Η εικόνα της κυβέρνησης, λίγο πριν τη δύση του 2024, είναι η ενότητα που είδαμε την Τρίτη, όταν το Μέγαρο Μαξίμου άνοιξε τις πόρτες του για να υποδεχθεί τους 111 βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας που δεν μετέχουν σε κυβερνητική θέση.

Σύμφωνα με βουλευτές που μετείχαν στη συνάντηση, το κλίμα ήταν «φιλικό», «γιορτινό» και «ζεστό». Κατά τα λεγόμενα ενός από τα εμπειρότερα στελέχη της Κεντροδεξιάς επρόκειτο για μια «χαρούμενη συγκέντρωση» στη διάρκεια της οποίας συζητήθηκαν διάφορα θέματα, όπως η υπερψήφιση του προϋπολογισμού, το Συριακό και το ταξίδι του πρωθυπουργού στον Λίβανο, η προσεχής εκλογής νέου Προέδρου της Δημοκρατίας και πολλά ακόμα.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μίλησε με όλους τους βουλευτές, στις παρέες υπήρξαν φιλικά πειράγματα, στα τραπέζια νόστιμοι μεζέδες και τραβήχτηκαν αμέτρητες φωτογραφίες. Υπό αυτό το πρίσμα, η ΝΔ μοιάζει να αποχαιρετά το έτος που φεύγει ενωμένη και με αυτοπεποίθηση, βαδίζοντας πια στον έκτο χρόνο διακυβέρνησης της χώρας.

Η ενότητα και η συλλογική αυτοπεποίθηση αναζωογονούν κάθε πολιτικό-κομματικό οργανισμό. Αυτό ισχύει και για τη ΝΔ, η κυβέρνηση της οποίας το 2024 αντιμετώπισε μια σειρά από κρίσεις και προκλήσεις σε εθνικό, διεθνές, ακόμη και σε εσωκομματικό επίπεδο, αλλά παραμένει ένας μεγάλος και ισχυρός πολιτικός οργανισμός.

Ποιες ήταν οι δύσκολες καταστάσεις; Στην αρχή του έτους, η κυβέρνηση έφερε προς ψήφιση το νομοθέτημα για τον γάμο των ομόφυλων. Περί του ευαίσθητου αυτού θέματος, πραγματοποιήθηκαν πολλές και διαφορετικές συζητήσεις. Τόσο επί του σχεδίου νόμου όσο και για το κατά πόσον αυτό μεταβάλει τον πυρήνα των αρχών που διέπουν την Κεντροδεξιά. Το νομοσχέδιο υπερψηφίστηκε και γρήγορα ξεχάστηκε, ωστόσο υπήρξαν παρενέργειες.
Στις ευρωεκλογές του Ιουνίου η ΝΔ επικράτησε με 28,31%. Ηταν η πέμπτη διαδοχική της νίκη αρχής γενομένης από τον Μάιο του 2019. Ωστόσο, το μεγάλο ποσοστό αποχής του 60% και το γεγονός ότι, παρά τη νίκη, η Κεντροδεξιά πέρασε κάτω από τον πήχη που είχε θέσει, δημιούργησε προβληματισμό.

Προφανώς, τα μεγάλα και δύσκολα προβλήματα για την κυβέρνηση εντοπίζονταν –και συνεχίζουν– στην καθημερινότητα. Αυτό αποτυπώθηκε και στην πρόσφατη δημοσκόπηση της Opinion Poll για «Το Μανιφέστο» στην οποία οι πολίτες ξεχωρίζουν ως σημαντικότερα προβλήματά τους την ακρίβεια, την ανάπτυξη και το στεγαστικό.

Τα ελληνοτουρκικά

Επίσης, από τον Ιούλιο του 2023, η κυβέρνηση Μητσοτάκη ενεπλάκη σε μια διαδικασία να αποκαταστήσει τις σχέσεις της με την Τουρκία, οι οποίες, με αποκλειστική υπαιτιότητα της δεύτερης, έφθασαν στο ναδίρ και το 2020 μια «ανάσα» από την πολεμική εμπλοκή. Ο ελληνοτουρκικός διάλογος προκειμένου να διερευνηθεί η δυνατότητα εάν μπορούν οι δύο χώρες να παραπέμψουν το ζήτημα της οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ σε διεθνή δικαιοδοσία υποστηρίζεται τουλάχιστον από το 53,6% των Ελλήνων, σύμφωνα με την Opinion Poll.

Ωστόσο, σε πολιτικό επίπεδο προκάλεσε αντιδράσεις. Αναδύθηκαν θεωρίες συνωμοσίας περί «ξεπουλήματος», «μυστικών συμφωνιών», ενώ κάποιες από τις πιο παράλογες κορόνες προήλθαν από τον πρώην πρωθυπουργό, Αντώνη Σαμαρά. Κατά περιστάσεις, και ο έτερος πρώην πρωθυπουργός, Κώστας Καραμανλής, εξέφραζε τις «βαθιές ανησυχίες» του για τα ελληνοτουρκικά.

Οι λόγοι που οδήγησαν στη διαγραφή του Αντώνη Σαμαρά αναλύθηκαν. Σίγουρα είναι δύσκολη η διαγραφή ενός πρώην προέδρου. Ενδιαφέρον έχει το πώς προσλάμβαναν τα άλλα κόμματα τις παρεμβάσεις Σαμαρά-Καραμανλή. «Δεν μπορεί κάθε τρεις και λίγο να ακούμε χρησμούς και γρίφους για το αν τελικά ο Μητσοτάκης κάνει κάτι κάτω από το τραπέζι με την Τουρκία, εάν έχουν κάτι πιο συγκεκριμένο, ας το πουν, διαφορετικά ας αναλάβουν την ευθύνη που τους αναλογεί!» σημείωσε ο βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ, Χρήστος Γιαννούλης.

Παρά την κυβερνητική φθορά, τα πρακτικά προβλήματα και τις επιμέρους αστοχίες, τα ευρήματα της Opinion Poll είναι σαφή: To 32,4% των πολιτών θεωρεί καταλληλότερο για πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, με τον επόμενο σε χαμηλό μονοψήφιο.