«Το Πολυτεχνείο ζει»; Λυπάμαι που θα σας στενοχωρήσω ή τέλος πάντων θα στενοχωρήσω μερικούς εξ ημών, αλλά όχι. Πάνε πολλά χρόνια που τον χάσαμε το μακαρίτη. Κάτι λιγότερο από τέσσερις δεκαετίες. Απλώς δεν του το είχαμε πει, του το κρατούσαμε μυστικό, και ως εκ τούτου δεν το ξέρει. Εκεί στις αρχές της δεκαετίας του ’80 έγινε το κακό.

Τότε που η Αριστερά, μείζονα, ελάσσονα και έξω από δω (εξωκοινοβουλευτική δηλαδή…), βρήκε στην επέτειο την αφορμή – και το εργαλείο – να αντιμετωπίσει τη λαίλαπα του Ανδρέα και του ΠΑΣΟΚ. Να ξεφύγει από την απειλή της εξαφάνισης, καθώς το ΠΑΣΟΚ ήταν τότε όλα: και Κεντροαριστερά, και Αριστερά, και προοδευτική Δεξιά. Ολοι είχαν βρει καταφύγιο κάτω από την ομπρέλα του. Μέχρι που η original Αριστερά αποφάσισε να κάνει το βήμα παραπέρα από τη σκιά του μεγάλου Ανδρέα και να αναζητήσει πεδίο σύγκρουσης με μια κυβέρνηση που ήταν προοδευτική και της είχε αφαιρέσει πολιτικές και συνθήματα και σιγά σιγά την εκτόπιζε προς τα άκρα.

Στα πολιτικά γραφεία του ΚΚΕ και του ΚΚΕ Εσωτερικού, πρώτο θέμα ήταν η αφαίμαξη της Αριστερός από ένα κόμμα που είχε γεννηθεί εκ του μηδενός, χωρίς τη δική τους αγωνιστική προϊστορία…

Εγινε λοιπόν η πρώτη προσπάθεια απογαλακτισμού από τον Ανδρέα και το ΠΑΣΟΚ μέσω του εορτασμού της επετείου για το Πολυτεχνείο (την οποία, σημειωτέον, εκείνος και η κυβέρνησή του καθιέρωσαν ως επίσημη επέτειο της χώρας, δίνοντάς της μια θέση δίπλα στην επέτειο του ’21 και του 1940). Και ήταν τότε ακριβώς που τον χάσαμε τον μακαρίτη – τον οποίο δεν τον κλάψαμε βέβαια όπως θα έπρεπε, αλλά καλά να ‘μαστέ να τον θυμόμαστε.

Διότι ήρθαν αναπόφευκτα και οι συγκρούσεις, πρώτα σε πολιτικό επίπεδο για το «αληθινό» μήνυμα του Νοέμβρη (μεγαλύτερη βλακεία, δεν έχω ακούσει). Οπου η Αριστερά (απούσα εν πολλοίς από την εξέγερση του Πολυτεχνείου καθότι την είχε αποτιμήσει ως «προβοκατόρικη», αφού δεν τελούσε υπό την καθοδήγησή της) διεκδίκησε την αυθεντία του «ερμηνευτή» του νοεμβριανού νοήματος, ενώ το ΠΑΣΟΚ, έχοντας στις τάξεις του μερικούς εξέχοντες αγωνιστές της λαϊκής αντίστασης κατά της χούντας και εκ των μετεχόντων της εξεγέρσεως, αρνήθηκε να της εκχωρήσει τον τίτλο και την ιδιότητα, οπότε ως λογική αλληλουχία οι πολιτικές αντιπαραθέσεις και διαμάχες περί του «νοήματος» πήραν τους δρόμους.

Υστερα, ως φυσική συνέπεια αυτής της εξέλιξης, ήρθαν τα ΜΑΤ. Που βγήκαν και αυτά στους δρόμους να προστατεύσουν δημόσια κτίρια και περιουσίες, και έπειτα τα πράγματα σε συνδυασμό και με το γενικότερο πολιτικό κλίμα της εποχής έφτασαν εκεί όπου είναι σήμερα: με το «Πολυτεχνείο ζει», σύνθημα στα χείλη του κάθε πικραμένου, και κατά 99% απόντος από εκείνο, το τρομερό τριήμερο στα κάγκελα, του ιστορικού κτιρίου του Μετσοβίου…

Και δεν μιλώ για τους πιτσιρικάδες που προφανώς ήταν αγέννητοι τότε, μιλώ για τους πατεράδες και τις μανάδες τους. Που αναζητούν μια ηθική εξιλέωση επειδή τότε δεν έκαναν αυτό που έπρεπε κάνουν και που αν το είχαν κάνει, ίσως η μοίρα της χώρας να ήταν διαφορετική…

Λέγεται συχνά ότι «η Ιστορία δεν γράφεται με “αν” αλλά με γεγονότα» και είναι αυτό μια πραγματικότητα αδιαμφισβήτητη. Τούτου δοθέντος και μηδέποτε αμφισβητηθέντος, μπορούμε να κάνουμε μια υπόθεση εργασίας: αν στην κατάληψη του Πολυτεχνείου δεν μετείχαν 2.000 με 3.000 άτομα, φοιτητές και συμπαραστάτες, αλλά 100.000 ή 200.000 άνθρωποι ας πούμε, πιθανότατα εκεί να τελείωνε και η χούντα των συνταγματαρχών. Η οποία χούντα, εκείνη την περίοδο, είχε επιχειρήσει μερικά βήματα φιλελευθεροποίησης, με την ανάθεση της διακυβέρνησης σε έναν παλαιό, αστό πολιτικό, τον Σπόρο Μαρκεζίνη. Τι πέτυχε λοιπόν η εξέγερση/ κατάληψη του Πολυτεχνείου πέραν του προφανούς καταρχήν, να ματαιώσει αυτά τα δειλά βήματα φιλελευθεροποίησης του καθεστώτος μέσω της κυβέρνησης Μαρκεζίνη; Δευτερευόντως να δώσει την ευκαιρία στους χουνταίους που αντιδρούσαν σε αυτή τη διαδικασία να επιχειρήσουν δεύτερο πραξικόπημα, ανατρέποντας τον Παπαδόπουλο και τους συν αυτώ.

Είναι «επιτυχία» αυτό; Υποθέτω ότι ο ιστορικός του μέλλοντος, ύστερα από 100 ή 200 χρόνια, θα μπορέσει με καθαρό και κυρίως αντικειμενικό μάτι να αποδώσει στο Πολυτεχνείο ό,τι του ανήκει.

Διότι αυτό που ζήσαμε μερικοί εξ ημών και υμών ήταν τα εξής τραγικά, ως επακόλουθα της εξέγερσης/κατάληψης του Πολυτεχνείου:

  • η χούντα των συνταγματαρχών δεν έπεσε, εξαιτίας της, όπως ψευδώς διατείνονται πολλοί και διάφοροι για ευτελείς μικροκομματικούς λόγους (κυρίως αναζήτησης ενός άλλοθι για την απουσία τους – τα αναφέρω και στην αρχή…), αλλά μερικές ημέρες αργότερα όταν επιβλήθηκε μια δεύτερη, πολύ πιο σκληρή, βάρβαρη δικτατορία που η αντιστοίχισή της ως προς τη βαρβαρότητα και τις μεθόδους μπορεί να γίνει μόνο με τις χούντες της Λατινικής Αμερικής
  • ουδείς μπορεί με βεβαιότητα να συνδέσει ευθέως την επιβολή της δεύτερης δικτατορίας από κατώτερους αξιωματικούς του Στρατού με την εξέγερση στο Πολυτεχνείο. Αν δηλαδή επιβλήθηκε ως αποτέλεσμα των σοκαριστικών γεγονότων (πάνω από 40 νεκροί και εκατοντάδες τραυματίες από τη χρήση όπλων κατά των διαδηλωτών) ή ο ταξίαρχος Ιωαννίδης την προετοίμαζε από καιρό προκειμένου να ανατρέψει τον ομογάλακτο του δικτάτορα Παπαδόπουλο που επιδίωκε να εξασφαλίσει το ακαταδίωκτο μέσω της φιλελευθεροποίησης του καθεστώτος
  • αυτή η δεύτερη χούντα, του Ιωαννίδη (βδέλυγμα της ευάνδρου Ηπείρου ήταν αυτός…), εκτόπισε αγωνιστές στα ξερονήσια, βασάνισε απάνθρωπα κόσμο, σκότωσε ανθρώπους, και πάνω απ’ όλα βαρύνεται με την εθνική τραγωδία της Κύπρου
  • η πτώση της δικτατορίας οριστικά, αμετάκλητα και ιστορικά αποδεδειγμένα έγινε μετά την οριστικοποίηση της εισβολής του «Αττίλα» στην Κύπρο. Εκ της αδυναμίας των χουνταίων να υπερασπιστούν τη Μεγαλόνησο, κληροδοτώντας στη χώρα ένα τεράστιο, άλυτο, διαχρονικό, πολυποίκιλο πρόβλημα. Και έγινε τόσο εύκολα. Οπως γκρεμίζεται ένας χάρτινος πύργος από ένα απλό φύσημα…

Γι’ αυτό επανέρχομαι στο «αν» της εξέγερσης του Νοέμβρη του 1973: αν, λοιπόν, αντί για τις μερικές χιλιάδες των συγκεντρωμένων, στο κέντρο της Αθήνας συγκεντρώνονταν μερικές εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, η χούντα θα σωριαζόταν σαν άδειο σακί εκεί και τότε, και θα είχαμε αποφύγει ό,τι επακολούθησε: νεκρούς, τραυματίες και μια εθνική καταστροφή, της οποίας τις συνέπειες πληρώνει η χώρα σχεδόν πέντε δεκαετίες τώρα, και γύρευε πόσο ακόμη…

Το Πολυτεχνείο δεν ζει, λοιπόν. Αυτό που ζει είναι η προσπάθεια της Αριστεράς να μονοπωλήσει την εξέγερση, και της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς συν των παροικούντων τα Εξάρχεια να κάνουν ένα ακόμη πάρτι «επαναστατικής γυμναστικής» στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας. Οχι πως το είχαν ανάγκη βέβαια, κάθε τόσο βρίσκουν μια ευκαιρία να διαλύσουν το κέντρο της πόλης…

  • η στήλη Στίγμα φιλοξενείται στην εφ. Τα Νέα