αλλαγή τότε του εκλογικού νόμου.
Στόχος άλλωστε ήταν να εφαρμοστεί η απλή αναλογική ώστε να μην υπάρχει αυτοδύναμη κυβέρνηση και οι ψήφοι της Χρυσής Αυγής θα μπορούσαν να ήταν ψύχραιμες ώστε να ίσχυε στις εθνικές εκλογές του 2019.
Στο πλαίσιο αυτό το να κατηγορείται η ΝΔ για στροφή και για ακροδεξιές λογικές είναι το λιγότερο υποκριτικό. Μόνο που δυστυχώς για την… Αριστερά υπάρχει και μνήμη.