Ο άνθρωπος από τη φύση του, ως... ζώσα οντότητα, έχει μια σημαντική ιδιότητα. Σε κάποιες περιπτώσεις, αυτή η ιδιότητα τον βοηθά να λησμονεί ώστε να μπορεί να συνεχίζει. Σε άλλες, μπορεί να τον οδηγήσει σε μια νέα περιπέτεια, με απρόβλεπτο κόστος.
Αυτά εισαγωγικά και θα γίνω πιο συγκεκριμένος. Πριν από λίγα 24ωρα η χώρα μας κατάφερε να αντιστρέψει το σπιράλ μιας κρίσης και των επιπτώσεών της που όμοιά τους ήταν μόνο ύστερα από έναν Παγκόσμιο Πόλεμο. Αλλά λίγο ο ανασχηματισμός, λίγο ο Αρίστος Δοξιάδης που μπήκε από το πουθενά στη ζωή μας, κατάφερε να το περάσει στα... χαμηλά σε ό,τι αφορά την προβολή, τόσο από την κυβέρνηση όσο και από τα media.
Και αναφέρομαι στην απονομή της επενδυτικής βαθμίδας στην ελληνική οικονομία από τη Moody’s, έναν από τους σημαντικότερους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης διεθνώς. Η αναβάθμιση αυτή, επί της ουσίας, σηματοδότησε το κλείσιμο ενός μεγάλου κύκλου για την ελληνική οικονομία, που πέρασε μνημόνια και μια συγκυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου, που μέχρι να καταλάβουν τα αυτονόητα λίγο έλειψε να ρίξουν τη χώρα στα βράχια.
Η αναβάθμιση αυτή ούτε δεδομένη ήταν ούτε αυτονόητη και εύκολη, καθώς επετεύχθη από τον Κ. Χατζηδάκη και τους συνεργάτες του, εν μέσω διεθνών κρίσεων και γεωπολιτικής αστάθειας. Η ταχεία μείωση του χρέους, η αύξηση των εσόδων με την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, χωρίς αύξηση των φόρων, αλλά –αντιθέτως– με μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, η υπεραπόδοση του προϋπολογισμού, η μείωση των «κόκκινων» δανείων είναι μερικά από αυτά που καταγράφονται στην έκθεση και δείχνουν προς τα πού πρέπει να κινηθεί η κυβέρνηση.
Εξίσου εντυπωσιακή και η ανταπόκριση των επενδυτών στις εκδόσεις ομολόγων. Η Ελλάδα ζήτησε από τις αγορές 3 δισ. ευρώ και, παρά τη διεθνή αβεβαιότητα, συγκέντρωσε προσφορές άνω των 56,5 δισ. ευρώ, που είναι το μεγαλύτερο ποσό που έχει καταγραφεί για οποιαδήποτε κοινοπρακτική έκδοση από τη χώρα μας.
Είναι επίσης σημαντικό ότι καλύφθηκαν κατά το μεγαλύτερο μέρος οι δανειακές ανάγκες της χώρας για το 2025. Και διαμορφώνεται δίχτυ ασφαλείας για όποιες πιθανές αναταράξεις μπορεί να προκύψουν στις διεθνείς αγορές τους επόμενους μήνες. Για τα υπόλοιπα οικονομικά της αναβάθμισης, υπάρχουν αρμοδιότεροι εμού, για να τα καταγράψουν σε ό,τι αφορά τους μακροοικονομικούς στόχους.
Τίποτα αυτονόητο
Θα επικεντρωθώ σε δύο σημεία, όμως, και τι σημαίνει σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο. Σε ό,τι αφορά το οικονομικό επίπεδο, η Moody’s πολύ απλά μάς είπε ότι επιστρέφουμε σε κανονικότητα, βάζοντας επί της ουσίας το πολιτικό διακύβευμα της επόμενης ημέρας. Και αυτό δεν είναι άλλο από τη διασφάλιση της πολιτικής σταθερότητας στα πράγματα. Διότι σε μια περίοδο γενικευμένης αστάθειας, οι αναταράξεις και οι ανατροπές μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο αυτό που θεωρούμε ως αυτονόητο σήμερα.
Η κυβερνητική σταθερότητα και το διακύβευμά της δεν είναι απλός σχεδιασμός του Κυριάκου Μητσοτάκη, ή ένα θεωρητικό δίλημμα των επόμενων εκλογών. Μια αστάθεια, το ενδεχόμενο πολλαπλών εκλογικών αναμετρήσεων, σε περίπτωση μη ύπαρξης αυτοδυναμίας ή μιας σταθερής κυβέρνησης, δεν αποκλείεται να οδηγήσει σε ένα καθοδικό σπιράλ, που κανείς δεν μπορεί να προβλέψει το μέγεθος και τους κινδύνους που ενδέχεται να προκύψουν για μια οικονομία σαν τη δική μας, που βίωσε μια κρίση η οποία κράτησε περίπου δέκα και πλέον χρόνια.
Γι’ αυτό τα ρίσκα μιας ενδεχόμενης ακυβερνησίας δεν είναι ένα θεωρητικό κατασκεύασμα αλλά ένας υπαρκτός κίνδυνος, καθώς άπαντες γνωρίζουν ότι ένας από τους βασικούς κανόνες μιας οικονομίας είναι και η «ψυχολογία της σταθερότητας». Το δεύτερο μήνυμα της αναβάθμισης αφορά την κυβέρνηση, η οποία καλείται αυτές τις θετικές επιδόσεις για την οικονομία να τις κάνει και θετικές ειδήσεις για τη ζωή των πολιτών, με κλείσιμο της ψαλίδας των ανισοτήτων και της στήριξης των εισοδημάτων των πολιτών.
Το δεύτερο δεν είναι άσχετο με το πρώτο. Μια κοινωνία που διαπιστώνει ότι περνά καλύτερα και υπάρχει ελπίδα και ανάπτυξη δεν ρισκάρει τη σταθερότητα. Γι’ αυτό και είναι κρίσιμο αυτές οι στρατηγικές να εξετάζονται από κοινού, καθώς το ταγκό της σταθερότητας απαιτεί πάντα δύο. Από τη μία την οικονομία και από την άλλη την κοινωνία.