Η μάχη κατά της φοροδιαφυγής έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία ευνοϊκού περιβάλλοντος, τονίζει ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, Παύλος Μυλωνάς
«Η ελληνική οικονομία διαθέτει ορισμένα συγκριτικά πλεονεκτήματα που της επιτρέπουν να προστατεύσει τον υψηλότερο του ευρωπαϊκού μέσου όρου ρυθμό ανάπτυξης και να υποστηρίξει την αναπτυξιακή της δυναμική», τόνισε ο Παύλος Μυλωνάς, διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, στο 29ο συνέδριο του Economist, επισημαίνοντας παράλληλα την άνθηση των επενδύσεων, μέσω της οποίας αλλάζει δραματικά η παραγωγική ικανότητα της οικονομίας, και η συνεχιζόμενη ανάκαμψη της αγοράς εργασίας. Η Ελλάδα βρίσκεται σε πολύ καλή θέση για να αντιμετωπίσει τις νέες παγκόσμιες προκλήσεις που έχουν εμφανιστεί στον ορίζοντα, όπως οι δασμοί και η δέσμευση των χωρών του ΝΑΤΟ για αύξηση των αμυντικών δαπανών.
Αναφορικά με τους δασμούς, οι εξαγωγές αγαθών προς τις ΗΠΑ αντιστοιχούν σε λιγότερο από το 5% των συνολικών εξαγωγών αγαθών της χώρας με το ¼ να αφορά σε ενεργειακά προϊόντα, τα οποία εξαιρούνται των δασμών.
Επιπλέον, τα 2/3 των ελληνικών εξαγωγών κατευθύνονται στην ΕΕ και επομένως οι δασμοί επηρεάζουν την Ελλάδα κυρίως έμμεσα, μέσω της δυνητικής επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας στην Ευρώπη. Στον τομέα της Αμυνας, ο κ. Μυλωνάς επισήμανε πως η Ελλάδα δαπανά ήδη σημαντικά ποσά και συνεπώς δεν χρειάζεται να ανακατευθύνει μεγάλες κρατικές δαπάνες για να καλύψει τη δέσμευση των χωρών του ΝΑΤΟ για 3,5% του ΑΕΠ έως το 2035. Την ίδια ώρα, η άνθηση των επενδύσεων αλλάζει ριζικά την παραγωγική ικανότητα της οικονομίας.
Οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου εξαιρουμένων των κατασκευών –που έχουν υψηλότερο πολλαπλασιαστή από την κατασκευαστική δραστηριότητα– διαμορφώνονται σε ιστορικό υψηλό, στο 10,1% του ΑΕΠ, ελαφρώς χαμηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 10,5% του ΑΕΠ. Οσον αφορά τα δημοσιονομικά, σημείωσε ότι η σκληρή δουλειά έχει αποφέρει καρπούς. Το πρωτογενές πλεόνασμα ξεπερνά κατά πολύ τους στόχους και βρίσκεται στο ιστορικό υψηλό του 4,8% του ΑΕΠ, λειτουργώντας πλέον υποστηρικτικά και όχι ανασταλτικά όπως στο παρελθόν.
Πράγματι, για πρώτη φορά ύστερα από πολλά χρόνια, τόσο η νομισματική όσο και η δημοσιονομική πολιτική αλληλοενισχύονται, αντί να αλληλοαναιρούνται. Τέλος, η μάχη για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία ευνοϊκού περιβάλλοντος και η άνοδος των ψηφιακών πληρωμών έχει συνεισφέρει τα μέγιστα σε αυτό το αποτέλεσμα. Είναι εντυπωσιακό ότι το επίπεδο των ψηφιακών πληρωμών διαμορφώνεται στο 28% του ΑΕΠ στην Ελλάδα, ξεπερνώντας τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 25%.
Ο κ. Μυλωνάς αναφέρθηκε και στην ανάπτυξη του κλάδου υψηλής τεχνολογίας στην Ελλάδα από το 0% του ΑΕΠ σε περίπου 1,5% του ΑΕΠ σε μόλις επτά χρόνια, με την Ελλάδα να τείνει να εξελιχθεί σε ένα από τα μεγαλύτερα data hubs στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και στην περιοχή της Μεσογείου, στα επόμενα πέντε χρόνια.