Η Ιωάννα Λυτρίβη, βουλευτής Επικρατείας με τη Νέα Δημοκρατία, είναι «πρωτάκι» στη Βουλή, όχι όμως στην πολιτική – έχει εργαστεί σε θέσεις πολιτικής ευθύνης, βάζει στοιχήματα με τον εαυτό της που θέλει να κερδίζει για το καλό του κοινωνικού συνόλου, τα περιγράφει πολύ γλαφυρά στην ανά χείρας συνέντευξη που παραχώρησε στο «Μανιφέστο» λίγες ώρες προτού ξεκινήσουν οι προγραμματικές δηλώσεις στη Βουλή.

Πώς νιώθετε ως μέλος πλέον του ελληνικού Κοινοβουλίου; Ηταν κάτι που ονειρευόσασταν από τα χρόνια σας στο πανεπιστήμιο;

Ακόμα προσπαθώ να το συνειδητοποιήσω! Εχω ανυπομονησία και αγωνία μαζί για τη νέα πρόκληση, να ανταποκριθώ στο αξίωμα και στην ουσία της εντολής. Και η ουσία της εντολής, στο δικό μου μυαλό, εντοπίζεται στην εξεύρεση λύσεων και απαντήσεων σε καίρια ζητήματα που απασχολούν τους πολίτες και στην ενίσχυση της ποιοτικής λειτουργίας της Δημοκρατίας μας. Σε μια συγκυρία μεγάλης αστάθειας και αβεβαιότητας διεθνώς και έχοντας συνείδηση ότι η πολιτική κρύβει δυσκολίες και ανατροπές. Είναι μια αποστολή που έχει ως άξονά της την υπηρεσία του γενικού συμφέροντος και την πεποίθηση ότι η προσφορά στον άλλον κάνει καλύτερη τη ζωή όλων μας. Και όχι, δεν το ονειρευόμουν, ούτε το σχεδίαζα. Δούλεψα σε θέσεις πολιτικής ευθύνης για πολλά χρόνια γιατί έτσι κατόρθωνα να κάνω πράξη, στον βαθμό που μπορούσα κάθε φορά, την προσφορά στον άλλον. Αυτό είναι για μένα το προσωπικό μου στοίχημα. Αν δεν το πετύχω, δεν έχω λόγο να είμαι μέρος αυτού του οικοσυστήματος.

Διατελέσατε διευθύνουσα σύμβουλος του Εθνικού Οργανισμού Πιστοποίησης Προσόντων και Επαγγελματικού Προσανατολισμού (ΕΟΠΠΕΠ) κατά την τετραετία 2019-2023. Θα επιθυμούσατε να συνεχίσετε σε αυτό το πεδίο και από τα βουλευτικά έδρανα;

Η εξειδίκευσή μου στις πολιτικές κατάρτισης και απασχόλησης και η εμπειρία του –δύσκολου σε διαχείριση– ΕΟΠΠΕΠ είμαι βέβαιη ότι θα μου φανούν χρήσιμες στη δραστηριότητά μου στη Βουλή. Εξάλλου, η εξειδίκευση αυτή δεν συνέβη τυχαία. Πρόκειται για συνειδητή επιλογή, καθώς θεωρώ ότι η εκπαίδευση, η κατάρτιση και η απασχόληση είναι οι καταλύτες για τη βελτίωση της ζωής του ατόμου και της κοινωνίας. Οπως λέω συχνά, τα δημόσια εκπαιδευτικά συστήματα είναι ο καλύτερος τρόπος για τις κοινωνίες, ώστε να μπορούν να μοιράζονται τη γνώση και να περιορίζονται στο να διαχειρίζονται την απόγνωση. Αλλά τα εκπαιδευτικά συστήματα απαιτούν φροντίδα και διαρκή ανανέωση. Για την επόμενη τετραετία, θεωρώ ότι μια ακόμη συνολικότερη πρόκληση μας περιμένει: η ιστορική συμφιλίωση μεταξύ μάθησης και εργασίας. Ποτέ άλλοτε στην Ιστορία οι Ευρωπαίοι πολίτες δεν είχαν τόσο πολλές δυνατότητες, αλλά και τόσο πολύ χρόνο και μέσα για μάθηση σε όλη τη διάρκεια του βίου τους. Και όμως, έχω την πεποίθηση ότι πολλές από αυτές τις δυνατότητες στη χώρα μας παραμένουν ανεκμετάλλευτες. Οφείλουμε να απελευθερώσουμε τις επιλογές και να πολλαπλασιάσουμε τις εναλλακτικές διαδρομές εντός του εκπαιδευτικού συστήματος και, επιτρέψτε μου, εντός του παραγωγικού μας συστήματος. Να πάψουμε επιτέλους να ανεχόμαστε και να αναπαράγουμε μονόδρομους και αδιέξοδα. Ωστόσο, στη Βουλή η δράση και η ενασχόληση με διάφορα πεδία πολιτικής είναι πολύπλευρη. Και με δεδομένο ότι δεν είναι μονοθεματικά τα ενδιαφέροντά μου, ανυπομονώ, και στα βουλευτικά έδρανα, να εμπλουτιστούν περαιτέρω. Και επιμένω, ο λόγος για να υπάρχω στην πολιτική είναι η προσφορά και η βελτίωση της ζωής των άλλων, και αυτό δεν μπορεί να μην αφορά σε ένα ευρύτατο πεδίο δραστηριοτήτων και πολιτικών.

Σας ανησυχεί το brain drain; Σε συνδυασμό με το δημογραφικό ζήτημα μπορεί να αποτελέσει σοβαρό πρόβλημα για τη χώρα. Προς ποια κατεύθυνση πρέπει να κινηθεί η νέα κυβέρνηση προκειμένου να κρατήσει τους νέους που αναζητούν καλύτερες συνθήκες εργασίας και μεγαλύτερη προοπτική στο εξωτερικό;

Με ανησυχεί πολύ γιατί δεν λειτουργεί μόνο ως δημογραφικό ζήτημα ποσοτικά –που ήδη είναι ένα μείζον πρόβλημα και όχι μόνο ελληνικό, αλλά ευρωπαϊκό–, αλλά και ως αφαίμαξη ποιοτική του δυναμικού μας. Νέοι με υψηλές δεξιότητες και προοπτικές απορροφώνται στο εξωτερικό και αναπτύσσουν εκεί τα σχέδια της ζωής τους. Στερείται έτσι η χώρα μας το δυναμικό για την ανανέωση και την πρόοδό της και η κυβέρνηση σε αυτήν την κατεύθυνση θα κινηθεί, στην εξεύρεση δηλαδή των κινήτρων που θα κάνουν πιο ελκυστική την Ελλάδα, προκειμένου οι νέοι μας να μείνουν ή να επιστρέψουν, να επενδύσουν, να αναπτυχθούν, να προκόψουν στη χώρα τους. Η κυβέρνηση στο μεταρρυθμιστικό της πρόγραμμα για την τετραετία 2023-2027 περιλαμβάνει συγκεκριμένα και κοστολογημένα μέτρα προς αυτήν την κατεύθυνση, για πιο ποιοτικές και καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας, ταχύτερη απονομή Δικαιοσύνης, αναβαθμισμένες παροχές δημόσιας υγείας και παιδείας, ένα κράτος με λιγότερη γραφειοκρατία, μια χώρα που προχωρά με βήμα ταχύ στον ψηφιακό μετασχηματισμό της.

Είναι η πρώτη φορά στα χρόνια της Μεταπολίτευσης που μετά το εκλογικό αποτέλεσμα δεν βλέπουμε ένα ισχυρό πολιτικό δίπολο. Η αξιωματική αντιπολίτευση με τις έδρες που εξασφάλισε δεν μπορεί να καταθέσει καν πρόταση δυσπιστίας. Τι σημαίνει αυτό για το πολιτικό σύστημα;

Πολλοί μιλούν για το τέλος του δικομματισμού, όπως τον γνωρίσαμε στη Μεταπολίτευση. Οι πολίτες με το ηχηρό αποτέλεσμα των δύο εκλογικών αναμετρήσεων επιβράβευσαν την κυβέρνηση και «τιμώρησαν» την αξιωματική αντιπολίτευση. Ο πολιτικός συσχετισμός αποτυπώνεται και στη Βουλή, στη θεσμική αδυναμία της αντιπολίτευσης να κάνει χρήση των εργαλείων του κοινοβουλευτικού ελέγχου. Γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι είμαστε ευτυχείς επειδή υπάρχει η σταθερότητα της αυτοδυναμίας ώστε να αναπτύξουμε τις πολιτικές μας, να κυβερνήσουμε τολμηρά και να προχωρήσουμε εμπρός με το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμά μας, ιδίως, δε, σε ένα διεθνές περιβάλλον αστάθειας. Ωστόσο, δεν παραγνωρίζουμε το γεγονός ότι το πολιτικό σύστημα και η χώρα έχουν ανάγκη μια αξιόπιστη αξιωματική αντιπολίτευση για να συμβάλει και εκείνη στην ποιοτική λειτουργία των θεσμών και της Βουλής, στη διαβούλευση και τη νομοθέτηση. Η ύπαρξη των θεσμικών αντίβαρων, όταν βέβαια οι φορείς τους τιμούν με ποιότητα λόγου και πράξης την ιδιότητά τους, μόνο καλύτερη κάνει τη Δημοκρατία και το κράτος δικαίου.