Ο Γιώργος Γεραπετρίτης, ως επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας, περιγράφει με άρθρο του στο «Βήμα της Κυριακής» τη νέα στρατηγική πορεία που ακολουθεί η χώρα στο πεδίο των διεθνών σχέσεων. Με σταθερότητα, συνέπεια και θεσμικό βάθος, το υπουργείο Εξωτερικών έχει υλοποιήσει τα τελευταία δυόμισι χρόνια ένα τριεπίπεδο διπλωματικό σχέδιο που αποσκοπεί στη διασφάλιση της ειρήνης, την εδραίωση της διεθνούς θέσης της Ελλάδας και την ανάδειξή της σε περιφερειακό πυλώνα συνεργασίας και σταθερότητας.
Σύμφωνα με τον ίδιο, το σχέδιο αυτό αναπτύσσεται σε τρία στάδια: πρώτον, στην αποκατάσταση της ηρεμίας στην περιοχή, δεύτερον, στην ενίσχυση των εθνικών θέσεων μέσω συμμαχιών και ενεργητικής παρουσίας, και τρίτον, στην κεφαλαιοποίηση της διεθνούς αναγνώρισης της Ελλάδας μέσα από πρωτοβουλίες συνεργασίας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Τα τελευταία δυόμισι χρόνια, το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών εφαρμόζει ένα συγκροτημένο και ολιστικό διπλωματικό σχέδιο τριών διαδοχικών επιπέδων. Το πρώτο επίπεδο αποσκοπούσε στην εμπέδωση ηρεμίας στην περιοχή μας. Σε ένα εξαιρετικά σύνθετο και ευμετάβλητο διεθνές περιβάλλον και εν μέσω δύο, όχι μακρινών από εμάς, πολέμων, χτίσαμε συνθήκες ειρηνικής συνύπαρξης και ασφάλειας, περιορίζοντας τις εστίες έντασης και διευθετώντας κρίσιμα ανοικτά κεφάλαια στη γειτονιά μας.
Στο πλαίσιο αυτό, αναπτύχθηκε μια λειτουργική σχέση με την Τουρκία, όπως επιβεβαιώθηκε με την υπογραφή της Διακήρυξης των Αθηνών τον Δεκέμβριο του 2023. Η εξέλιξη αυτή οδήγησε σε ελαχιστοποίηση των παραβιάσεων του εθνικού εναέριου χώρου, σημαντική μείωση μεταναστευτικών ροών, ενίσχυση του διμερούς εμπορίου και αναβάθμιση του τουρισμού από την Τουρκία προς τα ελληνικά νησιά, μέσω της διαδικασίας γρήγορης θεώρησης που εξασφάλισε το Υπουργείο Εξωτερικών από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Στο ίδιο πλαίσιο, αναπτύχθηκαν διπλωματικές σχέσεις με τη Λιβύη, παρά το ανυπόστατο τουρκολιβικό μνημόνιο και την έλλειψη επικοινωνίας με τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Δυτικής Λιβύης. Η Ελλάδα είναι σήμερα η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που διατηρεί ανοικτούς διαύλους και με τις δύο πλευρές στη χώρα, μετά τις επαφές σε Τρίπολη και Βεγγάζη. Το αποτέλεσμα είναι η περιορισμένη ροή μεταναστών από τη Λιβύη, η συμμόρφωση στις θαλάσσιες προκηρύξεις με τη μέση γραμμή και η επανενεργοποίηση των τεχνικών επιτροπών για την οριοθέτηση ΑΟΖ, που είχαν παγώσει από το 2010.
Η ηρεμία των τελευταίων ετών επέτρεψε στην Ελλάδα να ανατάξει την οικονομία της, να ενισχύσει την αμυντική της ισχύ και να εδραιώσει τη διεθνή της θέση. Ήταν το αναγκαίο θεμέλιο για να περάσει η χώρα στο επόμενο στάδιο.
Το δεύτερο επίπεδο στόχευσε στην ενίσχυση και εδραίωση των εθνικών θέσεων. Ο στόχος ήταν διττός: να οικοδομηθούν σταθερές διεθνείς συμμαχίες και να ενισχυθούν τα επιχειρήματα υπέρ των ελληνικών θέσεων μέσα από συγκεκριμένες πρωτοβουλίες.
Η Ελλάδα πέτυχε σχεδόν ομόφωνη εκλογή στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, αποκτώντας νέες δυνατότητες διεθνούς επιρροής. Παράλληλα, διαμόρφωσε το ευρωπαϊκό πλαίσιο άμυνας με τρόπο που προστατεύει τα εθνικά συμφέροντα, ενίσχυσε τη στρατηγική σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, διατήρησε την ισχυρή συνεργασία με το Ισραήλ και εμβάθυνε τους δεσμούς με τον αραβικό κόσμο.
Ταυτόχρονα, η χώρα οικοδόμησε σχέσεις με νέες παγκόσμιες δυνάμεις όπως η Ινδία και οι χώρες του Κόλπου, ενώ αναβάθμισε τον ρόλο της ως ενεργειακό κόμβο της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Επιπλέον, υλοποιήθηκαν πρωτοφανείς πρωτοβουλίες, όπως ο θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός που αποτυπώνει τα όρια της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ, η δημιουργία θαλάσσιων περιβαλλοντικών πάρκων, καθώς και η συμμετοχή ενεργειακών κολοσσών όπως οι Chevron και ExxonMobil στις έρευνες νότια της Κρήτης και στο Ιόνιο, χάρη και στην οριοθέτηση ΑΟΖ με την Ιταλία.
Όλα αυτά συνιστούν έμπρακτη ενίσχυση των ελληνικών επιχειρημάτων, τόσο πολιτικά όσο και νομικά, και αποδεικνύουν ότι η χώρα πορεύεται με αυτοπεποίθηση και συνέπεια, χωρίς να επηρεάζεται από εξωτερικές πιέσεις.
Το τρίτο επίπεδο, στο οποίο βρισκόμαστε σήμερα, αφορά την κεφαλαιοποίηση της διπλωματικής ισχύος που έχει αποκτήσει η Ελλάδα. Με ισχυρές συμμαχίες, διεθνές κύρος και ενεργό συμμετοχή σε κρίσιμους οργανισμούς, η χώρα περνά στη φάση της ανάληψης πρωτοβουλιών.
Κεντρική δράση αυτής της φάσης αποτελεί η πρόταση για τη δημιουργία ενός διαρκούς πολυμερούς περιφερειακού σχήματος συνεργασίας στην Ανατολική Μεσόγειο – μια περιοχή στρατηγικής σημασίας, αλλά και πεδίο εντάσεων και προκλήσεων. Στόχος είναι η συνεργασία των παράκτιων χωρών για την αντιμετώπιση κοινών προκλήσεων, η ενίσχυση της σταθερότητας και η προώθηση της διασυνδεσιμότητας μεταξύ Ασίας, Αφρικής και Ευρώπης.
Η ελληνική πρόταση προβλέπει τη συμμετοχή των τεσσάρων κρατών της Ανατολικής Μεσογείου με τα οποία η Ελλάδα έχει θαλάσσια σύνορα, με προοπτική διεύρυνσης σε άλλα κράτη της περιοχής στο μέλλον. Βασική προϋπόθεση συμμετοχής είναι ο απόλυτος σεβασμός του διεθνούς δικαίου και της κυριαρχίας των κρατών.
Η θεματολογία θα καλύπτει ζητήματα όπως η πολιτική προστασία, το μεταναστευτικό, η προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος, αλλά και πιο σύνθετα θέματα όπως η οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών και η ενίσχυση της συνδεσιμότητας. Στα επόμενα βήματα, η Ελλάδα θα διερευνήσει τις προθέσεις συμμετοχής και, εφόσον υπάρξει κοινή κατανόηση, θα συνταχθεί μνημόνιο κατανόησης που θα οδηγήσει σε πρώτη συνάντηση για καθορισμό ατζέντας.
Η πρωτοβουλία αυτή αποτελεί το πρώτο συγκροτημένο σχέδιο συνεργασίας των παράκτιων κρατών της περιοχής, ενώ δίνει ουσιαστική συνέχεια στην αναφορά του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 2ας Οκτωβρίου 2020 για ένα πολυμερές συνέδριο στην Ανατολική Μεσόγειο, το οποίο ουδέποτε ενεργοποιήθηκε.
Στο υψηλότερο σημείο της διπλωματικής της πορείας, η Ελλάδα αναλαμβάνει τον ρόλο της ηγετικής δύναμης στην περιοχή, με όραμα και ευθύνη. Παρά τις δυσκολίες υλοποίησης, η χώρα επιλέγει να προχωρήσει με τόλμη, να αναζητήσει συγκλίσεις και να εργαστεί για τη μακρόχρονη ειρήνη και τη σταθερότητα.