Η ρωσική κοινωνία ετοιμάζεται να ζήσει μια από τις πιο δύσκολες στιγμές της μετασοβιετικής εποχής. Ο πόλεμος στην Ουκρανία, που συνεχίζεται για περισσότερα από τρία χρόνια, έχει στείλει στο μέτωπο εκατομμύρια πολίτες: νεοσύλλεκτους, εθελοντές, βετεράνους, αλλά και κρατούμενους που στρατολογήθηκαν με αντάλλαγμα την ελευθερία τους. Τώρα, η σταδιακή επιστροφή τους φέρνει στην επιφάνεια φόβους, ανησυχίες και προβληματισμούς για το τι θα συμβεί όταν αυτοί οι άνδρες γυρίσουν πίσω στις οικογένειες και τις γειτονιές τους.

Ο πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα ότι η αποστράτευση δεν είναι απλώς στρατιωτικό ή οικονομικό ζήτημα. Είναι πρωτίστως πολιτικό και κοινωνικό. Ο τρόπος με τον οποίο θα επανενταχθούν οι βετεράνοι στη ζωή θα καθορίσει την εικόνα της Ρωσίας τα επόμενα χρόνια. Ήρωες που θα στηρίξουν το καθεστώς ή απειλή για την ίδια την εσωτερική του σταθερότητα;

Μια ιστορία που συγκλόνισε

Για να καταλάβει κανείς το μέγεθος του προβλήματος, αρκεί να θυμηθεί την υπόθεση του Αζαμάτ Ισκαλίεφ. Ο Ισκαλίεφ είχε καταδικαστεί το 2021 για τη δολοφονία της συζύγου του. Παρ’ όλα αυτά, όταν άνοιξε η πόρτα της στρατολόγησης μέσα από τις φυλακές, βρέθηκε στην πρώτη γραμμή της Ουκρανίας. Μετά από έξι μήνες στα χαρακώματα, αντί να έχει αλλάξει, γύρισε στη Σαράτοφ και επιτέθηκε σε πρώην σύντροφό του με φρικτό τρόπο: τη μαχαίρωσε πάνω από 60 φορές. Το έγκλημα συγκλόνισε τη ρωσική κοινή γνώμη και ξανάφερε στο προσκήνιο το ερώτημα: τι θα γίνει όταν χιλιάδες σαν αυτόν επιστρέψουν;

Η ιστορία του Ισκαλίεφ δεν είναι μοναδική. Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε το ανεξάρτητο ρωσικό μέσο Verstka, σχεδόν 500 πολίτες έχουν πέσει θύματα βίας από βετεράνους του πολέμου. Από αυτούς, τουλάχιστον 242 σκοτώθηκαν, ενώ άλλοι 227 τραυματίστηκαν σοβαρά. Πρόκειται για αριθμούς που δείχνουν ότι η βία δεν είναι μεμονωμένο φαινόμενο αλλά ευρύτερη τάση.

Ένα τεράστιο κύμα επιστροφών

Αναλυτές εκτιμούν ότι από το 2022 και μετά περισσότεροι από 1,5 εκατομμύριο Ρώσοι υπηρέτησαν στο μέτωπο. Ο ίδιος ο Πούτιν αναφέρει πως περίπου 700.000 παραμένουν σε μάχιμες θέσεις. Αυτό όμως σημαίνει ότι αργά ή γρήγορα, εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι θα αποστρατευθούν και θα επιστρέψουν.

Η ρωσική στρατολογία είχε ανοίξει τις πόρτες της ακόμα και σε καταδίκους. Υπολογίζεται ότι 120.000 έως 180.000 φυλακισμένοι φόρεσαν στολή, ανάμεσά τους δολοφόνοι και βιαστές. Οι περισσότεροι κέρδισαν χάρη και αποφυλακίστηκαν μετά τη θητεία τους. Από το 2023, η πολιτική αυτή σταμάτησε: όσοι στρατολογούνται από τις φυλακές παραμένουν στο μέτωπο μέχρι τη λήξη του πολέμου. Όμως οι χιλιάδες που πρόλαβαν να επιστρέψουν έχουν ήδη φέρει μαζί τους το πρόβλημα.

Οι φόβοι του Κρεμλίνου

Η ανησυχία του Κρεμλίνου δεν αφορά μόνο την εγκληματικότητα. Η ρωσική ηγεσία θυμάται πολύ καλά το μάθημα του Αφγανιστάν. Στη δεκαετία του ’80, οι «Αφγαντσύ» –οι βετεράνοι που γύρισαν από τον πόλεμο– δεν βρήκαν θέση στην κοινωνία. Περιθωριοποιήθηκαν, πολλοί βούτηξαν στον αλκοολισμό και τα ναρκωτικά, άλλοι στράφηκαν στο οργανωμένο έγκλημα. Η Σοβιετική Ένωση βρισκόταν τότε σε παρακμή και το κράτος δεν μπορούσε να τους διαχειριστεί.

Ο Πούτιν θέλει να αποφύγει αυτό το σενάριο πάση θυσία. Γνωρίζει ότι αν δεκάδες χιλιάδες άνδρες, συνηθισμένοι στη βία και απογοητευμένοι από την κοινωνία, αφεθούν στην τύχη τους, μπορεί να αποτελέσουν ανεξέλεγκτη δύναμη. Το 2023, με την ανταρσία του Γεβγκένι Πριγκόζιν και της Βάγκνερ, ο Ρώσος πρόεδρος πήρε ένα δείγμα από το πόσο επικίνδυνοι μπορεί να γίνουν οι οπλισμένοι βετεράνοι όταν δεν ελέγχονται.

Το οικονομικό χάσμα

Ένα ακόμη αγκάθι είναι το οικονομικό. Οι μισθοί στο μέτωπο είναι πολλαπλάσιοι από τους συνηθισμένους. Ένας στρατιώτης που κατατάσσεται από τη Μόσχα μπορεί να λάβει πάνω από 5 εκατομμύρια ρούβλια τον πρώτο χρόνο, δηλαδή περίπου 65.000 δολάρια, ποσό ασύλληπτο για τα ρωσικά δεδομένα. Το μεγαλύτερο μέρος προέρχεται από μπόνους εγγραφής, αλλά και ο βασικός μισθός παραμένει υψηλός.

Όταν όμως αυτοί οι άνθρωποι επιστρέφουν στην πατρίδα, τους περιμένει μια πραγματικότητα όπου ο μέσος μηνιαίος μισθός μόλις και μετά βίας αντιστοιχεί στο ένα δέκατο των χρημάτων που είχαν συνηθίσει. Η σύγκρουση αυτή δημιουργεί εκρηκτικό μείγμα απογοήτευσης και θυμού.

Η στρατηγική ενσωμάτωσης

Για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, ο Πούτιν έχει επιλέξει μια διαφορετική τακτική από τη σοβιετική εποχή. Προσπαθεί να εντάξει τους βετεράνους σε θέσεις κύρους και επιρροής. Πολλοί από αυτούς καταλαμβάνουν πόστα στη δημόσια διοίκηση, σε περιφερειακά κοινοβούλια, ακόμη και σε νεολαιίστικες οργανώσεις.

Ο Άρτουρ Ορλόφ, παρασημοφορημένος διοικητής τανκς, ανέλαβε την ηγεσία του «Κινήματος των Πρώτων», μιας οργάνωσης νέων με έντονο πατριωτικό χαρακτήρα. Ο Άρτιομ Ζόγκα, που πολέμησε ως διοικητής τάγματος, ορίστηκε ειδικός εκπρόσωπος του προέδρου στα Ουράλια. Παράλληλα, ιδρύθηκε το πρόγραμμα «Η Εποχή των Ηρώων», με στόχο να εκπαιδεύσει βετεράνους ώστε να εξελιχθούν σε πολιτικούς ηγέτες.

Στη ρητορική του Κρεμλίνου, οι στρατιώτες που πολέμησαν στην Ουκρανία παρουσιάζονται όχι μόνο ως ήρωες, αλλά ως «ελίτ» της ρωσικής κοινωνίας. Το αφήγημα αυτό επιχειρεί να κατευθύνει το πώς θα δει η κοινωνία τους μαχητές: όχι ως επικίνδυνους ανθρώπους με τραύματα, αλλά ως πατριώτες που δικαιούνται σεβασμό και ρόλο στη δημόσια ζωή.

Ομοιότητες και διαφορές με το Αφγανιστάν

Οι αναλογίες με τους «Αφγαντσύ» παραμένουν έντονες. Όμως οι φιλοκυβερνητικές φωνές επιμένουν ότι οι εποχές δεν συγκρίνονται. Η Σοβιετική Ένωση του 1989 κατέρρεε, ενώ το σημερινό ρωσικό κράτος είναι πολύ πιο σταθερό και έχει ισχυρό μηχανισμό καταστολής. Με άλλα λόγια, ακόμη κι αν υπάρξουν προβλήματα, η Μόσχα έχει τα μέσα να τα ελέγξει.

Από την άλλη, ανεξάρτητοι αναλυτές υπογραμμίζουν ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι πολύ πιο αιματηρός από το Αφγανιστάν. Οι απώλειες και τα ψυχολογικά τραύματα είναι πολλαπλάσια. Αυτό σημαίνει ότι οι κοινωνικές συνέπειες ενδέχεται να αποδειχθούν ακόμα πιο βαριές.

Ένα μέλλον γεμάτο αβεβαιότητα

Η Ρωσία βρίσκεται λοιπόν σε μια ιστορική καμπή. Οι στρατιώτες που θα επιστρέψουν μπορεί να γίνουν είτε στήριγμα του καθεστώτος είτε πηγή αστάθειας. Ο Πούτιν ποντάρει στην πρώτη εκδοχή, επενδύοντας στη δημιουργία μιας νέας γενιάς ηρώων που θα εμπνεύσει και θα καθοδηγήσει τη χώρα.

Ωστόσο, η πραγματικότητα δείχνει πως οι κίνδυνοι είναι υπαρκτοί. Οι ιστορίες βίας, οι στατιστικές που σοκάρουν και οι αναμνήσεις του Αφγανιστάν θυμίζουν ότι η επιστροφή από τον πόλεμο σπάνια είναι ανώδυνη. Αν οι «Ουκραντσύ», όπως τους αποκαλούν ήδη, δεν βρουν γόνιμο έδαφος για να σταθούν, μπορεί να στραφούν ενάντια στην ίδια την κοινωνία που υποτίθεται πως υπερασπίστηκαν.

Για το Κρεμλίνο, η μεγαλύτερη μάχη ίσως δεν είναι πια στην Ουκρανία. Είναι μέσα στη Ρωσία. Εκεί όπου θα κριθεί αν οι βετεράνοι θα γίνουν πραγματικά ήρωες ή αν θα εξελιχθούν σε μια δύναμη απρόβλεπτη και επικίνδυνη.

**Με πληροφορίες από Reuters, The Washington Post και Verstka