Εδώ και δεκαετίες, τα ελληνικά πανεπιστήμια αποτελούν θέατρο όχι γνώσης, αλλά ατιμωρησίας. Κατειλημμένα αμφιθέατρα, σπασμένα εργαστήρια, κάδοι καμένοι και πανό «αγώνα» σε κάθε τοίχο. Πίσω από αυτή τη χρόνια παρακμή, βρίσκεται μια συγκεκριμένη πολιτική στάση: η Αριστερά – κοινοβουλευτική και εξωκοινοβουλευτική – που εδώ και χρόνια θωπεύει την ανομία, στο όνομα της «ελευθερίας» και της «αντίστασης».
Η πανεπιστημιακή κοινότητα έχει μετατραπεί σε άβατο. Κουκουλοφόροι μπαίνουν και βγαίνουν ανενόχλητοι, χώροι φυλάσσονται όχι από την πολιτεία αλλά από αυτοδιορισμένες «συλλογικότητες», και η διοίκηση των ιδρυμάτων οχυρώνεται πίσω από την αδυναμία – ή την απροθυμία – να εφαρμόσει τον νόμο. Όταν το κράτος επιχειρεί να επιβάλει την τάξη, η Αριστερά κραυγάζει για «καταστολή». Όταν φοιτητές εμπλέκονται σε εγκληματικές πράξεις, η συζήτηση μετατρέπεται αμέσως σε επίθεση κατά των δικαιωμάτων.
Ας το πούμε καθαρά: φοιτητής που συμμετέχει αποδεδειγμένα σε εγκληματικές ενέργειες, πρέπει να διαγράφεται. Όχι με βάση υποψίες ή πολιτικές ερμηνείες, αλλά με βάση τελεσίδικες αποφάσεις και στοιχεία που δεν επιδέχονται αμφισβήτηση. Δεν μπορεί το δημόσιο πανεπιστήμιο να προσφέρει στέγη – και συχνά κάλυψη – σε άτομα που δεν σέβονται ούτε τον νόμο ούτε το πλαίσιο συνύπαρξης μέσα στην ακαδημαϊκή κοινότητα.
Η ανοχή στην ανομία δεν είναι ούτε επαναστατική, ούτε ριζοσπαστική. Είναι συντήρηση του χάους. Είναι η βολική «κάλυψη» της Αριστεράς, που χρόνια τώρα συγχέει την πολιτική διαφωνία με την παραβατικότητα. Είναι το άλλοθι που επιτρέπει σε μια μικρή μειοψηφία να τρομοκρατεί την πλειοψηφία των φοιτητών.
Όταν το πανεπιστήμιο πάψει να είναι άσυλο εγκληματικών συμπεριφορών, τότε – και μόνο τότε – θα μπορεί να είναι πραγματικά άσυλο ελεύθερης σκέψης. Με καθηγητές που δεν φοβούνται να διδάξουν, με φοιτητές που δεν φοβούνται να διαφωνήσουν, και με πολιτικές δυνάμεις που επιτέλους καταδικάζουν τη βία χωρίς υποσημειώσεις.