«Όσοι αρνούνται τη μέτρηση και την αξιολόγησηστις διάφορες δομές του Δημόσιου ουσιαστικά αρνούνται και να λογοδοτήσουν στους πολίτες για τα πεπραγμένα τους», δήλωσε ο πρωθυπουργός κατά την παρουσίαση των στοιχείων από τη διαδικασία αξιολόγησης των πολιτών σε δομές του Δημοσίου. Και αυτό είναι η πραγματικότητα.
Το βαθύ κράτος που στήθηκε στο πέρασμα των δεκαετιών έμαθε να βρίσκεται στο απυρόβλητο μέσα από μια διαδικασία που ορίζει συνταγματικά τη μονιμότητα και η οποία, όπως σε όλες τις περιπτώσεις, αντιμετωπίστηκε με στρεβλό τρόπο ειδικά από τα διάφορα πειθαρχικά συμβούλια που απαρτίζονται από συναδέλφους και συνδικαλιστές των δημόσιων υπηρεσιών.
Το απυρόβλητο αυτό και η έννοια της ατιμωρησίας αποτελούν μια από τις βασικές παραμέτρους των αδυναμιών που εντοπίζονται και ουσιαστικά διαιωνίζονται. Τα παραδείγματα πολλά, ειδικά σε ό,τι αφορά τις συναλλαγές με τους πολίτες που βιώνουν από την πλευρά τους μια κατάσταση που σε πολλές φορές μετατρέπει τη συναλλαγή σε συνδιαλλαγή με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Το ψηφιακό κράτος μειώνει σημαντικά, αλλά δεν εξαλείφει αυτές τις διαδικασίες και τη μορφή που πήραν όλα τα προηγούμενα χρόνια. Κυρίως όμως αυτό που χάθηκε είναι η πραγματικότητα. Ποια είναι αυτή; Αυτή που ο πρωθυπουργός επισήμανε, δηλαδή ότι «το κράτος οφείλει να τίθεται στην υπηρεσία του πολίτη και όχι του υπαλλήλου του».
Βασικός παράγοντας η αξιολόγηση, η οποία είναι χρήσιμη και αναγκαία πρώτα απ’ όλα για τους ίδιους τους υπαλλήλους του Δημοσίου. Διότι ούτε όλοι είναι ίδιοι ούτε όλοι αντιμετωπίζουν με τον ίδιο τρόπο το έργο που καλούνται να εκτελέσουν. Και είναι ο πρώτοι που θέλουν –ή πρέπει να θέλουν– να ξεκαθαρίσει η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί.
Άλλωστε η κυβέρνηση έχει μεριμνήσει ώστε να αναγνωρίζεται η δουλειά του καθενός όχι μόνο ηθικά αλλά και οικονομικά προκειμένου να καταστεί κατανοητό ότι η αξιολόγηση δεν έχει τιμωρητικό σκοπό. Όπως δεν έχει και η αξιολόγηση των δομών και των υπηρεσιών του Δημοσίου. Είναι κλειδί για τη βελτίωση, για την καλύτερη λειτουργία και την αντιμετώπιση των προβλημάτων που υπάρχουν.
Ναι, το βαθύ κράτος αντιδρά. Είναι λογικό και αναμενόμενο. Το έκανε πάντα και το κάνει σε κάθε μεταρρυθμιστική προσπάθεια που ξεβολεύει κραδαίνοντας ως μπαμπούλα το λεγόμενο πολιτικό κόστος και ζητώντας ομπρέλα προστασίας από την αντιπολίτευση. Πλέον όμως τα πράγματα έχουν αλλάξει. Οι πολίτες επιθυμούν να είναι ανταποδοτικές οι υπηρεσίες και αυτό επιβεβαιώνεται και από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις.
Όσοι βλέπουν αυτές τις τομές ως «επικοινωνιακά πυροτεχνήματα» είναι αλλού. Κλείνουν τα μάτια και τα αυτιά στα μηνύματα που στέλνουν οι πολίτες και αδυνατούν να συνειδητοποιήσουν ότι οι αλλαγές είναι επιθυμητές, εφόσον αφορούν τη μεγάλη πλειοψηφία.
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση του «Μανιφέστο».