Πώς να βρεις λόγια, τώρα; Τι να πεις, τι να σκεφτείς; Να θυμώσεις και να βάλεις τις φωνές; Αλλά σε ποιον, ποιος ακούει τώρα που όλα έχουν γίνει ίσωμα και το μυαλό του ανθρώπου μπάζει, ο θόρυβος, η μόλυνση, ο φανατισμός είναι διάχυτα παντού και η παράνοια παραμονεύει, σαν έτοιμη να μας κατασπαράξει.

 

Γράφει ο ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΨΑΡΙΑΝΟΣ

 

Παλιότερα αισθανόμασταν κάπως ασφαλείς, δεν μασάγαμε εύκολα, είχαμε αντοχές μεγάλες, παίζαμε και άμυνα δυνατή, δύσκολα τρώγαμε γκολ – κι αν τρώγαμε και κανένα, το ξεπερνούσαμε εύκολα, συνεχίζαμε με πάθος «ως την τελική νίκη», όπως λέγαμε.

Τώρα, έχουν αλλάξει τόσο πολύ τα πράγματα γύρω μας κι εμείς έτσι που λες, εντάξει, ας μη χάσουμε τουλάχιστον με μεγάλο σκορ, όχι κανένα 62-38 ας πούμε, έτσι που να υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να τους πάρουμε στη ρεβάνς. Και να πιστεύεις και να ελπίζεις ότι «η πρόκριση θα είναι δική μας!»

Δεν προλάβαμε να αποχαιρετίσουμε το Πάσχα και να γυρίσουμε στην καθημερινή ρουτίνα, έτσι κι αλλιώς φορτισμένη με την προεκλογική φούρια, και μας ήρθαν τα καινούργια μαντάτα από τις Βρυξέλλες.

Πάνω που αποφυλακίστηκε, μετά από μήνες, το κορίτσι της κεντροαριστεράς μας και λέγαμε ότι μπορεί να είναι ίσως και θύμα, να την έμπλεξαν δηλαδή άλλοι και τελικά να αθωωθεί, έπεσε επί της κεφαλής μας η ροπαλιά με τα καμώματα άλλου εκλεκτού τέκνου, που εμείς ψηφίσαμε με φόρα και με απαράμιλλη σοφία, μια ακόμη φορά, για να μας εκπροσωπεί.

Και ενώ δεν είχε ως τώρα ακουστεί ούτε η φωνή του εκεί ούτε οι εθνικές εμπνεύσεις του, ήρθε η ώρα η κακή. Να αναβοσβήνει στις ευρωπαϊκές μαρκίζες το όνομά του, όπως στο θέατρο, ως ένα είδος εθνικής ντροπής όμως. Το τεκμήριο αθωότητας του Αλέξη Γεωργούλη είναι βεβαίως ακλόνητο επί του παρόντος, αλλά η συλλογή στοιχείων από τις βελγικές αρχές, το αίτημα άρσης της ασυλίας του εκεί, όσο και η απαίτηση του ΣΥΡΙΖΑ να παραδώσει την έδρα του στο Ευρωκοινοβούλιο μας προετοιμάζουν μάλλον για το χειρότερο.

Θα πρέπει εδώ να συγχαρούμε τη συγκεκριμένη κοπέλα που βρήκε το θάρρος να σταθεί μαχητικά απέναντι στην αθλιότητα και να αποκαλύψει τον θύτη παρουσιάζοντας στις αρχές του Βελγίου όλα τα αποδεικτικά στοιχεία που θεμελιώνουν τις καταγγελίες της.

Και όσα λέγονται από τα γνωστά στέκια υποκρισίας και ανομίας, ότι δηλαδή «καθυστέρησε να το κάνει» και «βρήκε την ώρα τώρα για να το εκμεταλλευτεί πολιτικά», όλα είναι τόσο γελοία όσο και αυτοί που τα επικαλούνται. Απλώς έτσι αποκαλύπτεται πάλι η γύμνια και η χυδαιότητά τους.

Δεν θέλω να μεταφέρω εδώ τα ρεπορτάζ με λεπτομέρειες, που ακούμε ολημερίς κι ολονυχτίς, πότε έγινε η πρώτη καταγγελία, γιατί δημοσιοποιήθηκε τώρα προεκλογικά, τι απαντά ο εγκαλούμενος, αν είναι ο δράστης αποτρόπαιων πράξεων ή ο «φερόμενος» ως βιαστής. Ολα θα μαθευτούν, δεν έχω καμιά αμφιβολία.

Το μόνο που τώρα έχουμε να πούμε είναι ότι όσοι δηλητηρίαζαν την πολιτική ζωή της χώρας με συκοφαντίες και τοξικές αθλιότητες καλά θα κάνουν να βγάλουν τον σκασμό. Και το δάχτυλο που κουνούσαν ας βρουν κάτι άλλο να το κάνουν.

Σήμερα, τέταρτη μέρα μετά την αποκάλυψη, και όοοολοι οι δικαιωματιστές, ευαισθητούληδες, αλληλέγγυοι, καπεταναραίοι της εκστρατείας κατά του «σεξισμού» έχουν χώσει τα κεφαλάκια τους μέσα στην άμμο, μάλλον για να μην ακούγεται ο θόρυβος των σκουπιδιών στον άδειο τενεκέ.

Μούγγα στη στρούγκα οι θρυλικές metoo-δες, οι λαλίστατες φεμιναζί των γκρουπούσκουλων, οι αοιδές που «θα τους φάνε όλους», οι αντάρτισσες της Κηφισιάς και της Φιλοθέης, τα εξεγερμένα ηθοποιά, φοιτητά, διανοούμενα και λοιπά καλλιτεχναριά. Σους, σιωπή και σώπαινε, ύντοφε, ξεδοντιασμένε φαφούτη!