Για δεκαετίες, το όνομα του Πέτρου Φιλιππίδη υπήρξε συνώνυμο με το ελληνικό θέατρο και την τηλεόραση. Από τους ρόλους που άφησαν εποχή μέχρι τις πρωταγωνιστικές εμφανίσεις του σε σίριαλ που καθήλωναν εκατομμύρια τηλεθεατές, η καριέρα του είχε όλα τα χαρακτηριστικά μιας λαμπρής διαδρομής.

Όμως το ίδιο όνομα έγινε συνώνυμο της πτώσης και της απαξίωσης, όταν οι καταγγελίες για σεξουαλικές επιθέσεις και απόπειρες βιασμού ήρθαν στο φως. Και πλέον, με την καταδίκη του και σε δεύτερο βαθμό για απόπειρα βιασμού, η υπόθεση κλείνει με τη σφραγίδα της ελληνικής Δικαιοσύνης

Δυναμικό ξεκίνημα

Ο Πέτρος Φιλιππίδης γεννήθηκε το 1963 και από νωρίς έδειξε πως θα διεκδικήσει πρωταγωνιστικό ρόλο στα καλλιτεχνικά δρώμενα. Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και ξεκίνησε να εμφανίζεται σε θεατρικές σκηνές με αξιώσεις. Η δεκαετία του ’90 και οι αρχές του 2000 τον βρήκαν να μετατρέπεται σε σταρ. Σειρές όπως το «50-50» έφεραν τον Φιλιππίδη σε κάθε ελληνικό σπίτι. Η τηλεθέαση εκτοξευόταν και ο ίδιος εξελισσόταν σε καλλιτεχνικό brand name. Παράλληλα, στο θέατρο, οι σκηνοθεσίες και οι ερμηνείες του σημείωναν εμπορική και συχνά και καλλιτεχνική επιτυχία.

«Είναι από εκείνους τους ηθοποιούς που γεμίζουν το σανίδι με την παρουσία τους», έλεγαν τότε οι κριτικοί. Η εικόνα αυτή φαινόταν αδιαμφισβήτητη: ένας πολυτάλαντος, ευφυής πρωταγωνιστής με ικανότητα να κινείται ανάμεσα στο δράμα και στην κωμωδία. Στο κοινό του, έβρισκε μια γενιά που μεγάλωσε μαζί του, βλέποντάς τον να εξελίσσεται από τον κλασικό ρόλο του «καλού παιδιού» σε πιο σύνθετους χαρακτήρες.

Τα τελευταία χρόνια, όμως, το σκηνικό άρχισε να αλλάζει. Το #MeToo μπορεί να καθυστέρησε να έρθει στην Ελλάδα, αλλά ήρθε με ορμή. Οι πρώτες καταγγελίες αφορούσαν τον χώρο του αθλητισμού και στη συνέχεια το κύμα μεταφέρθηκε στο θέατρο. Όταν οι καταγγελίες εναντίον του Φιλιππίδη άρχισαν να δημοσιοποιούνται, το σοκ ήταν μεγάλο. Η δημόσια εικόνα που είχε χτιστεί επί δεκαετίες έσπασε σαν γυαλί.

Τρεις γυναίκες κατήγγειλαν ότι υπήρξαν θύματα σεξουαλικής βίας από τον ίδιο. Η υπόθεση οδηγήθηκε στη Δικαιοσύνη και ο ίδιος συνελήφθη και προφυλακίστηκε. Μεταξύ των κατηγοριών ήταν και δύο απόπειρες βιασμού. Στο δικαστήριο, ο Φιλιππίδης αρνήθηκε όλες τις πράξεις. Δήλωσε ότι οι σχέσεις του ήταν συναινετικές και ότι υπήρξε θύμα στοχοποίησης. Η υπεράσπισή του μίλησε για «προσπάθεια διασυρμού».

Παρά τα επιχειρήματά του, το δικαστήριο έκρινε πως οι μαρτυρίες ήταν πειστικές. Καταδικάστηκε πρωτόδικα σε ποινή οκταετούς κάθειρξης με αναστολή για απόπειρα βιασμού. Προσέφυγε στο Εφετείο, ελπίζοντας ότι θα ανατραπεί η απόφαση. Όμως ούτε εκεί τα πράγματα εξελίχθηκαν υπέρ του.

Στην πρόσφατη ετυμηγορία του Μικτού Ορκωτού Εφετείου, οι δικαστές και οι ένορκοι απέρριψαν και πάλι τους ισχυρισμούς του και επικύρωσαν την καταδίκη του για απόπειρα βιασμού, απορρίπτοντας το μεγαλύτερο μέρος της έφεσής του.

Η στιγμή αυτή σήμανε το οριστικό τέλος μιας δημόσιας διαδρομής. Από το σανίδι, στο οποίο ο Φιλιππίδης υπήρξε κυρίαρχος, βρέθηκε στο σκαμνί του κατηγορουμένου και τελικά στη φυλακή. Το θέατρο και η τηλεόραση έσπευσαν να αποσύρουν τις παραστάσεις και τα σίριαλ όπου πρωταγωνιστούσε. Οι συνεργάτες του μίλησαν για «κλίμα φόβου» που επικρατούσε στα καμαρίνια και τα παρασκήνια. Ακόμη και παλαιότεροι φίλοι και συνοδοιπόροι πήραν αποστάσεις

Κατάχρηση εξουσίας

Η υπόθεση Φιλιππίδη ήταν κομβική για το ελληνικό #MeToo. Ηταν η πρώτη φορά που η κοινωνία είδε έναν τόσο αναγνωρίσιμο καλλιτέχνη να λογοδοτεί σε δικαστήριο για τόσο βαριά αδικήματα. Και ήταν επίσης μια στιγμή αφύπνισης: πίσω από τη βιτρίνα της «λαμπερής πρωτοκλασάτης καριέρας», αποκαλύφθηκαν συμπεριφορές καταχρηστικής εξουσίας και βίας.

Πλέον, το όνομα του Φιλιππίδη δεν θυμίζει στους περισσότερους το ταλέντο, αλλά το σκάνδαλο και την καταδίκη. Ισως αυτή να είναι η μεγαλύτερη ποινή για έναν άνθρωπο που έζησε για το χειροκρότημα – να το χάσει για πάντα. Από το σανίδι στο σκαμνί, λοιπόν, και από τον θαυμασμό στην απόλυτη απαξίωση. Ένα τέλος που, με τον πιο σκληρό τρόπο, υπενθύμισε πως το κύρος και η φήμη δεν στέκουν πάνω από τη Δικαιοσύνη.