ΝΑ ΣΥΜΦΩΝΗΣΟΥΜΕ τι σημαίνει σκάνδαλο. Και γι ‘ αυτό να πάρουμε μια υπόθεση που δεν μας έχει αγγίξει για να πλακωθούμε μεταξύ μας.

Ενας σημαντικός λομπίστας της εταιρείας Uber πήρε τον δρόμο για τη Δαμασκό και μετάνιωσε για το λομπίστικο παρελθόν του. «Πουλήσαμε ένα ψέμα σε όλο τον κόσμο» ομολόγησε κλαίγοντας («Le Monde», 13/7).

ΤΟΥ Ι.Κ ΠΡΕΤΕΝΤΕΡΗ

Κι επειδή η σωτηρία της ψυχής είναι πολύ μεγάλο πράγμα, ο λομπίστας παρέδωσε μετανιωμένος στην εφημερίδα «Guardian» ένα πακέτο από 124.000 εσωτερικά έγγραφα και μηνύματα της εταιρείας της περιόδου 2013-2017.

Στη συνέχεια επιστρατεύτηκε μια ειδική ομάδα «δημοσιογράφοι ερευνητών» που επεξεργάστηκε τα έγγραφα αυτά.

ΚΑΙ ΠΟΥ κατέληξαν;

Οτι η εταιρεία προσπαθούσε να δημιουργήσει ένα ευνοϊκό επιχειρηματικό περιβάλλον στη Γαλλία όπου υπήρχαν αντιδράσεις για την παρουσία της.

Οτι πολλοί υπουργοί της τότε κυβέρνησης Ολάντ (και ο ίδιος ο πρόεδρος Ολάντ) δεν είχαν καλή άποψη για τις δραστηριότητές της ή δεν την έβλεπαν με καλό μάτι.

Ενώ αντίθετα ο τότε υπουργός Οικονομικών Εμανουέλ Μακρόν είχε καλύτερη άποψη κι άκουσε τα παράπονα της εταιρείας σε διάφορα επίπεδα.

Οι παράφρονες «Ανυπότακτοι» του Μελανσόν έπαθαν καταληψία στην ιδέα ότι ένας υπουργός μπορεί να διαλέγεται με μια εταιρεία.

Και ο Μακρόν απάντησε ότι είδε τους εκπροσώπους της εταιρείας ως αρμόδιος υπουργός επειδή είναι αυτονόητο μέρος της δουλειάς του υπουργού Οικονομικών να βλέπει και να ακούει εταιρείες.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ; Τίποτα.

Προέκυψε ότι οι δυο, τρεις νομοθετικές ρυθμίσεις που ζητούσε η εταιρεία δεν έφτασαν καν στην Εθνική Συνέλευση. Και έναν χρόνο αργότερα (2016) η θυγατρική για την οποία ενδιαφερόταν η Uber έκλεισε.

Λυτό προκύπτει απο όλα τα κατεβατά που απλόχερα δημοσίευσαν όσες εφημερίδες μετείχαν στην έρευνα – τα διάβασα εξονυχιστικά στη «Le Monde» (12.13.14/7), χαρά στο κουράγιο μου…

Η καλή εφημερίδα όμως μπορεί να σιχαίνεται τον Μακρόν, μπορεί να προσπαθεί να τον μπλέξει μέσω συσχετισμών ή εικασιών, αλλά δεν είναι και πατσαβούρα.

Πουθενά δεν αφήνει τον παραμικρό υπαινιγμό για κάποιας μορφής συναλλαγή ή σκιάς συναλλαγής για προνομιακή μεταχείριση με τον σημερινό πρόεδρο της Δημοκρατίας ή με άλλους. Η παρουσίαση της έρευνας είχε τον τίτλο «Οι χειρισμοί της Uber για να επιβληθεί στη Γαλλία» (12/7).

ΔΙΗΓΗΘΗΚΑ αυτήν την ωραία ιστορία διότι πολύ φοβούμαι πως αν είχε συμβεί στην Ελλάδα ο Παπαγγελόπουλος θα είχε αναλάβει αγώνα κατά της διαφθοράς και η Tουλουπάκη θα είχε συλλάβει καμία δεκαριά πολιτικούς της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Να μην πω για τις εφημερίδες…

Αλλά έχω και καλύτερο.

Παρόλο που όσα δημοσιοποιήθηκαν δεν αφορούν την Ελλάδα ούτε τηλεφωνικά, ο Αλ. Τσίπρας πραγματοποίησε σύσκεψη με το ΔΣ του ΣΑΤΑ (λέγε με Θύμιο «η ιδεολογία μας είναι το ταξί» Λυμπερόπουλο) μετά απο την οποία επιτέθηκε στον Μητσοτάκη για την… Uber (12/7).

«Αντιλαμβάνεται η ΝΔ ότι υπήρξε σκάνδαλο;» βροντοφώναξε ο αρχηγός της αντιπολίτευσης.

Παραβλέποντας πως μιλούσε για την περίοδο 2017-2018 και πως αν όντως υπήρχε τέτοιο σκάνδαλο στην Ελλάδα εκείνος θα έφερε την ευθύνη αφού εκείνος ήταν τότε πρωθυπουργός!

ΚΛΕΙΝΩ ΕΔΩ τη χαριτωμένη αυτή ιστορία με τρεις παρατηρήσεις.

Πρώτον, σε όλες τις σύγχρονες δημοκρατίες η χρηστή και διαφανής διαχείριση της εξουσίας είναι ένα πρωταρχικό ζητούμενο.

Δεύτερον, ευλόγως το «σκάνδαλο» (όπως κι αν το αντιλαμβάνεται ο καθένας) αποτελεί ζήτημα κορυφαίου δημόσιου ενδιαφέροντος αλλά και πολιτικής ουσίας.

Τρίτον, ακριβώς γι’ αυτό οι «κυνηγοί σκανδάλων» μετατρέπονται συχνότατα σε «κατασκευαστές σκανδάλων». Γο επάγγελμα είναι επικερδές και πουλάει.

ΔΕΝ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ να σημειώσω τον ρυθμό και τον αριθμό σκανδάλων της τελευταίας δεκαπενταετίας.

Το κοινό τους χαρακτηριστικό είναι ότι οι καταγγελίες σπανίως κατέληξαν σε ουσιαστικό αποτέλεσμα αλλά ότι επί των καταγγελιών αυτών (βάσιμων ή αβάσιμων) χτίστηκαν καριέρες.

Πολιτικές, δημοσιογραφικές, δικαστικές και (μην σας ξαφνιάζει) επιχειρηματικές.

ΓΙΑ ΝΑ ΕΠΙΣΤΡΕΨΩ στην περίπτωση μιας εταιρείας όπως η Uber είναι προφανές ότι κάποια ευνοϊκή μεταχείριση της δραστηριότητάς της δεν ενδιαφέρει μόνο την ίδια αλλά και τους ανταγωνιστές της.

Ολα αυτά είναι συνηθισμένα στις δημοκρατικές κοινωνίας, αναπόφευκτα κι αν θέλετε, καλοδεχούμενα.

Εκείνο που αποτελεί νοσηρή η τοξική επινόηση είναι η ανάδειξη της καταγγελίας σε πολιτική και της κατασκευής σε σκάνδαλο. Γι’ αυτό η πλήρης διαλεύκανση δεν είναι μόνο δικαστικό καθήκον αλλά και δημοκρατική επιταγή.

ΟΤΑΝ ΛΟΙΠΟΝ το δικαστικό συμβούλιο στην υπόθεση Παπαγγελόπουλου λέει ότι όλα είναι καλώς καμωμένα και δεν υπήρχε σχέδιο, ούτε σκευωρία, τότε θα πρέπει να εξηγήσει πειστικά το προφανές: πώς προέκυψε η εμπλοκή των δέκα πολιτικών;

Στην τύχη; Με κλήρωση; Στα τρία κόρνερ πέναλτι;

Διότι αν υπήρχαν στοιχεία, πώς έγινε και όλες οι υποθέσεις τους κατέληξαν στον αρχείο; Κι αν δεν υπήρχαν, γιατί ασχοληθήκαμε;

Η θεωρία «έχω ένα σκάνδαλο, βρες μου δέκα πολιτικούς να το φορτώσω!» είναι πιο αποκρουστική κι από τα παραληρήματα του Πολάκη περί δικαιοσύνης.

Ενώ αν το δικαστικό συμβούλιο είχε φροντίσει να τεκμηριώσει πειστικά το βούλευμά του δεν θα χρειάζονταν να βγαίνουν οι δικαστικές ενώσεις να του εκφράζουν την αλληλεγγύη τους.

Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ και η χρήση των σκανδάλων ως πολιτική οδηγεί συνήθως σε δυο απευκταία αποτελέσματα.

Αφενός εμπλέκει και κηλιδώνει αθώους ανθρώπους. Οσοι το προσπερνούν διαπράττουν ένα κορυφαίο ηθικό ολίσθημα.

Αφετέρου αφήνει στο απυρόβλητο και στο ακαταδίωκτο τους πραγματικούς ενόχους.

Λογικό. Οταν σε μια κοινωνία τα πάντα θεωρούνται ή χαρακτηρίζονται «σκάνδαλο», τότε τα πραγματικά σκάνδαλα έχουν λιγότερες πιθανότητες να αναδειχθούν.

Κι αυτό φυσικά οι «σκανδαλιάρηδες» το γνωρίζουν.
Η κατασκευή και η χρήση των σκανδάλων ως πολίτικη οδηγεί συνήθως σε δυο απευκταία αποτελέσματα. Αφενός εμπλέκει και κηλιδώνει αθώους ανθρώπους. Οσοι το προσπερνούν διαπράττουν ένα κορυφαίο ηθικό ολίσθημα. Αφετέρου αφήνει στο απυρόβλητο και στο ακαταδίωκτο τους πραγματικούς ενόχους. Λογικό. Όταν σε μια κοινωνία τα πάντα θεωρούνται ή χαρακτηρίζονται «σκάνδαλο», τότε τα πραγματικά σκάνδαλα έχουν λιγότερες πιθανότητες να αναδειχθούν.

Πηγή: Τα Νέα