Ο Γιάννης Πρετεντέρης είναι μια κατηγορία από μόνος του. Είναι ο μόνος άνθρωπος που κοίταξε και κοιτάζει στα μάτια το θυμικό των Ελλήνων. Το έκανε αυτό σε πάρα πολύ δύσκολες εποχές, χωρίς να υπολογίζει την οργή, το μένος αλλά και το μίσος των αγανακτισμένων –και έτοιμων για όλα εκείνη την εποχή– πολιτών. Ισως ο πλέον στοχοποιημένος συμμέτοχος στον δημόσιο διάλογο την περίοδο των μνημονίων, ο γνωστός δημοσιογράφος δεν έκανε πίσω ούτε ένα ρούπι.
Ψύχραιμος, «κρύο αίμα» θα έλεγε κανείς, ο εκδότης της εφημερίδας «Το Βήμα» προτάσσει έναν «ζωντανό» ορθολογισμό, έναν ρεαλισμό βασισμένο στα δεδομένα της συγκυρίας που δύσκολο είναι, όσο κι αν τεθεί υπό το μικροσκόπιο και όσον αφορά το επιχείρημα και τη δομή του, να αποδομηθούν. Και είναι με διαφορά ο κορυφαίος τηλεοπτικός πολιτικός σχολιαστής στη χώρα.
Τα κείμενά του στην εφημερίδα «Τα Νέα» έχουν αρχή, μέση και τέλος και εμποτίζονται από μια διάθεση ανάδειξης της λογικής που εκείνος θεωρεί ότι πρέπει να διαπνέει τους πολίτες, όσον αφορά τον σεβασμό και την προσήλωση στους θεσμούς, αλλά και την ευρωπαϊκή ταυτότητα. Η γραφή του είναι εκλεπτυσμένη και επιδέξια και είναι πάντα διανθισμένη με αναφορές και case studies που αναδεικνύουν βαθιά καλλιέργεια και μόρφωση. Αλλωστε, ο γαλλοτραφής δημοσιογράφος έχει σπουδάσει στη Γκρενόμπλ και στη Γενεύη Πολιτικές Επιστήμες, Ευρωπαϊκό Δίκαιο και εντρύφησε ειδικευόμενος και στη Διεθνή Ιστορία και Πολιτική. Το ότι διαβάζει πολύ και είναι εξοικειωμένος με τις εξελίξεις στη διεθνή αγορά του βιβλίου είναι οφθαλμοφανές.
Το να έχει κάποιος άποψη στην Ελλάδα ενίοτε στοιχίζει ακριβά, όταν μάλιστα δεν συντάσσεται πάντα με αυτήν των διαφόρων συμφερόντων ή απλά χαλάσει –έστω και για λίγο– τη μανέστρα. Οταν αρχίζει η γενικευμένη επίθεση διά της συγχορδίας πολλές φορές ετερόκλητων παραγόντων, τότε αποκαλύπτεται ότι το σύστημα, το βαθύ κράτος, το κατεστημένο για να χρησιμοποιήσουμε «λαϊκίστικες» εκφράσεις (φυλακήν τω στόματί μου), τα έχει πάρει στο κρανίο.
Διότι πολλοί είναι εκείνοι που θέλουν τον δημόσιο διάλογο να είναι «καλουπωμένος» μέσα στο πλαίσιο που θέτει ένας ιδιάζων καθωσπρεπισμός, που φυσικά αναδιαμορφώνεται συνεχώς, καθώς έχει να κάνει με τις εκάστοτε ανάγκες της πολιτικής σκηνής. Να τηρούνται τα προσχήματα, να το πούμε απλά. Λες και η δημοκρατία δεν θα έπρεπε να προστατεύει την έκφραση, όσο ενοχλητική και αν είναι αυτή για κάποιους σε ορισμένες φάσεις. Αλήθεια, την προστατεύει;
Τώρα, όσον αφορά τους «εσωτερικούς» πολέμους, εκεί αναδεικνύεται και η υποκρισία του συστήματος που θέλει μεν τους κορυφαίους, με τους δικούς του όρους δε. Τα περιθώρια αποκλίσεων από τα θέλω των «κτητόρων» είναι συνήθως μηδενικά. Οταν κάποιοι που κινούν τα νήματα από το παρασκήνιο εξοργίζονται, έστω και με ανθρώπους που θεωρούν –καλώς ή κακώς– «δικούς τους», αρχίζουν τα παρατράγουδα. Εν χορδαίς και οργάνω... Συντονισμένα δεν θα το λέγαμε, καθώς θα θεωρηθούμε «συνωμοσιολόγοι» ή «ψεκ» και αυτές είναι βαριές κατηγορίες στην εποχή μας. Πάντως, εδώ μιλάμε για απόπειρες «ευθυγράμμισης» όλων όσοι «χάσανε τον δρόμο τους» και είπαν –πώς τολμούν– αυτά που ήθελαν. «Από πότε λέμε αυτά που θέλουμε», αναρωτιούνται κάποιοι έμπλεοι οργής, καθήμενοι στα πολυτελή και κλιματιζόμενα γραφεία τους. Λες και τους βλέπουμε να ξερνούν τον κυνισμό τους...
Επικοινωνιακό «λασπόλουτρο»
Τι είχαμε, τι χάσαμε... Τα έχουμε δει όλα αυτά επανειλημμένα. Σπιλώσεις, εξοστρακισμοί, συκοφαντήσεις και μπόλικη μπόχα γενικότερα, συνθέτουν –μόλις εκδηλωθεί η «οργή»– ένα ζοφερό σκηνικό, το οποίο όμως προσκρούει στην ποιότητα του στόχου, στην περίπτωση τουλάχιστον για την οποία συζητάμε. Αλλωστε, όπως εξηγήσαμε, δεν είναι η πρώτη φορά. Ψυχραιμία λοιπόν. Το επικοινωνιακό «λασπόλουτρο» πάντα τελειώνει και το σκηνικό καθαρίζει. Μέσα στα ΜΜΕ λίγο δύσκολο είναι, καθώς ανοίγουν πληγές, αλλά η ζωή όπως και να έχει συνεχίζεται. Μέχρι την επόμενη φορά που κάποιος, παρορμητικά ή μη, τολμήσει να πει κάτι που θα ταράξει τα νερά και την ησυχία των «κτητόρων». Σε δουλειά να βρισκόμαστε...
Οσον αφορά τον Γιάννη Πρετεντέρη, φυσικά θα συνεχίσει να γράφει απλώς αυτά που ξέρει, όπως ο ίδιος τονίζει ότι κάνει ο δημοσιογράφος στην παρουσίαση του βιβλίου του «Ο ψυχρός εμφύλιος – Τα πρόσωπα και τα γεγονότα που διέλυσαν μια χώρα» (Πατάκης, Αθήνα 2013). Η ανασκόπηση της μέχρι σήμερα δημοσιογραφικής διαδρομής του, πάντως, μόνο δέος προκαλεί σε όλους όσοι παρακολουθούν συστηματικά τα δρώμενα. Κι εδώ, θέλουν δεν θέλουν κάποιοι, η διαχρονικότητα πάτησε και πατά με αυτοπεποίθηση πάνω σε σκληρή δουλειά, σκληρή μελέτη και αδιαπραγμάτευτη στάση.