Η υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ επαναφέρει στο προσκήνιο το μείζον ζήτημα της αντιμετώπισης της διαφθοράς, που έχει τεθεί ως μία εκ των βασικών προτεραιοτήτων της κυβέρνησης, όπως και αυτό της φοροδιαφυγής.

Η ζημιά που υφίσταται η χώρα είναι μεγάλη και στις δύο περιπτώσεις, με την κυβέρνηση να φέρεται αποφασισμένη να δώσει λύσεις ανεξαρτήτως πολιτικού κόστους αντιμετωπίζοντας περιπτώσεις που ακουμπούν σε αυτό που ονομάζουμε «βαθύ κράτος».

Στην περίπτωση του ΟΠΕΚΕΠΕ έχει αναγνωρίσει την ευθύνη αναφορικά με τις διαστάσεις που έχει λάβει το θέμα των επιδοτήσεων. Ωστόσο πρέπει να σημειωθεί ότι αυτή η κυβέρνηση έλαβε μέτρα φτάνοντας στο σημείο να κόψει τον γόρδιο δεσμό με την κατάργηση του οργανισμού και τη μεταφορά των αρμοδιοτήτων στην ΑΑΔΕ.

Και δεν είναι μόνο αυτό. Επί υπουργίας Μάκη Βορίδη για παράδειγμα έγιναν 3.500 διασταυρώσεις ΑΦΜ, ενώ υποθέσεις που σήμερα φτάνουν στα δικαστήρια ελέγχθηκαν εκείνη την περίοδο. Εχει και συνέχεια. Από το 2022 οι ελληνικές αρχές συνεργάζονται με την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, διαφορετικά δεν θα ήταν εφικτό να πραγματοποιηθούν οι νόμιμες επισυνδέσεις και η καταγραφή συνομιλιών που έχουν συμπεριληφθεί στη σχετική δικογραφία.

Ο ΟΠΕΚΕ είναι μία περίπτωση. Τα δείγματα αυτής της κυβέρνησης είναι πολλά ως προς την αντιμετώπιση φαινομένων διαφθοράς και απάτης, ενώ είναι ίσως η πρώτη φορά που έρχονται όλα στο φως, και αυτό κάτι σημαίνει.

Οι αποκαλύψεις κυκλωμάτων αλλά και εγκληματικών οργανώσεων είναι συνεχείς και τα στόματα ανοίγουν βλέποντας ότι οι καταγγελίες δεν καταλήγουν, όπως παλαιότερα, στον κάδο των απορριμμάτων. Κυκλώματα σε Εφορίες, Πολεοδομίες αλλά και δήμους, ακόμη και στον τομέα της Υγείας –όπως οι παράνομες συνταγογραφήσεις–αποκαλύπτονται και εξαρθρώνονται με καλά δεμένες υποθέσεις που συνοδεύονται στις περισσότερες των περιπτώσεων με πλούσιο ηχητικό και βιντεοληπτικό υλικό.

Απάτες και εκβιασμοί σε συνδυασμό με αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος συνθέτουν μια εικόνα που μεταδίδει την αίσθηση της ασφάλειας στους πολίτες. Είναι φυσικό όμως να υπάρχουν αντιδράσεις και να δημιουργούνται συνθήκες αντίστασης με στόχο την κυβέρνηση η οποία όμως δείχνει να μην υπολογίζει ούτε το πολιτικό κόστος από την αντιμετώπιση των διαφόρων κυκλωμάτων.

Στα παραπάνω πρέπει να προσθέσουμε και το ζήτημα της αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής που έχει οδηγήσει σε καταλυτική αύξηση των εσόδων για το κράτος. Εσόδων που χρησιμοποιούνται ως τμήμα του μερίσματος που επιστρέφεται στους πολίτες όπως και τα διαφυγόντα έσοδα από παρανομίες σε τομείς όπως το λαθρεμπόριο καυσίμων.

«Η πρώτη κυβέρνηση που τα βάζει με αποτέλεσμα με εγκληματικές οργανώσεις είναι η κυβέρνηση Μητσοτάκη», δήλωσε ο Παύλος Μαρινάκης, και τα μέχρι σήμερα δεδομένα το επιβεβαιώνουν.