Αντιμέτωπη με τις ευθύνες της και με γενναίες αποφάσεις βρίσκεται πλέον η Εκκλησία, καθώς η στάση της απέναντι στην κυβερνητική εξαγγελία για το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών αναμένεται με εξαιρετικό ενδιαφέρον.

Γράφει η Έρση Παπαδάκη

Ναι μεν το «όχι» στις προτεινόμενες ρυθμίσεις ουσιαστικά προεξοφλείται από συγκεκριμένους ιεράρχες, ωστόσο στους κόλπους της Ιεραρχίας έχουν ξεκινήσει συζητήσεις και ζυμώσεις ανάλογες με αυτές που γίνονται τις τελευταίες ημέρες μεταξύ κυβερνητικών στελεχών, βουλευτών και άλλων στελεχών της Νέας Δημοκρατίας για τις διαφωνίες που προέκυψαν στο εσωτερικό της κυβερνητικής παράταξης. 

Πάντως το μήνυμα από την πλευρά της κυβέρνησης, διά στόματος Κυριάκου Μητσοτάκη, ήταν σαφές: Η γνώμη της Εκκλησίας είναι απόλυτα σεβαστή, ωστόσο δεν είναι η Εκκλησία που νομοθετεί, αλλά η κυβέρνηση. Τη θέση αυτή εξέφρασε προφανώς ο πρωθυπουργός και στον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος, κ. Ιερώνυμο, στην πρόσφατη συνάντησή τους, κατά την οποία πάντως κυβερνητικές πηγές σχολίαζαν ότι έλαβε χώρα πριν από τις ανακοινώσεις του κ. Μητσοτάκη για το περιεχόμενο του νομοσχεδίου και γι’ αυτό δεν έγινε κάποια συζήτηση για τον πολιτικό γάμο και την τεκνοθεσία των ομόφυλων ζευγαριών. Εξάλλου, όπως σχολίαζαν οι ίδιες πηγές, «σε επίπεδο γενικών αρχών για το ζήτημα έχουν διατυπωθεί δημοσίως οι θέσεις της κυβέρνησης και της Εκκλησίας». 

Σε κάθε περίπτωση, κρίσιμη θεωρείται η συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου την ερχόμενη εβδομάδα και συγκεκριμένα την Τρίτη, ήτοι ακριβώς μία εβδομάδα πριν από τη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου, κατά την οποία εκτιμάται ότι ο πρωθυπουργός θα εντάξει στην ημερήσια διάταξη το επίμαχο νομοσχέδιο. Αυτό σημαίνει ότι οι εξελίξεις είναι δεδομένες, ιδίως αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι μοναδικό θέμα της συνεδρίασης της Ιεράς Συνόδου είναι «Εκκλησία και θέσπιση γάμου μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου». 

Επισήμως πάντως αυτό που λέγεται από την πλευρά της Ιεραρχίας είναι ότι «πρώτα θα δούμε με προσοχή πώς θα διατυπωθεί το νομοθέτημα επί χάρτου και μετά θα τοποθετηθούμε επ’ αυτού», όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο μητροπολίτης Κομοτηνής, κ. Παντελεήμων, ο οποίος εκπροσωπεί τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο. 

Ξεκάθαρα τα όρια 

Ιδιαίτερη σημασία έχει και η αποστροφή του κ. Μητσοτάκη, ο οποίος ξεκαθάρισε ότι η απόφαση της Εκκλησίας θα γίνει μεν αποδεκτή από την κυβέρνηση, αλλά «Πολιτεία και Εκκλησία δεν συννομοθετούν», όπως είπε χαρακτηριστικά. Χρησιμοποίησε μάλιστα ως παράδειγμα τη διαφωνία της Εκκλησίας για την αποτέφρωση: «Δεν ζήτησα από την Εκκλησία να ψάλλει εξόδιο ακολουθία στη διαδικασία της αποτέφρωσης, όπως δεν ζητώ και τώρα από την Εκκλησία να κάνει θρησκευτικό γάμο. Δεν ζητάω πράγματα από την Εκκλησία τα οποία ξέρω ότι δεν μπορεί να κάνει», είχε δηλώσει στην πρόσφατη συνέντευξή του στην ΕΡΤ ο πρωθυπουργός, βάζοντας με πολύ καθαρό τρόπο τα όρια και τους κανόνες για ό,τι θ’ ακολουθήσει. 

Κατά μία έννοια, μάλιστα, ο πρωθυπουργός δέσμευσε την Εκκλησία με την τοποθέτησή του, καθώς για το θέμα της αποτέφρωσης π.χ. τα πράγματα είναι ακριβώς όπως τα περιγράφει ο κ. Μητσοτάκης και πλέον γι’ αυτόν το λόγοέχουν εκλείψει οι εντάσεις ανάμεσα σε Πολιτεία και Εκκλησία για το συγκεκριμένο ζήτημα. 

Παράλληλα, εκκλησιαστικοί κύκλοι τονίζουν ότι ο προβληματισμός της Ιεραρχίας έγκειται αποκλειστικά στο γεγονός ότι η θέσπιση πολιτικού γάμου για τα ομόφυλα ζευγάρια έχει άμεσες επιπτώσεις ως προς τη δυνατότητα τεκνοθεσίας. Ομως και γι’ αυτό το ζήτημα ο πρωθυπουργός έχει φροντίσει να ξεκαθαρίσει ότι δεν πρόκειται να επιτραπεί π.χ. η παρένθετη μητρότητα ή να αλλάξει κάτι που αφορά την υιοθεσία από έναν γονέα, όπως επιτρέπεται ήδη από το 1946. 

Αυτό είναι και το επιχείρημα που φαίνεται να πείθει εντέλει όλο και περισσότερους «γαλάζιους» βουλευτές και στελέχη και να αίρονται οι αντιρρήσεις και η πρόθεσή τους να καταψηφίσουν το νομοσχέδιο. Επίσης, από την πλευρά της Εκκλησίας τονίζεται ότι η ομόφυλη γονεϊκότητα δεν ικανοποιεί τα δικαιώματα των παιδιών να έχουν πατέρα και μητέρα, ενώ ο ομόφυλος γάμος οδηγεί σε ομόφυλη γονεϊκότητα.
Να σημειωθεί ότι ήδη η Εκκλησία της Κρήτης έχει εκφράσει ανοιχτά τη διαφωνία της με το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών και το προωθούμενο νομοσχέδιο. Ομως η δήλωση ωστόσο του Αρχιεπισκόπου, πάλι πριν από τη δημόσια τοποθέτηση του πρωθυπουργού, δείχνει ότι μπορούν να υπάρξουν και ψύχραιμες φωνές και η Εκκλησία να προσεγγίσει με περισσότερο ρεαλισμό το ζήτημα: «Πιστεύουμε στην ελευθερία του ανθρώπου να ζει όπως επιθυμεί, αλλά δεν θα επιτρέψουμε την αλλαγή στη σύνθεση της κοινωνίας». Εξάλλου,επιδίωξη και της κυβέρνησης είναι να μην υπάρξουν κοινωνικές εντάσεις και αντιδράσεις αντίστοιχες π.χ. με αυτές για τις ταυτότητες επί διακυβέρνησης Σημίτη.