Ο Νίκος Ανδρουλάκης επέλεξε και πάλι να εμφανιστεί ως τιμητής της κοινωνικής δικαιοσύνης, καταγγέλλοντας «καρτέλ» και «αισχροκέρδεια». Το πρόβλημα δεν είναι ότι αναγνωρίζει την ακρίβεια, αλλά ότι οι «λύσεις» που παρουσιάζει αντλούν από ένα ήδη γνωστό και ξεπερασμένο λεξιλόγιο. Οι ανακοινώσεις του ΠΑΣΟΚ περιγράφουν μέτρα που δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα και προσπαθούν να εμφανιστούν ως καινοτόμες ιδέες, ενώ στην ουσία επαναλαμβάνουν παλιές κρατικιστικές προτάσεις.

Η κυβέρνηση έχει ήδη εφαρμόσει στοχευμένα μέτρα για τη στήριξη των πολιτών και τον έλεγχο της αγοράς, αλλά ο Ανδρουλάκης περιορίζεται σε καταγγελίες χωρίς αντίκρισμα. Οι προτάσεις του για νέες αρχές και ελεγκτικούς μηχανισμούς είναι καθαρά επικοινωνιακές κινήσεις, που δεν προσφέρουν πρακτική λύση ούτε ενισχύουν την προστασία του καταναλωτή με τρόπο μετρήσιμο και αποτελεσματικό.

Η εμμονή του προέδρου του ΠΑΣΟΚ στην «πολιτική αλλαγή» αποκαλύπτει την αδυναμία του να προτείνει ρεαλιστικά μέτρα. Αντί να καταθέσει μια συγκροτημένη στρατηγική για τη μείωση του κόστους ζωής, περιορίζεται σε γενικόλογες καταγγελίες και συνθήματα που δεν πείθουν κανέναν. Η ρητορική του λειτουργεί περισσότερο ως εργαλείο αυτοπροβολής παρά ως πολιτική πρόταση.

Στο τέλος, η κοινωνία βλέπει τη διαφορά: η κυβέρνηση δουλεύει με συγκεκριμένες δράσεις και αποτελέσματα, ενώ ο Ανδρουλάκης μένει εγκλωβισμένος σε λόγια χωρίς αντίκρισμα. Το ΠΑΣΟΚ καταλήγει να παρουσιάζει μια μεγάλη φούσκα πολιτικής, όπου η καταγγελία αντικαθιστά την ουσία, και η φλυαρία υποκαθιστά τη δράση. Οι πολίτες δεν χρειάζονται λόγια· χρειάζονται αποτελέσματα, και αυτά τα φέρνει η κυβέρνηση, όχι η ρητορική του Ανδρουλάκη.