Παύει η πεπατημένη των ελαστικών διαδικασιών και «ο πρωθυπουργός θα πρέπει στο εξής να κινηθεί μέσα σε ένα εξαιρετικά αυστηρό πλαίσιο, με συγκεκριμένους κανόνες», σύμφωνα με όσα ανέφερε ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, μιλώντας στη Βουλή.
Ο κ. Γεραπετρίτης μίλησε για τα περιθώρια κινήσεων του πρωθυπουργού εφεξής, δηλαδή μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου για το επιτελικό κράτος, για τον ρόλο της προεδρίας της κυβέρνησης και τις αρμοδιότητες των υπουργών, απαντώντας ουσιαστικά στην κριτική η οποία ασκείται από την αντιπολίτευση περί, υπερσυγκέντρωσης αρμοδιοτήτων. «Εγώ δεν πιστεύω στους μεσσίες. Πιστεύω στις διαδικασίες», δήλωσε χαρακτηριστικά ο υπουργός Επικρατείας, μιλώντας για την επιλογή της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη να προχωρήσει στην ψήφιση ενός νόμου που τον υποχρεώνει να κινηθεί μέσα σε συγκεκριμένο πλαίσιο κανόνων.
«Μέχρι σήμερα υπήρχε ένα μοντέλο υποβαθμισμένης διοίκησης, αδρανούς, στατικής και γραφειοκρατικής και μια πολιτική πραγματικότητα που στερούταν δομών. Η βασική στόχευση του νομοσχεδίου είναι να δημιουργήσει τυποποιημένες διαδικασίες», είπε ο υπουργός Επικρατείας και απάντησε στην κριτική της αντιπολίτευσης.
Ο πρωθυπουργός
«Όταν αποδίδεις αρμοδιότητες σε κάποιον, για να τον ελέγξεις, το πιο αυστηρό αντίβαρο είναι οι αυστηρές διαδικασίες. Ένας πρωθυπουργός που έχει ελαστικές διαδικασίες είναι πολύ πιο εύκολο να χειραγωγήσει, να κινηθεί στα όρια της συνταγματικότητας. Ένας πρωθυπουργός όμως, ο οποίος θα κινείται μέσα σε ένα εξαιρετικά αυστηρό πλαίσιο που καθορίζει ο νόμος, έχει πολύ λιγότερα περιθώρια να μπορέσει να αυθαιρετήσει και να δημιουργήσει συγκεντρωτικές δομές. Εγώ δεν πιστεύω στους μεσσίες, πιστεύω πρώτα απ’ όλα στις διαδικασίες», είπε συγκεκριμένα ο Γιώργος Γεραπετρίτης.
Οι αρμοδιότητες των υπουργών
Για την κριτική περί υπερσυγκέντρωσης σε σχέση με τις δομές που δημιουργούνται, ο κ. Γεραπετρίτης υπογράμμισε ότι «δεν υφαρπάζεται ούτε μια αρμοδιότητα υπουργού». Αυτό που συμβαίνει όμως, είπε, είναι ότι αποκαθίσταται το αληθές νόημα του Συντάγματος που ορίζει ότι το υπουργικό συμβούλιο είναι εκείνο που συντονίζει και κατευθύνει τη γενική πολιτική της χώρας.
«Αυτό λέει το Σύνταγμα στο άρθρο 82, και αυτό δεν το έκανε ποτέ το υπουργικό συμβούλιο. Το υπουργικό συμβούλιο δεν ήταν όργανο παραγωγής πολιτικής. Ο κάθε υπουργός δημιουργούσε μικρούς πυλώνες πολιτικής και αυτοί στο τέλος αθροίζονταν και δημιουργούσαν μια πολιτική της κυβέρνησης, η οποία, πολλές φορές ήταν ετερόκλητη. Αυτό ήταν λάθος ως μοντέλο διακυβέρνησης και ήταν εκτός του Συντάγματος, διότι ο πρωθυπουργός διασφαλίζει την ενότητα της κυβέρνησης, εγγυάται και συντονίζει την κατεύθυνση και υλοποίηση της πολιτικής, αυτό προβλέπει το Σύνταγμα και αυτό αποκαθιστούμε σήμερα», είπε ο κ. Γεραπετρίτης.
Προγραμματισμός εκ των προτέρων, παρακολούθηση εκ των υστέρων
Είπε ακόμη ότι «κάθε υπουργικό συμβούλιο θα είναι παραγωγός δημόσιας πολιτικής, η Προεδρία της κυβέρνησης θα έχει αμιγώς συντονιστικό και παρακολουθητικό ρόλο. Έτσι, στην περίπτωση που υπάρχει ζήτημα συναρμοδιοτήτων, το οποίο μπορεί να φέρει πίσω την υλοποίηση των πολιτικών, θα παρεμβαίνει για την άρση αυτών των αντιφάσεων. Σε περίπτωση που υπάρχει ένα ζήτημα μη έγκαιρης υλοποίησης, θα ενεργοποιείται το ηλεκτρονικό σύστημα το οποίο θα παρέχει έγκαιρη προειδοποίηση ότι υπάρχει καθυστέρηση στην υλοποίηση ενέργειας».
Το επιτελικό κράτος θα είναι μόνο συντονισμός και παρακολούθηση, «προγραμματισμός εκ των προτέρων, παρακολούθηση εκ των υστέρων, με τυποποιημένες αυστηρές διαδικασίες επί τη βάση ενός και μόνο εγχειριδίου», ανέφερε χαρακτηριστικά ο υπουργός.
Ο κ. Γεραπετρίτης προανήγγειλε βελτιωτικές αλλαγές στο κείμενο του νομοσχεδίου, στη βάση προτάσεων που υποβλήθηκαν και αξιολογούνται. Ανάμεσα σε αυτές τις βελτιώσεις ενδεχομένως να είναι νομοθετική πρόβλεψη για τις εγγυήσεις της συνέντευξης για τους υπηρεσιακούς γραμματείς, βελτιώσεις ώστε να μπορεί το υπουργικό συμβούλιο να ζητήσει να αυξηθούν τα ζητήματα της ατζέντας συζήτησης, βελτιώσεις που ενδεχομένως προβλέπουν και την κατάργηση της θέσης ευθύνης από ιδιώτη για την προστασία των ελέγχων της νέας Αρχής Διαφάνειας, ώστε να είναι μόνο δημόσιος υπάλληλος στη θέση αυτή.