Ο Αλέξης Τσίπρας, ως προσκεκλημένος στο 28ο Harvard College China Forum, έφερε για άλλη μια φορά στο προσκήνιο το «δυνατό του σημείο»: την οικονομία. Με τον αέρα του «ηγέτη που κατανοεί τη διεθνή κατάσταση», ανέφερε ότι η οικονομία πρέπει να επικεντρώνεται στη μακροπρόθεσμη συνεργασία μεταξύ κρατών και να παραμερίζει τα βραχυπρόθεσμα συμφέροντα.

Όμως, αν ρίξουμε μια πιο προσεκτική ματιά στα πεπραγμένα του, ειδικά όσον αφορά τη διαχείριση της ελληνικής οικονομίας, το «μακροπρόθεσμο» αφήνει μια πικρή γεύση.

Ο Τσίπρας υποστήριξε ότι οι ηγέτες πρέπει να συνεργάζονται για την επίλυση παγκόσμιων προβλημάτων χωρίς να επικεντρώνονται στα βραχυπρόθεσμα συμφέροντα των λαών τους. Ωστόσο, τι ακριβώς εννοεί «βραχυπρόθεσμα συμφέροντα»;

Οι πολιτικές του πρώτου εξαμήνου του 2015, με τις οποίες καταφέραμε να βυθιστούμε σε μια ατέλειωτη κρίση, κόστισαν στην Ελλάδα πάνω από 100 δισεκατομμύρια ευρώ. Όλα αυτά εξαιτίας των αλλεπάλληλων ανατροπών και του κενού σχεδίου, που έφερε τη χώρα μια ανάσα πριν την ρίξει στα βράχια.

Και αφού κάναμε τη διαχείριση του πρωτου εξαμήνου τόσο «υποδειγματικά» ήρθε η ώρα του Τρίτου Μνημονίου. Μια συμφωνία που εβαλε σε θηλειά την περιουσία το ελληνικού δημοσίου για 99 χρόνια, Σωστά, 99 χρόνια! Αυτό ο Τσίπρας το ονομάζει «μακροπρόθεσμο σχέδιο», Εμείς απλά το λέμε «μια σφαγή για τις επόμενες γενιές»

Και αν όλα αυτά φαίνονται λίγο «μακροπρόθεσμα», ας θυμηθούμε την πολιτική της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ να «λύσει» το ζήτημα των τηλεοπτικών αδειών με τον Νόμο Παππά, ο οποίος απορρίφθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας ως αντισυνταγματικός.

Ποιοι είναι οι λόγοι για να μιλήσεις για «ακαδημαϊκή ελευθερία» όταν η κυβέρνησή σου έχει προσπαθήσει να περιορίσει τον τύπο με τέτοιους τρόπους;

Ο Αλέξης Τσίπρας μπορεί να προβάλλει το «ατού» της οικονομίας και της συνεργασίας, αλλά τα πεπραγμένα του δείχνουν ακριβώς το αντίθετο. Η Ελλάδα πλήρωσε βαρύ τίμημα για τις πολιτικές του ΣΥΡΙΖΑ, με αμφισβητούμενα σχέδια που δεν οδήγησαν ποτέ στην ευημερία.

Όταν λοιπόν μιλάει για «μακροπρόθεσμο συμφέρον», ίσως καλύτερα να θυμηθούμε πόσο «μακροπρόθεσμα» είναι τα συμφωνηθέντα με το τρίτο μνημόνιο.