Από την ανάδυση του τουρκικού εθνικισμού, πριν από περίπου εκατό χρόνια, έως τη μετάβαση στον αναθεωρητικό νεο-οθωμανισμό του Ερντογάν, η τουρκική εξωτερική πολιτική ήταν –και είναι– αποτέλεσμα θεσμικών αλλά και πολιτικών ισορροπιών. Ενίοτε –και αυτό το βλέπουμε συχνά τελευταία– είναι και ένα παιχνίδι ρόλων.
Για παράδειγμα, η πρόσφατα εκδηλωθείσα πρόθεση της Αθήνας να «ξεπαγώσει» το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ προκάλεσε έναν ακόμα τουρκικό... τσαμπουκά (συγκεκριμένα από το υπουργείο Άμυνας της γείτονος), το οποίο επανέλαβε τη γνωστή απειλητική ρητορική της Άγκυρας ότι κανένα έργο δεν μπορεί να γίνει στην Ανατολική Μεσόγειο χωρίς τη συγκατάθεσή της.
Την ίδια μέρα (11/4) που βγήκε η απειλητική αυτή ανακοίνωση ο Ερντογάν, μιλώντας στο Φόρουμ Διπλωματίας της Αττάλειας, σε άλλο κλίμα δήλωσε ότι η Τουρκία εργάζεται για τη διατήρηση της θετικής ατμόσφαιρας με την Ελλάδα! Αν υποθέσουμε ότι το τουρκικό υπουργείο Αμυνας έπαιζε τον... θεσμικό του ρόλο, υπηρετώντας τις πάγιες νεο-οθωμανικές θέσεις της Άγκυρας και ο Ερντογάν τον ρόλο του «καλού» μπάτσου, εκείνη την ίδια μέρα (11/4) τον ρόλο του «κακού» μπάτσου ανέλαβε να τον παίξει ο ισλαμοφασίστας πολιτικός συνεταίρος του Τούρκου προέδρου, ο Μπαχτσελί, ο οποίος, σε απειλητικό τόνο, μίλησε για «παράνομη κατοχή νησιών από την Ελλάδα»!
Η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας, λοιπόν, σήμερα είναι αποτέλεσμα τόσο θεσμικών και πολιτικών ισορροπιών όσο και ένα... παιχνίδι ρόλων, του «καλού» και του «κακού» μπάτσου!
Είναι ξεκάθαρο ότι ο βασικός διαμορφωτής και εκφραστής της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, ειδικά μετά το 2017 και την αλλαγή σε προεδρικό σύστημα, είναι ο Ερντογάν. Όλες οι κρίσιμες αποφάσεις για την Ελλάδα φέρουν τη δική του υπογραφή. Ο τόνος που επιλέγει, ωστόσο, διαφέρει: Αλλοτε παίζει τον «ηγέτη που ζητά διάλογο» και άλλοτε ανεβάζει την εθνικιστική ρητορική, ανάλογα με το κοινό στο οποίο απευθύνεται (εσωτερικό ή διεθνές).
Στην προκειμένη περίπτωση, στο Φόρουμ Διπλωματίας της Αττάλειας, επέλεξε τον ρόλο του διαλλακτικού ηγέτη, που αναζητά σχέσεις καλής γειτονίας. Είναι σαφές ότι η εικόνα αυτή απευθυνόταν στο εξωτερικό, με στόχο να εξασφαλίσει την είσοδο της Τουρκίας στη νέα αρχιτεκτονική άμυνας της Ευρώπης και την επιστροφή της στο πρόγραμμα των F-35.
Δεν πρέπει να υποτιμάται, όμως, και ο ρόλος του Μπαχτσελί. Ο ηγέτης του εθνικιστικού MHP και κυβερνητικός εταίρος του Ερντογάν μπορεί να μη χαράσσει επίσημα πολιτική, αλλά εκφράζει τον σκληρό πυρήνα του τουρκικού εθνικισμού.
Εχει πολύ μεγάλη επιρροή στη διαμόρφωση της ρητορικής της χώρας αλλά και στη διαμόρφωση της πολιτικής ατζέντας. Πολλές φορές «σπρώχνει» την τουρκική εξωτερική πολιτική σε πιο ακραίες θέσεις απέναντι σε Ελλάδα και Κύπρο, επηρεάζει τον Ερντογάν να μην κάνει παραχωρήσεις, ιδίως όταν υπάρχουν διαμεσολαβητικές επαφές με την Αθήνα.
Συμπερασματικά: Η τελική γραμμή χαράσσεται από τον Ερντογάν, αλλά ο Μπαχτσελί λειτουργεί ως το ιδεολογικό «αντίβαρο» στην επίσημη εξωτερική πολιτική. Βάζει τις «κόκκινες γραμμές» και επηρεάζει το ύφος της δημόσιας ρητορικής. Οταν ο Ερντογάν θέλει να δείξει πυγμή ή να στείλει «μηνύματα» σε Αθήνα και Λευκωσία –και εσχάτως στο Τελ Αβίβ– δανείζεται τη γλώσσα του Μπαχτσελί.
Ο «καλός» και ο «κακός» μπάτσος και η χρήση «μαστιγίου και καρότου»... Το παλιό –και ενίοτε αποτελεσματικό– παιχνίδι από το δίδυμο Ερντογάν-Μπαχτσελί στα γεωπολιτικά πράγματα της γειτονιάς μας!