Επεισοδιακή αποδεικνύεται η... «Δευτέρα Παρουσία» του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, αφού δεν υπάρχει μέρα που να περνά και ο Αμερικανός πρόεδρος να μην αναστατώνει άπαντες με τις αποφάσεις και τις πρωτοβουλίες του.

Γράφει η Έρση Παπαδάκη

Εν μέσω, λοιπόν, των προειδοποιήσεων για την «απόκτηση» της Γροιλανδίας και της διώρυγας του Παναμά και των μετώπων που έχει ανοίξει με το Μεξικό και τον Καναδά για την παράνομη μετανάστευση –και όχι μόνο–, ο Τραμπ αιφνιδίασε με την απόφαση για προσωρινή παύση πληρωμών στο αμερικανικό Δημόσιο και την εθελουσία έξοδο που πρότεινε σε δεκάδες χιλιάδες ομοσπονδιακούς υπαλλήλους.

Δεν έλειψαν, βεβαίως, οι πολιτικές αντιδράσεις από τους Δημοκρατικούς, δεκάδες οργανώσεις και ομάδες πολιτών, οι οποίες προανήγγειλαν προσφυγή στα ομοσπονδιακά δικαστήρια κατά της προεδρικής απόφασης για την αναστολή χρηματοδοτήσεων σε συγκεκριμένα προγράμματα, τουλάχιστον έως τις αρχές της επόμενης εβδομάδας.

Οι αντιδράσεις υποχρέωσαν την εκπρόσωπο του Λευκού Οίκου να διευκρινίσει ότι η απόφαση Τραμπ δεν αφορά το σύνολο των υπηρεσιών και προγραμμάτων του ομοσπονδιακού κράτους και πως σε κάθε περίπτωση δεν πρόκειται να επηρεάσει το Medicair, δηλαδή το πρόγραμμα υγειονομικής περίθαλψης, του οποίου ο επίσημος ιστότοπος τέθηκε για αρκετές ώρες εκτός λειτουργίας. Ορισμένα ΜΜΕ αναφέρουν μάλιστα ότι το χάος που επικράτησε τις πρώτες ώρες έμοιαζε με αυτό που προκλήθηκε μετά τις εκλογές του 2020 και ιδίως με την εισβολή των υποστηρικτών του Τραμπ στο Καπιτώλιο, τον Ιανουάριο του 2021.

Κράτος... ημετέρων

Δεδομένο είναι πάντως ότι ο Αμερικανός πρόεδρος κατ’ αυτόν τον τρόπο θέλει να σχεδιάσει τα πάντα από την αρχή και να συρρικνώσει σε πρώτη φάση το ομοσπονδιακό κράτος – προφανώς για να το δομήσει όπως ο ίδιος επιθυμεί.

Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι μία από τις πρώτες κινήσεις, ύστερα από την ορκωμοσία του, ήταν να απολύσει υψηλόβαθμους αξιωματούχους και τώρα έρχεται η πρόταση να αποχωρήσουν όσοι από τους περίπου δύο εκατομμύρια ομοσπονδιακούς υπαλλήλους επιθυμούν, λαμβάνοντας ως bonus οκτώ μισθούς.

Οι υπάλληλοι που θα επιλέξουν να φύγουν θα πρέπει ν’ απαντήσουν έως τα μέσα της επόμενης εβδομάδας και διόλου τυχαίο είναι επίσης το γεγονός ότι ένας από τους πρώτους που έσπευσαν να «διαφημίσουν» την απόφαση Τραμπ ήταν ο Έλον Μασκ – ο οποίος, όταν εξαγόρασε το πρώην Twitter (το σημερινό Χ), προχώρησε σε ανάλογη κίνηση προς το προσωπικό του.

Νόμιμοι υπό απειλή

Την ίδια στιγμή, συνεχίζεται η αναστάτωση στο μεταναστευτικό. Αναφορές σε Μέσα Ενημέρωσης κάνουν λόγο για καθεστώς φόβου που επικρατεί στις μεγάλες πόλεις των ΗΠΑ, καθώς ακόμη και νόμιμοι μετανάστες δεν τολμούν να πάνε στις δουλειές τους και δεν βγαίνουν από τα σπίτια τους υπό τον φόβο της σύλληψης ή ακόμη και της απέλασης.

Η εντολή της αμερικανικής διοίκησης προς τις αρμόδιες αρχές είναι να σκληρύνουν τη στάση τους και να πατήσουν «γκάζι» στις απελάσεις, καθώς ταυτόχρονα έχουν «παγώσει» όλα τα αιτήματα ασύλου.

Τις προηγούμενες ημέρες είναι χαρακτηριστικό ότι συνελήφθησαν περισσότεροι από 1.000 άνθρωποι, ενώ ο Τραμπ δοκίμασε τα όρια της Κολομβίας με τις απειλές περί εξοντωτικών δασμών, εάν δεν δέχεται μετανάστες που απελαύνονται –και εντέλει κέρδισε στο ιδιότυπο αυτό μπρα ντε φερ.

«Πήλινες» επενδύσεις

Αλλά και στο πεδίο της οικονομίας και της τεχνολογίας ο Τραμπ έχει προλάβει ν’ αφήσει το αποτύπωμά του. Η φιλόδοξη εξαγγελία του για επενδύσεις ύψους 500 δισ. δολαρίων για την ανάπτυξη υποδομών Τεχνητής Νοημοσύνης έγινε κομμάτια από την αιφνιδιαστική εκτίναξη της δημοφιλίας της κινεζικής εφαρμογής DeepSeek. Και αυτό διότι, παρά την προσπάθεια του Αμερικανού προέδρου να περιορίσει την πρόσβαση των Κινέζων σε μέσα για την ανάπτυξη εφαρμογών ΑΙ, η εφαρμογή DeepSeek αποδεικνύεται πως με ελάχιστο κόστος σε σχέση με τις αντίστοιχες αμερικανικές εφαρμογές μπορεί να είναι πολύ πιο αποτελεσματική.

Αποτέλεσμα αυτού ήταν αρκετές μεγάλες αμερικανικές τεχνολογικές εταιρείες να καταρρεύσουν στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης και να δημιουργηθεί ευρύτερη αναστάτωση που, πιθανότατα, θα εντείνει τον πόλεμο ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα και θα σκληρύνει ακόμη περισσότερο τη στάση του Τραμπ απέναντι στο Πεκίνο.