Η υπόθεση που έχει προκαλέσει σάλο στους κόλπους της Ελληνικής Αστυνομίας ξεκίνησε από μια καταγγελία που έκανε μια γυναίκα αστυνομικός εναντίον συναδέλφου και πρώην συντρόφου της.
Σύμφωνα με όσα ισχυρίζεται, το βράδυ της περασμένης Κυριακής, σε γνωστό νυχτερινό κατάστημα, ο άνδρας της επιτέθηκε και τη χτύπησε βάναυσα μπροστά στα μάτια δεκάδων θαμώνων. Το περιστατικό καταγράφηκε σε βίντεο, το οποίο η ίδια ανάρτησε στα social media, προκαλώντας σοκ και οργή.
Η αστυνομικός ανέφερε πως τη στιγμή της επίθεσης ενεργοποίησε το «panic button» στο κινητό της, ένα ειδικό σύστημα που διαθέτουν τα στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. για περιπτώσεις κινδύνου. Αμέσως κινητοποιήθηκε η Άμεση Δράση, όμως, όταν έφτασαν οι συνάδελφοί της στο σημείο, ο φερόμενος ως δράστης είχε εξαφανιστεί. Σύμφωνα με πληροφορίες, στη συνέχεια δήλωσε ασθένεια και τέθηκε σε αναρρωτική άδεια, αποφεύγοντας προσωρινά την επικοινωνία με τις αρχές.
Η γυναίκα καταγγέλλει ότι δεν πρόκειται για ένα μεμονωμένο περιστατικό. Όπως υποστηρίζει, ο συγκεκριμένος αστυνομικός την έχει ξυλοκοπήσει και στο παρελθόν, την έχει απειλήσει ότι «θα της καταστρέψει τη ζωή» και πως «θα τη σκοτώσει αν δεν επιστρέψει μαζί του».
Μάλιστα, αναφέρει ότι έχει ήδη υποβάλει μήνυση εναντίον του για απειλές, εκβίαση και ξυλοδαρμό, ενώ τον κατηγορεί και για revenge porn, καθώς –όπως ισχυρίζεται– διέρρευσε ερωτικά βίντεο τους σε ομαδικές συνομιλίες στο Viber, όπου συμμετείχαν και άλλοι αστυνομικοί.
Το περιστατικό έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στο εσωτερικό της ΕΛ.ΑΣ., καθώς εγείρει ζητήματα δεοντολογίας και αξιοπιστίας της ίδιας της υπηρεσίας. Σύμφωνα με το Πρώτο Θέμα, έχει διαταχθεί πειθαρχική και ποινική έρευνα εις βάρος του αστυνομικού, ο οποίος αναμένεται να τεθεί σε διαθεσιμότητα.
Παράλληλα, διερευνάται το κατά πόσο το βίντεο της επίθεσης αποτελεί αδιάσειστο στοιχείο και εάν υπάρχουν μαρτυρίες τρίτων που να επιβεβαιώνουν τα όσα καταγγέλλει η γυναίκα.
Η ίδια, σε δηλώσεις της, μίλησε για έναν «εφιάλτη που διαρκεί μήνες». Όπως περιγράφει, μετά τη διάλυση της σχέσης τους ο συνάδελφός της άρχισε να την παρακολουθεί, να της στέλνει απειλητικά μηνύματα και να την εκβιάζει συναισθηματικά. Τον κατηγορεί ότι χρησιμοποιούσε τη θέση του στην αστυνομία για να την τρομοκρατεί, λέγοντάς της ότι «κανείς δεν θα σε πιστέψει».
Παράλληλα, αναφέρει ότι η υπόθεση με τις «χλιδάτες διακοπές» στο Ντουμπάι και στη Μύκονο –που είχε απασχολήσει παλιότερα τα μέσα ενημέρωσης– ήταν αποτέλεσμα εκδικητικής διάθεσης του ίδιου άνδρα, ο οποίος φέρεται να διοχέτευε ψευδείς πληροφορίες για να τη δυσφημήσει.
Από την πλευρά της αστυνομίας, το περιστατικό αντιμετωπίζεται με ιδιαίτερη σοβαρότητα, καθώς η εμπλοκή δύο εν ενεργεία στελεχών σε υπόθεση ενδοσυναδελφικής βίας και εκβιασμού δημιουργεί εσωτερικό πρόβλημα κύρους. Σύμφωνα με πληροφορίες, η Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛ.ΑΣ. έχει ήδη αναλάβει τη διερεύνηση της υπόθεσης, ενώ το θύμα έχει ζητήσει προστασία, καθώς δηλώνει ότι «φοβάται για τη ζωή της».
Η ύπαρξη βίντεο, το οποίο δείχνει τη στιγμή του ξυλοδαρμού, καθιστά την υπόθεση ακόμη πιο ευαίσθητη. Οι εικόνες –που έχουν διαρρεύσει στα social media– απεικονίζουν μια γυναίκα να δέχεται επίθεση από άνδρα μέσα σε μαγαζί, ενώ γύρω τους επικρατεί πανικός. Αν αποδειχθεί πως πρόκειται πράγματι για τον καταγγελλόμενο αστυνομικό, τότε οι συνέπειες θα είναι βαρύτατες. Ήδη έχουν ξεκινήσει οι διαδικασίες για την προσωρινή του απομάκρυνση από τα καθήκοντά του, ενώ το πειθαρχικό συμβούλιο θα αποφασίσει τα επόμενα βήματα.
Πέρα από τη νομική του διάσταση, το περιστατικό έχει ανοίξει μια ευρύτερη συζήτηση για το πώς αντιμετωπίζονται οι γυναίκες-αστυνομικοί μέσα σε ένα κατεξοχήν ανδροκρατούμενο περιβάλλον. Η ίδια η καταγγέλλουσα δηλώνει πως ένιωσε «μόνη απέναντι στο σύστημα» και ότι μόνο μέσω της δημοσιοποίησης του βίντεο κατάφερε να ακουστεί. Η στάση της έχει συγκεντρώσει κύμα συμπαράστασης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με δεκάδες χρήστες να ζητούν «να μην υπάρξει συγκάλυψη».
Η Δικαιοσύνη πλέον καλείται να ρίξει φως στην υπόθεση και να εξετάσει τα στοιχεία που έχουν προσκομιστεί. Αν επιβεβαιωθούν οι καταγγελίες, θα πρόκειται για ένα ακόμα σοβαρό περιστατικό έμφυλης και επαγγελματικής βίας μέσα στην Αστυνομία, που αναδεικνύει πόσο εύθραυστη μπορεί να γίνει η γραμμή ανάμεσα στην εξουσία και την κακοποίηση. Μέχρι τότε, η υπόθεση της γυναίκας αυτής θα παραμείνει σύμβολο ενός αγώνα για δικαιοσύνη, όχι μόνο απέναντι σε έναν άνθρωπο, αλλά απέναντι σε μια ολόκληρη κουλτούρα σιωπής.