Στις 22 Σεπτεμβρίου 2020 Ελλάδα και Τουρκία ανακοίνωσαν ότι θα προχωρήσουν σε διερευνητικές συνομιλίες. Δύσκολα ο Ερντογάν θα μπορούσε να θεωρήσει τη συγκεκριμένη εξέλιξη την επιθυμητή κατάληξη 35 ημερών κρίσεως στην Ανατολική Μεσόγειο για μία σειρά από λόγους. Οι διερευνητικές αφορούν αποκλειστικοί τις θαλάσσιες ζώνες.
του Αγγελου Συρίγου*
Η Τουρκία ήθελε διακαώς να εμπλουτίσει τη θεματολογία π.χ. με την αποστρατιωτικοποίηση των ανατολικών νησιών του Αιγαίου ή την αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας σε κάποια ελληνικά νησιωτικά εδάφη. Επιπλέον, οι διερευνητικές δεν έχουν χρονικό όριο ολοκληρώσεως, όπως αποδεικνυόταν και από τους 60 γύρους συνομιλιών από το 2002 χωρίς αποτέλεσμα. Στο ήδη κακό σκηνικό για την Τουρκία ήλθαν να προστεθούν και τα συμπεράσματα του τελευταίου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που επιβεβαίωναν στο σημείο 16 ότι οι διερευνητικές είχαν ως «στόχο την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης των δύο χωρών». Ο Ερντογάν ένιωσε παγιδευμένος στο ασφυκτικό πλαίσιο των διερευνητικών. Η έξοδος του «Ορούτς Ρέις» δείχνει την επιθυμία του να θέσει νέους όρους στην ελληνοτουρκική διαπραγμάτευση.
Ηταν εξαρχής σαφές ότι οι διερευνητικές αποτελούσαν τακτικό ελιγμό από πλευράς Τουρκίας. Η αποχώρηση του «Ορούτς Ρέις» έγινε για να αποφύγει τα χειρότερα κατά το επικείμενο συμβούλιο της Ε.Ε. και να κερδίσει χρόνο μέχρι τις αμερικανικές εκλογές. Για αυτόν τον λόγο συνέχιζε τις ερευνητικές δραστηριότητες εντός της κυπριακής ΑΟΖ. Επιβεβαιώνεται πως ό,τι συμβαίνει στην Κύπρο δεν είναι αδιάφορο. Αποτελεί το προανάκρουσμα των προθέσεων της Τουρκίας να προχωρήσει με ανάλογες κινήσεις και στις ελληνικές θαλάσσιες ζώνες.
Ενα ακόμη στοιχείο που βάρυνε στην τουρκική απόφαση ήταν η περαιτέρω αμυντική θωράκιση της Ελλάδας. Η Τουρκία πιστεύει στο ιδεολόγημα της «γαλάζιας πατρίδας» που ωθεί σε σύγκρουση. Θα ήταν λίγο περίεργο για την Τουρκία να περιμένει πρώτα να εξοπλιστούμε με τα Rafale και μετά να προχωρήσει σε νέο επεισόδιο.
Ο Ερντογάν θέλει να πιστεύει ότι για μία ακόμη φορά οι διεθνείς αντιδράσεις θα είναι χλιαρές, όπως έχει συμβεί έως τώρα με τις πρόσφατες διαρκείς τουρκικές παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου. Δεν ήταν μόνον το τελευταίο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο όπου πλείστα όσα κράτη-μέλη βρέθηκαν να ζητούν επιείκεια και κατανόηση για την Τουρκία. Ακολούθησε η τουρκική εμπλοκή στη διαμάχη Αζέρων-Αρμενίων. Δεδομένης της αρμεντκής γενοκτονίας, η δυτική ανοχή υπήρξε σκανδαλώδης. Θα φερόταν έτσι αδιάφορα η Δύση εάν η Γερμανία εξόπλιζε και καθοδηγούσε κάποια χώρα (π.χ. το Ιράν) εναντίον του Ισραήλ;
Τελευταίο δείγμα ήταν το άνοιγμα της παραλιακής ζώνης των Βαρωσίων. Η κατάφωρη παραβίαση των σχετικών ψηφισμάτων του ΟΗΕ αντιμετωπίσθηκαν με έκπληξη από τη γερμανική προεδρία που τις χαρακτήρισε «περιττό και προκλητικό βήμα». Επρεπε να ανακοινωθεί η έξοδος του «Ορούτς Ρέιε» για να ματαιωθεί η επίσκεψη του Γερμανού υπουργού Εξωτερικών στην Αγκυρα.
Ο Ερντογάν πιστεύει ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν θα αντέξει την πίεση του «Ορούτς Ρέις» να προβαίνει σε έρευνες λίγο έξω από τα χωρικά ύδατα του Καστελλόριζου. Η απάντησή μαε πρέπει και πάλι να είναι διττή: Σθεναρή στρατιωτική παρουσία, ετοιμότητα για άμεση στρατιωτική αντίδραση, εάν χρειασθεί, και έμφαση πρωτίστως στη διπλωματία. Η Τουρκία πρέπει επιτέλους να αντιμετωπισθεί στις πραγματικές της διαστάσεις: απειλεί την περιφερειακή σταθερότητα και ασφάλεια με τρόπο ανάλογο της Γερμανίας την περίοδο του Μεσοπολέμου. Η Ελλάδα καλείται να λειτουργήσει ως ο κυματοθραύστης της τουρκικής επιθετικότητας στο πιο κρίσιμο επεισόδιο του σίριαλ Ερντογάν.
* Ο κ. Αγγελος Συρίγος είναι αν. καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής, βουλευτής της Ν.Δ. στην A’ Αθηνών.
** Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή