Η κατάσταση της σύγχρονης διεθνούς πολιτικής εγείρει θεμελιώδη ερωτήματα σε ό,τι αφορά την αξιολόγησή της με θεωρητικούς όρους. Το κύριο χαρακτηριστικό της τρέχουσας κατάστασης, η οποία αποτελεί αντικείμενο των επιστημονικών αναλύσεων και του κόσμου της πληροφορίας, έγκειται στην σχεδόν καθολική άρνηση, από μεριάς των ηγετικών δυνάμεων του κόσμου, της ανάγκης συσχετισμού των πολιτικών δηλώσεων με την πραγματική πολιτική. Οι χώρες αυτές που έχουν σημειώσει σημαντικά αποτελέσματα, έχουν αντίστοιχα κάνει περισσότερα βήματα από άλλες στον τρόπο που διακρίνουν τους ουτοπικούς από τους ρεαλιστικούς στόχους της εξωτερικής πολιτικής τους.

του Έρολ Ούσερ* 

Η αναπόφευκτη παρουσία αυτών των δύο κατηγοριών (ουτοπία-πραγματικότητα), ο μεταξύ τους αγώνας και η απαραίτητη, εάν μερική, ενσωμάτωση αυτής της αντίληψης επισημάνθηκε από τον Edward Carr στο βιβλίο του The Twenty YearsCrisis. Τα έθνη της Ευρώπης, και της Δύσης στο σύνολό της, πέτυχαν μια σύγκλιση μεταξύ των δύο αυτών κατηγοριών. Αλλά πέρα από αυτό, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους δεν εκδήλωσαν ποτέ την επιθυμία να κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση.

Για παράδειγμα, οι νέες πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα του περιβάλλοντος και της κλιματικής αλλαγής δεν μπορούν παρά να επιδιώκουν την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας έναντι των αναπτυσσόμενων ασιατικών κέντρων. Γνωρίζουμε καλά ότι η κύρια συζήτηση σχετίζεται τη δεδομένη στιγμή με το γεγονός ότι η εφαρμογή αυτών των προτάσεων σε παγκόσμιο επίπεδο θα επέτρεπε στην Ευρώπη να μεταφέρει το κύριο βάρος ευθύνης και την οικονομική ζημία στην Ινδία, στην Κίνα και σε άλλες ασιατικές χώρες. Παρόλο που οι κύριοι καταναλωτές είναι Ευρωπαίοι, θα πληρώνουν ακόμη πολύ λιγότερα. Το γεγονός ότι ο στόχος των προτάσεων που διατύπωσαν οι Βρυξέλλες είναι γνωστός σε όλους, δεν εμποδίζει, παρόλα αυτά, τους ευρωπαίους πολιτικούς, τα κόμματα και τις κυβερνήσεις να επαίρονται ότι η Ευρώπη είναι ο βασικός υπερασπιστής του πλανήτη.

Υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα. Ωστόσο, σε όλες τις περιπτώσεις, ανεξάρτητα από τη συγκεκριμένη κατάσταση, έχουμε να κάνουμε με την άμεση επαφή των ισχυρών και ηθικών διαστάσεων της διεθνούς πολιτικής.

Τα τελευταία 300 χρόνια, οι διεθνείς σχέσεις χαρακτηρίζονται από δύο μέτρα και δύο σταθμά, γεγονός που δεν μας επιτρέπει να ελπίζουμε ότι θα αλλάξει η κατάσταση στο άμεσο μέλλον. Ακόμη και οι σχέσεις μεταξύ των δυνάμεων στο Συνέδριο της Βιέννης, ενώ βασίζονταν στην αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης της νομιμότητας, δεν ήταν δυνατόν να απαλλαγούν εντελώς από τις παρεμβάσεις των εσωτερικών υποθέσεων των εταίρων. Ευρωπαίοι δημοσιογράφοι και πολιτικοί αναφέρονταν συνεχώς στην κατάσταση που επικρατεί στη Ρωσία βασιζόμενοι στις δικές τους ηθικές αντιλήψεις και, κυρίως, στην πολιτική σκοπιμότητα της δεδομένης στιγμής.

Η Ρωσική Αυτοκρατορία παρενέβη αρκετά συχνά και δυναμικά στις εσωτερικές υποθέσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στο πλευρό των σλάβων και, γενικότερα, των χριστιανικών λαών των Βαλκανίων. Οι Ναπολεόντειοι πόλεμοι έληξαν με τον τρόπο που έληξαν ακριβώς επειδή οι Ευρωπαίοι μονάρχες δεν αναγνώρισαν τη νομιμότητα του καθεστώτος στη Γαλλία.

Το 1956, ο Χένρι Κίσινγκερ, αναλύοντας τους λόγους της σχετικής σταθερότητας της Συνθήκης της Βιέννης, διατύπωσε την άποψη ότι όταν ένα κράτος θεωρεί τις εσωτερικές ιδέες της δικαιοσύνης που υπάρχουν σε άλλο κράτος ως απειλή, τότε δεν υπάρχει βάση για διπλωματικό διάλογο. Ας θυμηθούμε ότι αυτή ήταν η αντίληψη στις αρχές της δεκαετίας του 1970 που αποτέλεσε τη διανοητική βάση της πολιτικής του προσέγγισης με την κομμουνιστική Κίνα, βασιζόμενος στη μερική αναγνώριση της νομιμότητας αυτού του καθεστώτος. Επομένως, κατέστη ένας σημαντικός παράγοντας για την αποδυνάμωση της ΕΣΣΔ και την επακόλουθη στρατηγική της ήττα. Τώρα βλέπουμε ότι η αμοιβαία ανησυχία για την εσωτερική κατάσταση των ξένων εθνών είναι ο κανόνας για τις σχέσεις μεταξύ κρατών που δεν είναι επίσημα σύμμαχοι, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι ευρωπαϊκές χώρες, ή στην πραγματικότητα, όπως η Ρωσία και η Κίνα.

Σε όλες σχεδόν τις άλλες περιπτώσεις, η αμοιβαία άρνηση νομιμότητας αποτέλεσε τον κανόνα για την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής. Ως επί το πλείστον, αυτός ο παράξενος κανόνας, εκ πρώτης όψεως, παρατηρείται κυρίως στις δυτικές χώρες.

«Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση αρνούνται συνήθως να συγχωρήσουν τις εσωτερικές ιδέες άλλων εθνών περί δικαιοσύνης· αυτή είναι μια σημαντική πτυχή της πολιτικής ρητορικής και πρακτικής τους, η οποία έχει τόσο εξωτερική όσο και εσωτερική διάσταση».

Παρεμπιπτόντως, τέτοιες εσωτερικές πτυχές αυξάνουν πραγματικά το ρόλο των δυτικών συμπεριφορών ανάλογα με τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα εθνικά πολιτικά και οικονομικά συστήματα όταν δέχονται εξωτερική πίεση.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο μπορούμε τώρα να θέσουμε εύλογα το ερώτημα εάν η ηθική διάσταση στις παγκόσμιες υποθέσεις χάνει και πάλι την ευκαιρία να καταστεί αυτοδύναμη. Ναι, ο Νικολό Μακιαβέλι πίστευε ότι η ηθική στο πλαίσιο της πολιτικής δεν συνιστά παράγωγο της απλής ηθικής, και αυτό λόγω της μοναδικότητας του κράτους. Όμως, όπως όλοι οι παραδοσιακοί θιασώτες της realpolitik, επέμεινε στην ύπαρξη ενός ειδικού συνόλου ηθικής που επηρέαζε τις σχέσεις των λαών. Τώρα φαίνεται ότι αυτού του είδους η ηθική μπορεί να απουσιάζει παντελώς.

Μια πρόχειρη ανάλυση της ιστορικής διαδρομής διαφόρων μεγάλων δυνάμεων, μπορούμε να συναγάγουμεκ τρεις βασικούς τρόπους με τους οποίους τα ηθικά επιχειρήματα θα μπορούσαν να ενσωματωθούν στη realpolitik. Πρώτον, υπάρχει η «παλιά καλή» άμεση εμπλοκή των μαζικών μέσων ενημέρωσης. Όπως είδαμε παραπάνω, όλοι είναι ήδη εξοικειωμένοι με αυτήν την πρακτική και τέτοια συμπεριφορά δεν επιφέρει κάποια σημαντική ζημιά στην καθαυτό ηθική. Δεύτερον, είναι η ενεργή αξιοποίηση της ηθικής διάστασης για να καταφέρει όντως να αλλάξει τον αντίπαλο και, με αυτόν τον τρόπο, να εξαλείψει την ενδεχόμενη απειλή της απρόβλεπτης συμπεριφοράς. Για αυτό αγωνίζεται η Δύση από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, αν και όχι πάντοτε συστηματικά. Και τρίτον, η πλήρης ενσωμάτωση των ηθικών και δυναμικών διαστάσεων, όταν αυτό που κάνει ένα έθνος είναι εξ ορισμού ηθικό και αυτό που κάνουν οι αντίπαλοί του κατά τη διεκδίκηση της εξουσίας είναι πέραν της ηθικής.

Αυτή η μορφή συμπεριφοράς, φυσικά, δεν είναι εντελώς καινούργια. Δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Ωστόσο, τώρα αυτή η πρακτική έχει περιέλθει σε βασικές νέες διαρθρωτικές συνθήκες – το τέλος μιας εποχής που θα μπορούσαμε να περιμένουμε τη δημιουργία μιας ηγεμονίας ή μιας ομάδας δυνάμεων σε παγκόσμια κλίμακα. Η μετατόπιση της παγκόσμιας ισορροπίας προς όφελος της Κίνας δεν θα εκτοπίσει απλώς τις Ηνωμένες Πολιτείες από κεντρικό παράγοντα. Αντίθετα, πρέπει να μάθουμε να ζούμε σε μια κατάσταση συνεχούς αμοιβαίου περιορισμού μεταξύ μιας ομάδας κρατών. Τώρα αυτή η ομάδα περιλαμβάνει τις ΗΠΑ, την Κίνα, τη Ρωσία και, εν μέρει, την Ευρώπη, με επικεφαλής τη Γερμανία. Η Ινδία και πολλές άλλες δυνάμεις ενδέχεται να συμμετάσχουν στο μέλλον.

«Σήμερα, κανένα κράτος ή ομάδα κρατών δεν μπορεί να βασιστεί στο γεγονός ότι η απόλυτη κυριαρχία του θα αποτελέσει βάση για την απόλυτη και καθολική διάδοση των ηθικών κανόνων που διέπουν αυτό το κράτος».

Αυτό φαίνεται παράδοξο, αλλά είναι ακριβώς η αδυναμία να καταστούν οι αξίες τους καθολικές που μπορεί να αναγκάσει τα κράτη να στραφούν επιτέλους στη αξιοποίηση ολόκληρου του κανονιστικού στοιχείου ως μοναδικό και αποκλειστικό συστατικό δύναμης. Με άλλα λόγια, εάν τα κράτη συνειδητοποιήσουν ότι στερούνται της ευκαιρίας να επιβάλουν τις αξίες τους σε άλλους, τότε καταρχήν παύουν να αντιλαμβάνονται γιατί είναι απαραίτητα σε μια περισσότερο ή λιγότερο αυτόνομη μορφή. Το αποτέλεσμα είναι ότι τα σημαντικά ερωτήματα δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν παρά ως μέρος ενός δυναμικού ρεπερτορίου – όπως τα τανκς ή τα μέτρα οικονομικής πίεσης. Αλλά όχι επειδή κάποιος θέλει να τους αναγκάσει να ακολουθήσουν, αλλά απλώς και μόνο επειδή θα είναι χρήσιμοι σε έναν αγώνα εξουσίας.

Στην πραγματικότητα, τα πράγματα έχουν προχωρήσει τόσο πολύ που ήρθε η ώρα να σκεφτούμε εάν η πολιτική που αντιλαμβανόμαστε με αρκετά απλούς όρους, και η οποία αμαυρώνεται από τη λογική των δύο μέτρων κα δύο σταθμών, αποτελεί ένδειξη των πιο θεμελιωδών διαδικασιών. Είναι πολύ πιθανό να γίνουμε μάρτυρες στις μέρες μας, όπως στην αυγή της σύγχρονης εποχής, της παντελής εξαφάνισης του σημαντικού συστατικού της διεθνούς ζωής. Τι έπεται;

Πρώτον, το πιθανότερο είναι η τελεσίδικη υποβάθμιση της ηθικής στο πλαίσιο της διεθνής πολιτικής και η έναρξη μιας νέας εποχής, παρόμοια με τον Μεσαίωνα, απορρίπτωντας τυπικά την καθαυτό ηθική, εφόσον δεν είναι η δική μας ηθική. Οι Σταυροφόροι δεν σεβάστηκαν τους ηθικούς κανόνες των Μουσουλμάνων ή των Εβραίων, αντιστοίχως και οι Ευρωπαίοι Καθολικοί και Προτεστάντες την περίοδο των θρησκευτικών πολέμων. Και στις δύο περιπτώσεις, το αίμα έρεε ποτάμια και οι φρικαλεότητες που διαπράχθηκαν ελλείψει κανονιστικών περιορισμών παρέμειναν στη μνήμη των επόμενων γενιών. Σε ένα τέτοιο καθεστώς, η διεθνής πολιτική μπορεί να υπάρχει για μεγάλο διάστημα. Η ύπαρξη μιας πυρηνικής αποτροπής μεταξύ των κορυφαίων στρατιωτικών δυνάμεων του πλανήτη μας δίνει την ευκαιρία να ελπίζουμε ότι αυτή η κατάσταση δεν θα οδηγήσει σε έναν εντελώς θανατηφόρο γενικευμένο πόλεμο.

Υπάρχει όμως και ένα δεύτερο πιθανό σενάριο, αυτό της κατάργησης της ηθικής στη διεθνή πολιτική όπως τη γνωρίσαμε κατά τη διάρκεια του Διαφωτισμού. Αλλά ταυτόχρονα, θα μπορούσε να υπάρξει επιστροφή σε αυτή τη βάση με νέες κατηγορίες αξιών για τις σχέσεις μεταξύ των κρατών που δεν μπορούν να υποταχθούν το ένα στο άλλο. Οι κατηγορίες αυτές, φυσικά, δεν θα είναι η νομιμότητα και η αμοιβαία αναγνώριση. Ο αγώνας των χαλιφάτων διαφορετικών μεγεθών και η άρνηση των ηθικών πλατφορμών του άλλου, είναι, φυσικά, ένα πολύ επικίνδυνο θεμέλιο για την οικοδόμηση της παγκόσμιας τάξης. Αλλά σε αυτήν την περίπτωση, στο άμεσο μέλλον θα έχουμε την ευκαιρία να δούμε τον αγώνα μεταξύ των εθνών που ρυθμίζεται από κάτι διαφορετικό από τις δυνάμεις τους.


*O Έρολ Ούσερ (Erol User) είναι πρόεδρος και CEO της USER HOLDİNG. Επιχειρηματίας και φιλάνθρωπος, πρόκειται έναν από τους καινοτόμους παίκτες της επιχειρηματικής τουρκικής σκηνής. Η USER HOLDİNG είναι επενδυτική τραπεζική εταιρεία που προσφέρει συμβουλευτικές υπηρεσίες τόσο σε τουρκικές όσο και διεθνείς εταιρείες.