Η κυρία Ευαγγελία Λιακούλη, βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, αποφάσισε να τινάξει την μπάνκα του πολιτικού λόγου με μία λέξη. «Χούντα». Έτσι χαρακτήρισε την εκλεγμένη κυβέρνηση της χώρας, μιλώντας με άνεση σε ιδιωτικό κανάλι πανελλήνιας εμβέλειας. Όχι όμως οποιοδήποτε κανάλι. Σε εκείνο που ανήκει σε επιχειρηματία ο οποίος, την εποχή που κυριαρχούσε ο ΣΥΡΙΖΑ, δήλωνε ανοιχτά πως ο Μητσοτάκης «δεν πρόκειται να γίνει ποτέ πρωθυπουργός». Τελικά, έγινε. Δύο φορές. Και ο ίδιος επιχειρηματίας ακόμα εκπέμπει κανονικά.
Άρα, για να καταλάβουμε: ζούμε σε «χούντα», αλλά οι πολιτικοί της αντιπολίτευσης βγαίνουν ελεύθερα στα κανάλια, τα οποία ανήκουν μάλιστα σε όσους πολεμούσαν ανοιχτά την κυβέρνηση. Όλοι λένε ό,τι θέλουν, όπου θέλουν, όπως θέλουν. Το μόνο που καταπιέζεται είναι η σοβαρότητα.
Η κυρία Λιακούλη δεν βρήκε τίποτα άλλο να πει. Ούτε κάποιο επιχείρημα, ούτε μία πρόταση. Αρκέστηκε στο να προσφέρει τηλεοπτικό υλικό στους θαυμαστές του λαϊκισμού και να χαρίσει στο ΠΑΣΟΚ άλλο ένα κομμάτι από το πολιτικό DNA του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν είναι η πρώτη φορά. Δεν θα είναι η τελευταία. Το κόμμα δείχνει πια να έχει αποδεχθεί ότι ο δρόμος προς την εξουσία περνάει από την πόλωση. Όταν δεν έχεις πρόγραμμα, φωνάζεις.
Και ο Νίκος Ανδρουλάκης; Τίποτα. Όταν κάποιο στέλεχος του ΠΑΣΟΚ λέει «χούντα», το προσπερνά. Όταν κάποιο άλλο τον κριτικάρει, διαγράφεται. Η ανοχή στην ακρότητα είναι το νέο κριτήριο αξιοπιστίας. Όποιος φωνάζει κατά της κυβέρνησης, όλα καλά. Όποιος μιλήσει για τις αδυναμίες της ηγεσίας, κακό τέλος. Έτσι χτίζονται τα κόμματα του αύριο. Ή έτσι νομίζουν.
Αν η κυρία Λιακούλη πράγματι νιώθει ότι η χώρα έχει διολισθήσει σε αυταρχισμό, ας ξεκινήσει αντίσταση από αλλού. Όχι από στούντιο και μικρόφωνα. Αν πάλι απλώς λέει ό,τι να ’ναι για να ακουστεί, τότε το πρόβλημα δεν είναι η κυβέρνηση. Είναι το επίπεδο της αντιπολίτευσης.